Η Βουλή της Ελλάδας εισέρχεται σε διαδικασία συνταγματικής αναθεώρησης με επίκεντρο το άρθρο 103, που αφορά τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις από την αντιπολίτευση.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προτείνει θεσμικές αλλαγές που στοχεύουν στην αξιολόγηση και αποδοτικότητα του δημόσιου τομέα, ενώ επιδιώκει συναινέσεις μεταξύ των κομμάτων.
Η διαδικασία αναθεώρησης περιλαμβάνει καθορισμένα στάδια και αναμένεται να επηρεάσει τη λειτουργία του κράτους και τον πολιτικό διάλογο τα επόμενα χρόνια.
Πιο αναλυτικά
Σε μια κίνηση με έντονη πολιτική και θεσμική βαρύτητα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης άνοιξε επίσημα την συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος, ανακοινώνοντας την πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε ευρείες θεσμικές αλλαγές, με αιχμή του δόρατος το άρθρο 103 για τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων. Σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία, η επερχόμενη συνταγματική αναθεώρηση εξελίσσεται σε μείζον πολιτικό διακύβευμα, που αναμένεται να καθορίσει όχι μόνο τον τρόπο λειτουργίας του κράτους αλλά και τη φυσιογνωμία του πολιτικού διαλόγου τα επόμενα χρόνια.
Η πρόταση έχει ήδη προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από την αντιπολίτευση, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδιώκει ευρύτερες συναινέσεις, επισημαίνοντας την ανάγκη υπεύθυνης και συναινετικής προσέγγισης.
Ο πρωθυπουργός έθεσε ως βασική προτεραιότητα τη θεσμική κατοχύρωση της αξιολόγησης, ώστε να επιβραβεύονται οι συνεπείς υπάλληλοι και να απομακρύνονται όσοι δεν ανταποκρίνονται διαχρονικά στα καθήκοντά τους. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά: «Αυτή η πρωτοβουλία αφορά πρωτίστως τη θεσμική κατοχύρωση της έννοιας της αξιολόγησης και της δυνατότητας αφενός να μπορούμε να επιβραβεύουμε τους συνεπείς και εργατικούς δημόσιους υπαλλήλους, αλλά αφετέρου, αν υπάρχουν περιπτώσεις υπαλλήλων οι οποίοι συστηματικά, επίμονα και επί μακρό χρόνο δεν ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές της θέσης τους, να μην υπάρχει συνταγματικό κώλυμα προκειμένου να απομακρύνονται από το Δημόσιο».
Παράλληλα, η κυβερνητική ατζέντα περιλαμβάνει αλλαγές σε καίρια άρθρα του Συντάγματος, πέραν του άρθρου 103. Έτσι, στη συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση εντάσσονται επίσης:
- Το άρθρο 16, που αφορά τη δυνατότητα ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων,
- Το άρθρο 86, που αφορά το καθεστώς ευθύνης των υπουργών, και
- Το άρθρο 24, που σχετίζεται με την προστασία του περιβάλλοντος και τον χωροταξικό σχεδιασμό.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε τη σημασία της υπεύθυνης και συναινετικής προσέγγισης από όλα τα κόμματα, σημειώνοντας: «Οι συνταγματικές αναθεωρήσεις ήταν πάντα μια ευκαιρία για συζητήσεις οι οποίες είχαν σκοπό να χτίσουν γέφυρες και όχι να ανοίξουν καινούργια ρήγματα. Ακριβώς γιατί αυτό επιβάλλει το ίδιο το Σύνταγμα, οπότε ελπίζω τα κόμματα να προσέλθουν σε αυτή τη συζήτηση με την απαιτούμενη θεσμική υπευθυνότητα».
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Τασούλας, τόνισε την ανάγκη για μια συναινετική και ουσιαστική διαδικασία διαλόγου: «Αξίζει τον κόπο η συζήτηση να είναι συναινετική. Συναινετική δεν σημαίνει απαραιτήτως συμφωνούμε σε όλα, αλλά το ύφος και το στυλ της συζήτησης να είναι συναινετικό, το οποίο αποτελεί πιστεύω και επιταγή του ίδιου του Συντάγματος όσον αφορά τη συνταγματική αναθεώρηση».
