Η πρόσφατη μελέτη του Ομοσπονδιακού Γραφείου Ενέργειας της Ελβετίας σχετικά με την ηλεκτροκίνηση, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αντικατάσταση ενός θερμικού αυτοκινήτου με ένα ηλεκτρικό μειώνει τις εκπομπές CO₂ στο 90% των περιπτώσεων, παρέμεινε αδημοσίευτη λόγω πολιτικών φοβιών.
Παρά την επιστημονική της αξία, η ελβετική κυβέρνηση αποφάσισε να μη δημοσιεύσει τα αποτελέσματα, φοβούμενη πολιτική ζημιά από πιθανές παρερμηνείες.
Η υπόθεση αυτή αναδεικνύει τις πολιτικές πιέσεις που επηρεάζουν την επιστημονική διαφάνεια και την ανάγκη για δημόσια πρόσβαση σε μελέτες που χρηματοδοτούνται με δημόσια χρήματα.
Πιο αναλυτικά
Μπορεί η Ελβετία να μην είναι γειτονική μας χώρα, αλλά οι εξελίξεις εκεί λένε πολλά και για τη δική μας πραγματικότητα γύρω από την ηλεκτροκίνηση.
Μια πρόσφατη υπόθεση προκαλεί πολλά ερωτήματα -ειδικά όταν μια δημόσια αρχή χρηματοδοτεί μια μελέτη που καταλήγει σε θετικά συμπεράσματα για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα… και στη συνέχεια την «εξαφανίζει». Το 2022, το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ενέργειας της Ελβετίας ανέθεσε στο ανεξάρτητο ινστιτούτο Infras μια μελέτη με στόχο να απαντήσει σε ένα επίκαιρο και συχνά πολιτικοποιημένο ερώτημα: Είναι τελικά πιο φιλικό προς το περιβάλλον να συνεχίσει κάποιος να οδηγεί ένα παλιό θερμικό αυτοκίνητο ή να το αντικαταστήσει με ένα καινούργιο ηλεκτρικό;
Η μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση παραμένει ένα πεδίο με ισχυρούς ιδεολογικούς και πολιτικούς συσχετισμούς
Η απάντηση της μελέτης, η οποία ολοκληρώθηκε το φθινόπωρο του 2024, ήταν ξεκάθαρη: Στο 90% των περιπτώσεων, η αντικατάσταση ενός θερμικού μοντέλου από ένα ηλεκτρικό αντίστοιχου μεγέθους οδηγεί σε καθαρή μείωση των εκπομπών CO₂ -ακόμη κι αν ληφθεί υπόψη το ενεργειακό κόστος κατασκευής της μπαταρίας. Οι μόνοι αστερίσκοι αφορούν περιπτώσεις όπου το ηλεκτρικό αυτοκίνητο σχεδόν δεν χρησιμοποιείται.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν ανάλογα ευρήματα από διεθνείς μελέτες. Κι όμως, αντί η ελβετική κυβέρνηση να αξιοποιήσει τα συμπεράσματα, επέλεξε να μη δημοσιεύσει ποτέ τη μελέτη.
Όταν το ελβετικό μέσο Republik και ο ερευνητικός φορέας WAV ζήτησαν το έγγραφο επισήμως, η διοίκηση αναγκάστηκε να το παραδώσει -με μία όμως… επιφύλαξη. Το Γραφείο Ενέργειας δήλωσε ότι η μελέτη «δεν απαντά ξεκάθαρα στο κατά πόσο η αγορά ενός νέου ηλεκτρικού αυτοκινήτου, σε συνδυασμό με την πώληση ενός παλιού θερμικού, έχει θετικό ή αρνητικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα».
Μόνο που αυτή η εξήγηση δεν έπεισε κανέναν. Ειδικοί όπως ο Romain Sacchi από το Ινστιτούτο Paul Scherrer χαρακτήρισαν τη μελέτη «εξαιρετική» και τις απαντήσεις της «ξεκάθαρες». Μάλιστα, επισημαίνουν πως από τότε που ολοκληρώθηκε η μελέτη, η τεχνολογία των ηλεκτρικών οχημάτων έχει βελτιωθεί περαιτέρω -άρα τα συμπεράσματα θα ήταν σήμερα ακόμα πιο θετικά.
Όλη αυτή η μεθόδευση μυρίζει πολιτικές φοβίες αντί για επιστημονική διαφάνεια. Από εσωτερικά έγγραφα του Ομοσπονδιακού Γραφείου που ήρθαν στη δημοσιότητα, προκύπτει ότι η απόφαση μη δημοσίευσης σχετίζεται κυρίως με φόβους για «πολιτική και επικοινωνιακή ζημιά». Υπήρξε ανησυχία ότι η μελέτη θα μπορούσε να παρερμηνευθεί και να χρησιμοποιηθεί από πολιτικούς αντιπάλους, κυρίως από τη δεξιά πτέρυγα που κατηγορεί την κυβέρνηση για «ενεργειακή κατήχηση».
Το αποτέλεσμα; Η επιστημονική αλήθεια τέθηκε σε δεύτερη μοίρα έναντι πολιτικών ισορροπιών. Παρά το γεγονός ότι η μελέτη ενισχύει τον στόχο της Ελβετίας να φτάσει το 50% των νέων πωλήσεων σε 100% ηλεκτρικά μοντέλα μέχρι το 2025 -στόχος που προς το παρόν φαντάζει δύσκολος, καθώς το ποσοστό είναι γύρω στο 30%.
Το άλλο επίμεμπτο σημείο της υπόθεσης είναι ότι η μελέτη πληρώθηκε με δημόσιο χρήμα για να καταλήξει σε αδημοσίευτα αποτελέσματα. Το κόστος της μελέτης ανήλθε στις 100.000 ελβετικά φράγκα (περίπου 106.000 ευρώ). Χρήματα των φορολογούμενων. Και όπως σωστά επισημαίνει ο Ελβετός βουλευτής Jürg Grossen, όταν οι πολίτες πληρώνουν για μια μελέτη, τα αποτελέσματα πρέπει να είναι δημόσια. Κι αν αυτά δεν είναι βολικά πολιτικά, δεν είναι λόγος να θαφτούν.
Ο Martin Winder από τον Ελβετική Λέσχη Μεταφορών ήταν ακόμα πιο κατηγορηματικός: «Το να αποκρύπτονται μελέτες από φόβο για αρνητικές αντιδράσεις είναι αντιδημοκρατικό».
Συμπέρασμα; Η υπόθεση δείχνει καθαρά πως η μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση παραμένει ένα πεδίο με ισχυρούς ιδεολογικούς και πολιτικούς συσχετισμούς. Και όσο ισχύει αυτό, τα επιστημονικά δεδομένα -όσο ξεκάθαρα και να είναι- θα κινδυνεύουν να υποβαθμίζονται ή και να αποσιωπώνται. Στο τέλος, όμως, η πραγματικότητα είναι αδύνατον να αποκρυβεί. Και είναι ηλεκτρική. Με BEV ή με κυψέλη καυσίμου, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, αργά ή γρήγορα, θα αντικαταστήσουν τα θερμικά. Και το έχουμε ξαναπεί (ο Νίτσε για την ακρίβεια), ο μεγαλύτερος εχθρός της αλήθειας δεν είναι το ψέμα, αλλά οι πεποιθήσεις.