Το άρθρο αναλύει την επιρροή του προέδρου Τραμπ στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, εστιάζοντας στην απόλυση του Τζίμι Κίμελ από το ABC λόγω σχολίων του για τη δολοφονία του συντηρητικού ακτιβιστή Τσάρλι Κερκ.
Ο Τραμπ, παρά τις υποσχέσεις του για ελευθερία του λόγου, ασκεί πίεση στα ΜΜΕ, χρησιμοποιώντας νομικές αγωγές και απειλές για άδειες λειτουργίας, θυμίζοντας τις τακτικές του Νίξον.
Η απόλυση του Κίμελ και οι συμβιβασμοί με δίκτυα όπως το CBS και το ABC δείχνουν την αποτελεσματικότητα της στρατηγικής του.
Παράλληλα, ο Τραμπ συνεχίζει να καταγγέλλει τη διαχείριση περιεχομένου στα κοινωνικά δίκτυα, ενώ επιδιώκει να τιμωρήσει όσους τον επικρίνουν.
Πιο αναλυτικά
Ο πρόεδρος Τραμπ όταν ανέλαβε την δεύτερη θητεία δεσμεύτηκε να «σταματήσει αμέσως κάθε κυβερνητική λογοκρισία και να επαναφέρει την ελευθερία του λόγου στην Αμερική». Το μήνυμά του είχε ιδιαίτερη απήχηση στους υποστηρικτές του, καθώς μεγάλες εταιρείες κοινωνικής δικτύωσης τον είχαν αποκλείσει –μαζί με άλλους– από τις πλατφόρμες τους μετά τις ταραχές της 6ης Ιανουαρίου 2021, σημειώνουν οι New York Times.
Ωστόσο, τώρα διεξάγει την πιο σκληρή κυβερνητική καταστολή εναντίον μεγάλων αμερικανικών ΜΜΕ στη σύγχρονη εποχή, χρησιμοποιώντας κάθε διαθέσιμο εργαλείο για να εξαλείψει ρεπορτάζ και σχολιασμό με τα οποία διαφωνεί.
Η απόφαση του ABC την Τετάρτη να αναστείλει «επ’ αόριστον» την εκπομπή του Τζίμι Κίμελ, για σχόλια που έκανε ο παρουσιαστής σχετικά με τη δολοφονία του συντηρητικού ακτιβιστή Τσάρλι Κερκ, δείχνει την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης μέχρι τώρα.
Μακριά από το να καταγγείλει τη φίμωση ενός κωμικού, ο Τραμπ πανηγύρισε αυτήν την «ακύρωση», χαρακτηρίζοντάς την «Σπουδαία Είδηση για την Αμερική» στο Truth Social.
Πώς αποδίδουν οι αγωγές
Η απόφαση αυτή ήρθε έπειτα από πολλών εκατομμυρίων διακανονισμούς του CBS και του ABC σε αγωγές που είχε καταθέσει ο Τραμπ – αγωγές που νομικοί ειδικοί θεωρούσαν απίθανες να ευδοκιμήσουν. Και μετά τη συμφωνία του CBS News να αλλάξει τον τρόπο παρουσίασης των πολιτικών του συνεντεύξεων υπό κυβερνητική πίεση. Ακολούθησε η συμφωνία της νέας μητρικής εταιρείας του CBS, Paramount Skydance, να διορίσει έναν «συνήγορο του τηλεθεατή» για την εξέταση παραπόνων σχετικά με την κάλυψή του. (Η εταιρεία όρισε στη θέση αυτή έναν έμπειρο συντηρητικό πολιτικό αναλυτή.)
«Συνολικά, οι επιθέσεις εναντίον όλων των μέσων ενημέρωσης είναι σίγουρα άνευ προηγουμένου στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία», δήλωσε ο Βίκτορ Πικάρντ, καθηγητής πολιτικής των μέσων ενημέρωσης στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια. «Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιο αντίστοιχο παράδειγμα».
Η απόλυση του Κίμελ ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακή, πρόσθεσε ο καθηγητής Πικάρντ, επειδή ήρθε τόσο γρήγορα μετά τις δηλώσεις του προέδρου της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Επικοινωνιών (F.C.C.), Μπρένταν Καρ, διορισμένου από τον Τραμπ, ο οποίος είχε υπονοήσει με σαφήνεια ότι θα μπορούσε να τιμωρήσει τους τοπικούς σταθμούς που μετέδιδαν τις εκπομπές του Κίμελ.