Στο επίκεντρο μειώσεις φόρων και αυξήσεις μισθών
Την πρόθεση της κυβέρνησης να συνεχίσει με σταθερά βήματα τις θεσμικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, που αποσκοπούν στη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών, επανέλαβε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CNBC. Ο κυβερνητικός σχεδιασμός για την επόμενη περίοδο συνδυάζει φορολογικές ελαφρύνσεις, αυξήσεις μισθών και την ενίσχυση της απασχόλησης, πάντα με γνώμονα τη δημοσιονομική σταθερότητα και τη βιωσιμότητα.
Ο πρωθυπουργός επισήμανε την ανάγκη για στοχευμένες οικονομικές παρεμβάσεις, δηλώνοντας: «Ξέρουμε πως πρέπει να βελτιώσουμε τις ζωές των πολιτών. Ξέρουμε πως πρέπει να προχωρήσουμε σε περαιτέρω μείωση των φόρων, να αυξήσουμε τους μισθούς, να δημιουργήσουμε περισσότερες θέσεις εργασίας. Όμως πρέπει να το κάνουμε με έναν βιώσιμο τρόπο, χωρίς να διακινδυνεύουμε τα βασικά στοιχεία των όσων πετύχαμε. Θεωρώ πως έχουμε μία ελκυστική ιστορία για ξένους επενδυτές και ξένες επενδύσεις συνεχίζουν να έρχονται στην ελληνική οικονομία».
Η ελληνική οικονομία παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης, γεγονός που, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, ενισχύει την εμπιστοσύνη της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας προς τη χώρα. Την ίδια στιγμή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έστειλε μήνυμα σταθερότητας, υπενθυμίζοντας τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του 2023 ως απόδειξη της εμπιστοσύνης των πολιτών στις κυβερνητικές δεσμεύσεις: «Ζούμε σε μία εποχή που οι λαϊκιστές αμφισβητούν την ικανότητα των πιο παραδοσιακών κομμάτων και στην Ελλάδα αψηφήσαμε αυτή την ιστορία. Το 2023 αυξήσαμε τα ποσοστά μας σε διπλές εκλογές, πείθοντας τους ψηφοφόρους ουσιαστικά πως μπορούμε να υλοποιήσουμε τις εκλογικές μας δεσμεύσεις και μπορούμε να τους προσφέρουμε ένα καλύτερο μέλλον. Αυτή θα είναι και πάλι η πρόκληση το 2027».
Αναφερόμενος στο διεθνές περιβάλλον, ο πρωθυπουργός δεν παρέλειψε να επισημάνει τη σημασία των εμπορικών σχέσεων ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες, εκφράζοντας την ελπίδα για μια θετική κατάληξη στις συνομιλίες για τους δασμούς. «Το διατλαντικό εμπόριο είναι σημαντικό για να τα τινάξουμε όλα στον αέρα», ανέφερε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για συνεργασία και σταθερότητα σε διεθνές επίπεδο.
Αντιδράσεις της αντιπολίτευσης για την αναθεώρηση του άρθρου 103
Έντονες αντιδράσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχει προκαλέσει η πρόταση της κυβέρνησης για συνταγματική αναθεώρηση του άρθρου 103, που αφορά τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων. Η πρόθεση της κυβέρνησης να ανοίξει διάλογο για το ευαίσθητο αυτό ζήτημα, με στόχο –όπως υποστηρίζει– την ενίσχυση της αξιολόγησης και της αποδοτικότητας στον δημόσιο τομέα, συνοδεύεται από πολιτική αντιπαράθεση σε υψηλούς τόνους.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ–ΚΙΝΑΛ, Νίκος Ανδρουλάκης, χαρακτήρισε την πρόταση της ΝΔ «πυροτέχνημα», σημειώνοντας: «Ψήφισαν νόμους που ήθελαν να φέρουν την αξιοκρατία στο δημόσιο και το 80% τμηματαρχών και γενικών διευθυντών να είναι κομματικές επιλογές. Το ΠΑΣΟΚ θέλει ένα δημόσιο που θα λειτουργεί στα πρότυπα των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών, Γαλλίας και Γερμανίας. Κι εκεί υπάρχει μονιμότητα αλλά υπάρχει αξιολόγηση, αξιοκρατία, ο υπάλληλος μπορεί να χάσει τη δουλειά του αλλά υπάρχει μια δομή».
