Ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης DBRS επιβεβαίωσε το αξιόχρεο της Ελλάδας στη βαθμίδα ΒΒΒ με σταθερή προοπτική, αναγνωρίζοντας την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη της χώρας, η οποία ξεπέρασε τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Η ανάπτυξη αυτή οφείλεται κυρίως στην αυξημένη εγχώρια ζήτηση, την αύξηση της απασχόλησης και τις επενδύσεις από την ΕΕ. Παράλληλα, η Ελλάδα σημειώνει μείωση του δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ, με προβλέψεις για περαιτέρω μείωση τα επόμενα χρόνια.
Ωστόσο, η οικονομία παραμένει ευάλωτη σε εξωγενείς απειλές, όπως γεωπολιτικές εντάσεις και αλλαγές στο παγκόσμιο εμπορικό περιβάλλον.
Η πιστοληπτική αξιολόγηση υποστηρίζεται από το αξιόπιστο πολιτικό πλαίσιο και τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ, ενώ οι μεταρρυθμίσεις έχουν βελτιώσει τη διακυβέρνηση και το επιχειρηματικό περιβάλλον.
Παρά τις θετικές εξελίξεις, η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις λόγω του υψηλού δημόσιου χρέους και του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Πιο αναλυτικά
Ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης DBRS επιβεβαίωσε το αξιόχρεο της Ελλάδας στη βαθμίδα ΒΒΒ με σταθερή τάση.
Σημειώνεται ότι ο DBRS είχε αναβαθμίσει τον περασμένο Μάρτιο την ελληνική οικονομία εντός της επενδυτικής βαθμίδας.
«Η σταθερή τάση αντικατοπτρίζει την άποψη του DBRS ότι οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις είναι ισορροπημένοι», αναφέρει ο οίκος στην ανακοίνωσή του. Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 2,3% το 2024, μια επίδοση σημαντικά υψηλότερη από τον μέσο όρο ανάπτυξης 0,9% της Ευρωζώνης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει αντίστοιχο ρυθμό ανάπτυξης στην Ελλάδα και για φέτος
Η ισχυρή εγχώρια ζήτηση υπήρξε ο κύριος μοχλός αύξησης του ελληνικού ΑΕΠ, κυρίως χάρη στην υγιή αύξηση της απασχόλησης και τις επενδύσεις που χρηματοδοτήθηκαν από την ΕΕ.
Η ισχυρή οικονομική επέκταση, σε συνδυασμό με τα επαναλαμβανόμενα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, οδήγησαν σε σταθερή μείωση του δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένει ότι το χρέος θα μειωθεί στο 141% του ΑΕΠ έως το 2026 από 164% το 2023.
Ωστόσο, όπως και ισχύει και για τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η επίδοση της ελληνικής οικονομίας υπόκειται εν μέρει σε εξωγενείς απειλές. «Οποιαδήποτε επιπλέον επιδείνωση του γεωπολιτικού ή του παγκόσμιου εμπορικού περιβάλλοντος που θα αποδυναμώσει την εξωτερική ζήτηση θα επηρεάσει αναπόφευκτα τις εξαγωγές της Ελλάδας και θα έχει αντίκτυπο στην οικονομία συνολικά», σημειώνεται.
Οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας στο επίπεδο BBB υποστηρίζονται από το αξιόπιστο πλαίσιο πολιτικής της χώρας και τη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη.
«Διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις έχουν εφαρμόσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις που ενίσχυσαν τη διακυβέρνηση, βελτίωσαν το επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας και στήριξαν τη βιωσιμότητα του χρέους. Η ισχυρή πολιτική δέσμευση όλων των μεγάλων πολιτικών κομμάτων για συνετή δημοσιονομική πολιτική ενισχύει την πιστωτική ποιότητα της χώρας», σύμφωνα με τον DBRS.
Το ΔΝΤ, σημειώνει ο οίκος, προβλέπει ότι το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα θα ανέλθει κατά μέσο όρο σε 2,4% του ΑΕΠ έως το τέλος της δεκαετίας και ότι ο δείκτης δημόσιου χρέους θα μειωθεί στο 125% έως το 2030.
«Ωστόσο, οι πιστοληπτικές αξιολογήσεις της Ελλάδας περιορίζονται από τον ακόμη υψηλό δείκτη δημόσιου χρέους, το μικρό μέγεθος της οικονομίας της και το επίμονα υψηλό έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Συνοπτικά
- Ο οίκος DBRS επιβεβαίωσε το αξιόχρεο της Ελλάδας στη βαθμίδα ΒΒΒ με σταθερή προοπτική λόγω ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης.
- Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας οφείλεται στην αυξημένη εγχώρια ζήτηση, την απασχόληση και τις επενδύσεις από την ΕΕ.
- Η Ελλάδα σημειώνει μείωση του δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ, αλλά παραμένει ευάλωτη σε εξωγενείς απειλές.
- Οι μεταρρυθμίσεις και η συμμετοχή στην ΕΕ ενισχύουν την πιστοληπτική ικανότητα, αλλά το υψηλό χρέος και το έλλειμμα παραμένουν προκλήσεις.