Ο Καρ ήταν μεταξύ εκείνων που είχαν κατηγορήσει τον Κίμελ ότι ψεύδεται για τις πολιτικές πεποιθήσεις του δολοφόνου του Κερκ, Τάιλερ Ρόμπινσον. Μιλώντας με τον δεξιό podcaster Μπένι Τζόνσον, ο Καρ είπε ότι η F.C.C. θα έπρεπε να εξετάσει «διορθωτικά μέτρα», τονίζοντας ότι οι «αδειοδοτημένοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς» που μεταδίδουν το πρόγραμμα του ABC όφειλαν να πιέσουν το μητρικό δίκτυο.
Ο Νίξον πρώτος διδάξας
Ρίχνοντας έτσι το βάρος στους σταθμούς του ABC, ο Καρ φαινόταν να υιοθετεί τακτική από το «εγχειρίδιο» της κυβέρνησης Νίξον, η οποία είχε εγκαινιάσει την πρακτική της απειλής με δράσεις κατά αδειών λειτουργίας σταθμών για να πιέσει τα μεγάλα δίκτυα να ευθυγραμμιστούν με τη γραμμή του Λευκού Οίκου.
Τα τηλεοπτικά δίκτυα εξαρτώνται από ανεξάρτητους σταθμούς και ομίλους σταθμών για να μεταδίδουν τα προγράμματά τους σε εθνικό επίπεδο.
Ο Νίξον θεωρούσε τους διαχειριστές αυτών των σταθμών, ιδιαίτερα σε περιοχές υπό Ρεπουμπλικανική ηγεσία, πιθανούς συμμάχους ενάντια στα δίκτυά τους στη Νέα Υόρκη. Αν και τον πρόλαβε το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ, πριν η στρατηγική αποδώσει, είχε εντοπίσει μια προοπτική.
Περίπου 30 χρόνια αργότερα, ήταν η πίεση από τους συνεργαζόμενους σταθμούς που συνέβαλε στην τελευταία μεγάλη ακύρωση βραδινής εκπομπής μετά από πολιτική αναστάτωση. Το 2002, το ABC διέκοψε την εκπομπή του Μπιλ Μαχέρ, Politically Incorrect, ύστερα από επικρίσεις του Λευκού Οίκου για σχόλια που είχε κάνει σχετικά με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.
Η διαφορά αυτή τη φορά ήταν ότι ο Καρ αναφέρονταν ρητά στο γεγονός ότι οι σταθμοί έχουν κρατικές άδειες λειτουργίας. Και ακολούθησαν γρήγορα οι ανακοινώσεις ενός μεγάλου ομίλου συνεργαζόμενων σταθμών του ABC, της Nexstar, ότι θα προέβαλε ανεξάρτητα άλλο πρόγραμμα στη θέση της εκπομπής του Κίμελ.
Το ABC ακολούθησε με ανακοίνωση ότι θα το έκανε αυτό σε εθνικό επίπεδο, «επ’ αόριστον», χωρίς όμως να εξηγήσει το γιατί. Συμπτωματικά, η Nexstar επιδιώκει συγχώνευση σταθμών που θα απαιτήσει έγκριση της F.C.C. στην οποία πρόεδρος είναι ο Καρ. Ο ίδιος δήλωσε ότι οι κάτοχοι ραδιοτηλεοπτικών αδειών αναμένεται να λειτουργούν προς το «δημόσιο συμφέρον, την ευκολία και την αναγκαιότητα».
Η αλλαγή που φέρνει ο Τραμπ
Η συντηρητική ορθοδοξία είχε εδώ και καιρό απορρίψει τέτοιου είδους κυβερνητικές επιταγές περιεχομένου, γεγονός που συνέβαλε στον τερματισμό του σχετικού Δόγματος της Ισορροπίας — το οποίο, μεταξύ άλλων, απαιτούσε από τους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς να παρουσιάζουν όλες τις πλευρές των αμφισβητούμενων ζητημάτων — στην εποχή Ρέιγκαν, φέρνοντας μια πιο «ελεύθερη» προσέγγιση στην F.C.C.