Η κυβέρνηση επιμένει στη σημασία της αξιολόγησης και της επιβράβευσης των παραγωγικών υπαλλήλων, διαβεβαιώνοντας ότι δεν προσεγγίζει το θέμα τιμωρητικά. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας στο ertnews, ανέφερε: «Κανείς δεν θέλει να λειτουργήσει τιμωρητικά για τους δημοσίους υπαλλήλους. Υπάρχουν πολλοί υπάλληλοι – και γνωρίζω προσωπικά αρκετούς – οι οποίοι, αμειβόμενοι με χαμηλές αποδοχές εργάζονται και πέρα από το ωράριο τους για να βοηθήσουν τη διοίκηση και τους πολίτες. Ωστόσο, υπάρχει θέμα αξιοκρατίας, αξιολόγησης και λογοδοσίας και αυτό πάμε να αντιμετωπίσουμε, αυτό που πάμε να κάνουμε θέλουμε να βασίζεται σε καλές ευρωπαϊκές πρακτικές, πώς κάνουν αξιολόγηση στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και εμείς δεν θα την κάνουμε;»
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, κάλεσε τα κόμματα της αντιπολίτευσης να πάρουν ξεκάθαρη θέση στο ζήτημα: «Για να ληφθεί η απόφαση θέλει πλειοψηφία, επειδή άκουσα και την αμήχανη αντίδραση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, η ερώτηση αυτή τη στιγμή είναι μία και συγκεκριμένη. Συμφωνεί το ΠΑΣΟΚ να βάλουμε στο τραπέζι της αναθεώρησης το άρθρο 103 του Συντάγματος, να αρθεί η μονιμότητα στο δημόσιο; Αυτό με τους μετακλητούς το έλεγε και ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν ισχύει και έχει απαντηθεί. Τώρα, εγώ δεν κατάλαβα τι είπε ο κ. Ανδρουλάκης, να σας πω την αλήθεια. Γιατί δεν ήθελε να δώσει απάντηση».
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ο πρόεδρος Σωκράτης Φάμελλος εξαπέλυσε επίθεση στον πρωθυπουργό, τον οποίο κατηγόρησε για απαξίωση του δημοσίου και εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων: «Τα βάζει με τους δημόσιους υπαλλήλους γιατί θέλει να ξεπουλήσει την πολιτεία, είναι πολύ πιο σκληρός στην ύδρευση, στην υγεία, την καθαριότητα, ενώ υπάρχει πειθαρχικό δίκιο για τους δημόσιους υπαλλήλους και ο ίδιος φέρνει τα ρουσφέτια του».
Ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, σχολίασε με οξύ ύφος την κυβερνητική πρωτοβουλία: «Με φτηνά επικοινωνιακά κόλπα θα πείσει τον λαό ότι για το εχθρικό, εγκληματικό κράτος που έχει απέναντί του, ευθύνονται οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, οι δημόσιοι υπάλληλοι».
Αιχμηρή ήταν και η δήλωση του προέδρου της Ελληνικής Λύσης, Κυριάκου Βελόπουλου: «Μόνον τα καθεστώτα επιζητούν κοινωνικό αυτοματισμό και διχασμό, αλλά δεν χρησιμοποιούν τον φιλολαϊκό μετασχηματισμό».
