Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, φαίνεται ότι προσανατολίζεται σε αυστηρότερη στάση απέναντι στη Ρωσία, εξετάζοντας την επιβολή νέων κυρώσεων αυτή την εβδομάδα, λόγω των πρόσφατων βομβαρδισμών της Ρωσίας στην Ουκρανία. Οι προτεινόμενες κυρώσεις δεν θα αφορούν τον τραπεζικό τομέα, αλλά θα στοχεύουν στην πίεση προς τον Βλαντιμίρ Πούτιν για αποδοχή εκεχειρίας.
Παρά τις προηγούμενες επιφυλάξεις του Τραμπ σχετικά με την πίεση προς τον Πούτιν, ο ίδιος εξέφρασε την απογοήτευσή του για τις επιθέσεις, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για δράση. Παράλληλα, ένα διακομματικό νομοσχέδιο στη Γερουσία ζητά αυστηρότερες κυρώσεις, που ενδέχεται να παρακάμψουν μια ενδεχόμενη αντίρρηση του Τραμπ.
Πιο αναλυτικά
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, εμφανίζεται έτοιμος να σκληρύνει τη στάση του απέναντι στη Ρωσία, εξετάζοντας την επιβολή νέων κυρώσεων, καθώς οι τελευταίοι βομβαρδισμοί της Ρωσίας στην Ουκρανία προκάλεσαν διεθνή κατακραυγή και τον ώθησαν σε μια ακόμα δημόσια αποδοκιμασία του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ο Αμερικανός Πρόεδρος εξετάζει την επιβολή νέων κυρώσεων αυτή την εβδομάδα στη Ρωσία, σε μια προσπάθεια να επιτευχθεί κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Wall Street Journal, οι προτεινόμενες κυρώσεις δεν θα αφορούν τον τραπεζικό τομέα της Ρωσίας, αλλά στοχεύουν στην άσκηση πίεσης στον Πούτιν ώστε να αποδεχτεί κατάπαυση του πυρός διάρκειας 30 ημερών – όρος που ο Τραμπ έχει υποστηρίξει σθεναρά.
Η τελική απόφαση δεν έχει ακόμη ληφθεί και ο Τραμπ ενδέχεται τελικά να μην προχωρήσει στην εφαρμογή των μέτρων.
Η WSJ ανέφερε ότι ο Τραμπ είχε για εβδομάδες αντισταθεί στις πιέσεις να αυξήσει την πίεση στον Πούτιν, ελπίζοντας ότι η προσωπική του σχέση με τον Ρώσο Πρόεδρο θα βοηθούσε στον τερματισμό του πολέμου. Όπως ανέφεραν αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου, ο Τραμπ ήλπιζε ότι ο Πούτιν θα συμφωνούσε σε μια εκεχειρία ως προσωπική χάρη.
Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social την Κυριακή, ο Τραμπ έγραψε: «Πάντα είχα πολύ καλή σχέση με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, αλλά κάτι του έχει συμβεί. Έχει γίνει τελείως τρελός!».
Ο Τραμπ κατηγόρησε τον Ρώσο ηγέτη ότι σκοτώνει αθώους «χωρίς λόγο» και στοχεύει αμάχους, υποδεικνύοντας τη χρήση πυραύλων και drones εναντίον ουκρανικών πόλεων. «Πάντα έλεγα ότι θέλει ολόκληρη την Ουκρανία, όχι απλώς ένα κομμάτι της, και ίσως αυτό αποδεικνύεται σωστό», πρόσθεσε.
«Αλλά αν το κάνει, αυτό θα οδηγήσει στην πτώση της Ρωσίας!».

Η Ρωσία έχει εξαπολύσει σφοδρούς βομβαρδισμούς στην Ουκρανία για τρεις συνεχόμενες νύχτες, με τουλάχιστον 12 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες. Σύμφωνα με την Ουκρανική Πολεμική Αεροπορία, κατά τη διάρκεια της νύχτας 25 προς 26 Μαΐου, σημειώθηκε η μεγαλύτερη επίθεση με drones από την έναρξη της πλήρους εισβολής το 2022.
Η επίθεση περιλάμβανε συνολικά 364 εναέρια μέσα επίθεσης, ανάμεσά τους εννέα πυραύλους cruise Kh-101 που εκτοξεύθηκαν από βομβαρδιστικά Tu-95MS και 355 drones τύπου Shahed.
Παρόμοιος αριθμός όπλων είχε χρησιμοποιηθεί και τις δύο προηγούμενες νύχτες.
«Σκοτώνει πολύ κόσμο και δεν ξέρω τι στο καλό του συνέβη», δήλωσε ο Τραμπ σε δημοσιογράφους την Κυριακή, απαντώντας σε ερωτήσεις για τις πρόσφατες επιθέσεις.
«Βρισκόμαστε σε συνομιλίες και αυτός εκτοξεύει πυραύλους στο Κίεβο και σε άλλες πόλεις. Δεν μου αρέσει καθόλου αυτό», είπε ο Τραμπ πριν πετάξει στην Ουάσινγκτον, προσθέτοντας ότι «έμεινε έκπληκτος από αυτά που βλέπει».
Ερωτηθείς αν εξετάζει την επιβολή κυρώσεων, ο Τραμπ απάντησε: «Απολύτως!»
«Δεν μου αρέσει αυτό που κάνει ο Πούτιν. Ούτε στο ελάχιστο. Σκοτώνει κόσμο. Και κάτι συνέβη μ’ αυτόν τον τύπο. Και δεν μου αρέσει», πρόσθεσε.
Εν τω μεταξύ, ένα διακομματικό νομοσχέδιο που ζητά αυστηρότερες κυρώσεις εγκρίθηκε στη Γερουσία. Η νομοθεσία, που εισήχθη από τον Ρεπουμπλικανό γερουσιαστή Λίντσεϊ Γκράχαμ και τον Δημοκρατικό γερουσιαστή Ρίτσαρντ Μπλούμενταλ και συνυπογράφεται από 81 από τους 100 γερουσιαστές, προβλέπει υψηλούς δασμούς στις εισαγωγές προϊόντων από χώρες που συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο, φυσικό αέριο ή ουράνιο.
Το νομοσχέδιο απολαμβάνει ευρείας στήριξης και στη Βουλή των Αντιπροσώπων, γεγονός που το καθιστά ενδεχομένως ικανό να ξεπεράσει ένα πιθανό βέτο του Τραμπ, απαλλάσσοντάς τον από την ευθύνη της απόφασης έναντι του Κρεμλίνου.