Ο Καρ σημείωσε ότι η υπηρεσία του είχε «εγκαταλείψει την επιβολή αυτής της υποχρέωσης δημοσίου συμφέροντος», αλλά είπε στον κ. Χάνιτι ότι αυτό πλέον αλλάζει. «Εμείς στην F.C.C. θα επιβάλουμε την υποχρέωση δημοσίου συμφέροντος», είπε. «Αν υπάρχουν ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί που δεν το θέλουν, μπορούν να παραδώσουν την άδειά τους».
Ο κ. Καρ είχε υπάρξει σφοδρός επικριτής της κυβέρνησης Μπάιντεν, όταν αυτή επιδίωκε να πιέσει τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης για τη διάδοση παραπληροφόρησης σχετικά με την υγεία και τις εκλογές.
«Ζούμε μια έξαρση λογοκρισίας», είπε σε ομιλία την άνοιξη του 2024. «Κάθε φορά που αυξάνεται ο κυβερνητικός έλεγχος, μειώνεται κατ’ ανάγκη η ελευθερία του λόγου, γιατί η ελευθερία του λόγου είναι το αντίβαρο· η ελευθερία του λόγου είναι ο έλεγχος στην κυβερνητική εξουσία», είχε πει.
Κι όμως, ο Τραμπ έκανε την ίδια στροφή. Ακόμη και τώρα, αυτός και η κυβέρνησή του καταγγέλλουν κάθε ίχνος λεγόμενης «διαχείρισης περιεχομένου» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης — που συχνά τους επηρέαζε όταν, για παράδειγμα, διέδιδαν ψευδώς ότι οι εκλογές του 2020 είχαν κλαπεί — ενώ ταυτόχρονα επιδιώκουν να τιμωρήσουν δημοσιογράφους, κωμικούς και σχολιαστές που δυσαρεστούν τον κ. Τραμπ.
Πώς κερδίζει ο Τραμπ
Ακόμα και πριν από τη δολοφονία του Κερκ, ο Τραμπ κέρδιζε έδαφος στην εκστρατεία του εναντίον των παραδοσιακών εταιρειών ΜΜΕ. Τώρα, έχει αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη δυναμική.
Σε αγωγή που κατέθεσε αυτήν την εβδομάδα εναντίον των New York Times, ο πρόεδρος επικαλέστηκε τις συμβιβαστικές συμφωνίες με τα δίκτυα ABC και CBS ως επιβεβαίωση ότι οι αγωγές του ήταν «υψηλής αξίας και βάσιμες». ΟΙ FT γράφουν πάντως ότι η επικεφαλής των ΝΥΤ Μeredith Kopit Levien, προειδοποίησε πως ο Τραμπ «εφαρμόζει εγχειρίδιο κατά του Τύπου» και ο όμιλός της δεν θα υποκύψει.
Ο αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς δήλωσε ότι όσοι πανηγύρισαν για τον θάνατο του . Κερκ μπορεί να προστατεύονται από την ελευθερία του λόγου, αλλά δεν θα πρέπει να προστατεύονται από το να απολυθούν ή, στην περίπτωση πανεπιστημιακών καθηγητών, από το να χάσουν την ομοσπονδιακή χρηματοδότηση. Η υπουργός Δικαιοσύνης Παμ Μπόντι είπε σε έναν podcaster: «Θα σας στοχεύσουμε απολύτως, θα σας κυνηγήσουμε, αν στοχοποιείτε κάποιον με λόγο μίσους».
Αργότερα διευκρίνισε ότι δεν θα δίωκε τον λόγο, αλλά τις υποκινήσεις σε βία. Ο Τραμπ δεν ήταν τόσο διακριτικός την Τρίτη, όταν ο δημοσιογράφος Τζόναθαν Καρλ, ανταποκριτής του δικτύου του Κίμελ, τον πίεσε για τα σχόλια της Μπόντι και τις συνέπειες για την ελευθερία του λόγου.
«Πιθανόν να κυνηγήσει ανθρώπους σαν κι εσένα, επειδή με αντιμετωπίζεις τόσο άδικα», είπε ο Τραμπ. «Έχεις πολύ μίσος στην καρδιά σου. Ίσως τα βάλουν με το ABC».