Στο ίδιο μήκος κύματος, η βουλευτής της Νέας Αριστεράς, Έφη Αχτσιόγλου, υποστήριξε ότι η στόχευση της κυβέρνησης είναι η αποδόμηση των εργασιακών δικαιωμάτων στο Δημόσιο:
«Στόχος της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη, που επενδύουν στον κοινωνικό αυτοματισμό, είναι η περαιτέρω διάλυση των εργασιακών σχέσεων και δικαιωμάτων στο Δημόσιο, η ομηρία και ο εκβιασμός των δημοσίων υπαλλήλων».
Τα επόμενα βήματα για τη συνταγματική αναθεώρηση – Η διαδικασία στη Βουλή
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται ο σχεδιασμός της κυβέρνησης για τη συνταγματική αναθεώρηση, με τον πρωθυπουργό να έχει ήδη προαναγγείλει την έναρξη της σχετικής συζήτησης κατά τη νέα κοινοβουλευτική σύνοδο, η οποία, βάσει Συντάγματος, ξεκινά την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου. Η παρούσα Βουλή θα λειτουργήσει ως η προτείνουσα, ενώ η επόμενη, που θα προκύψει από τις εκλογές του 2027, θα έχει τον ρόλο της αναθεωρητικής.
Σύμφωνα με το άρθρο 110 του Συντάγματος, έχουν ήδη συμπληρωθεί πέντε χρόνια από την τελευταία αναθεώρηση του 2019 – το ελάχιστο χρονικό όριο που απαιτείται για να ξεκινήσει εκ νέου η διαδικασία. Επομένως, η τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδος πληροί τις προϋποθέσεις για την έναρξη των διαδικασιών.
Τα βασικά στάδια της διαδικασίας
Η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης είναι αυστηρά καθορισμένη και εξελίσσεται σε διακριτές φάσεις:
- Διαπίστωση της ανάγκης αναθεώρησης: Η προτείνουσα Βουλή συζητά και αποφασίζει ποια άρθρα του Συντάγματος πρέπει να αναθεωρηθούν. Η συζήτηση ξεκινά σε ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή και στη συνέχεια μεταφέρεται στην Ολομέλεια.
- Ορισμός των υπό αναθεώρηση διατάξεων: Έως τα τέλη του 2025 αναμένεται να ολοκληρωθεί η φάση αυτή, με την κοινοβουλευτική πλειοψηφία να καταθέτει τη δέσμη άρθρων που προτείνει προς αναθεώρηση.
- Μεταβίβαση στην επόμενη Βουλή: Η επόμενη Βουλή θα επεξεργαστεί και θα εγκρίνει τις τελικές αλλαγές, στηριζόμενη στο πλαίσιο που θα έχει τεθεί από την παρούσα Βουλή.
Οι τρεις πιθανές εκβάσεις για κάθε άρθρο
Η ψηφοφορία στην παρούσα Βουλή είναι καθοριστική και προσδιορίζει τη δυναμική της κάθε πρότασης αναθεώρησης:
- Λιγότερες από 151 ψήφοι υπέρ: Το άρθρο απορρίπτεται και δεν μεταφέρεται στην επόμενη Βουλή. Θεωρείται ότι δεν υπάρχει επαρκής πολιτική συναίνεση για να τεθεί σε συζήτηση.
- 151 έως 180 ψήφοι υπέρ: Το άρθρο περνά στην επόμενη Βουλή, όμως απαιτείται <strong”>ενισχυμένη πλειοψηφία 180 βουλευτών για να εγκριθεί τελικά.
- Περισσότερες από 180 ψήφοι υπέρ: Το άρθρο μεταφέρεται στην επόμενη Βουλή, η οποία μπορεί να το εγκρίνει με απλή πλειοψηφία, δηλαδή 151 ψήφους.
Η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης, εκτός από θεσμικά βαρύνουσα, αποκτά και πολιτική σημασία, καθώς σε αυτήν θα αποτυπωθούν όχι μόνο οι προτεραιότητες της κυβέρνησης αλλά και η δυνατότητα συνεννόησης και ευρύτερης συναίνεσης μεταξύ των κομμάτων.