Η South Western Railway, μια σιδηροδρομική εταιρεία στη νοτιοδυτική Αγγλία, επανήλθε υπό δημόσιο έλεγχο, σηματοδοτώντας την πρώτη κίνηση της κυβέρνησης Στάρμερ για την επανεθνικοποίηση των βρετανικών σιδηροδρόμων. Η υπουργός Μεταφορών, Χάιντι Αλεξάντερ, δήλωσε ότι αυτή η αλλαγή σηματοδοτεί μια νέα εποχή για τους σιδηροδρόμους, με στόχο την αποκατάσταση της αξιοπιστίας και τη βελτίωση των υπηρεσιών.
Παρά την αρχική ιδιωτικοποίηση τη δεκαετία του 1990, οι αποτυχίες του συστήματος, όπως οι καθυστερήσεις και οι αυξήσεις τιμών, οδήγησαν σε εκτενείς αντιδράσεις και απαιτήσεις για επιστροφή του τομέα στο Δημόσιο. Η νέα κυβερνητική πολιτική προβλέπει την εθνικοποίηση των σιδηροδρομικών εταιρειών μετά τη λήξη των συμβάσεών τους, με σκοπό τη δημιουργία ενός ενιαίου φορέα, του Great British Railways.
Πιο αναλυτικά
H South Western Railway, σιδηροδρομική εταιρεία στη νοτιοδυτική Αγγλία, είναι η πρώτη που επιστρέφει σήμερα υπό δημόσιο έλεγχο στο πλαίσιο της προσπάθειας της κυβέρνησης Στάρμερ για την επανεθνικοποίηση των βρετανικών σιδηροδρόμων.
Αυτή είναι «μια νέα εποχή για τους σιδηροδρόμους» αναφέρει το βρετανικό υπουργείο Μεταφορών σε δελτίο Τύπου.
«Θα πούμε αντίο σε 30 χρόνια αναποτελεσματικότητας, σπατάλης και απογοήτευσης του επιβατικού κοινού», δήλωσε η υπουργός Μεταφορών Χάιντι Αλεξάντερ κατά τη διάρκεια πρόσφατης επίσκεψης σε αμαξοστάσιο της νότιας Αγγλίας. «Θα προχωρήσουμε με αυτοπεποίθηση προς μια νέα εποχή για τους σιδηροδρόμους», τόνισε.
Η ιδιωτικοποίηση σιδηροδρομικών εταιρειών στη Βρετανία έγινε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 υπό τον συντηρητικό πρωθυπουργό Τζον Μέιτζορ, σε συνέχεια των φιλελεύθερων πολιτικών της Μάργκαρετ Θάτσερ την δεκαετία του 1980.
Παρά τις υποσχέσεις για καλύτερες υπηρεσίες, αυξημένες επενδύσεις και χαμηλότερες κρατικές δαπάνες, το εγχείρημα είχε πυροδοτήσει αντιδράσεις. Καταδικάστηκε από τα συνδικάτα, την αντιπολίτευση, ορισμένους συντηρητικούς και μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης.
Ο αριθμός των επιβατών αυξήθηκε αρχικά, όπως και οι επενδύσεις. Ωστόσο, ένας εκτροχιασμός αμαξοστοιχίας τον Οκτώβριο του 2000, με απολογισμό 4 νεκρούς και 70 τραυματίες, συγκλόνισε την κοινή γνώμη στη Βρετανία. Ακυρώσεις και καθυστερήσεις στα δρομολόγια έχουν γίνει πλέον συνηθισμένες, ενώ επιβάτες έχουν εκφράσει παράπονα για τις αυξημένες τιμές των εισιτηρίων.
Έκτοτε το μεγαλύτερο τμήμα του σιδηροδρομικού δικτύου έχει γίνει ξανά δημόσιο, υπό τη διαχείριση του φορέα Network Rail.
Τέσσερις από τους δεκατέσσερις φορείς εκμετάλλευσης σιδηροδρόμων στην Αγγλία έχουν ήδη τεθεί υπό δημόσιο έλεγχο τα τελευταία χρόνια λόγω χαμηλών επιδόσεων. Αλλά η αρχική ιδέα προέβλεπε να επιστρέψουν σε ιδιωτικά χέρια.
Η κυβέρνηση των Εργατικών, που βρίσκεται στην εξουσία από τον Ιούλιο, ενέκρινε νόμο στα τέλη Νοεμβρίου που προβλέπει την εθνικοποίηση ιδιωτικών φορέων εκμετάλλευσης σιδηροδρόμων μετά τη λήξη των συμβάσεών τους (ή και νωρίτερα ακόμη, σε περίπτωση κακοδιαχείρισης) και την ενσωμάτωσή τους σε έναν νέο φορέα με την ονομασία Great British Railways.
Η αναμονή μέχρι τη λήξη των συμβάσεων επιτρέπει στην κυβέρνηση να αποφύγει την καταβολή αποζημιώσεων στους ιδιωτικούς φορείς εκμετάλλευσης σιδηροδρόμων. Όλες οι συμβάσεις εκπνέουν έως το 2027.
Τα συνδικάτα του κλάδου, τα οποία προχώρησαν σε απεργιακές κινητοποιήσεις τα τελευταία χρόνια υπό την πίεση της κρίσης που προκάλεσε η μείωση της αγοραστικής δύναμης λόγω του πληθωρισμού, χαιρέτισαν την πρωτοβουλία.
«Όλοι στον σιδηροδρομικό τομέα γνωρίζουν πως η ιδιωτικοποίηση (…) δεν έχει λειτουργήσει και εξακολουθεί να μην λειτουργεί», δήλωσε την Πέμπτη ο Μικ Γουίλαν, γενικός γραμματέας του συνδικάτου μηχανοδηγών ASLEF.
Η επιστροφή των σιδηροδρομικών εταιρειών στο Δημόσιο «θα διασφαλίσει ότι οι υπηρεσίες θα έχουν γνώμονα το συμφέρον των επιβατών, όχι των μετόχων», αλλά η επίλυση «διαρθρωτικών προβλημάτων» θα απαιτήσει χρόνο, προειδοποίησε η υπουργός Μεταφορών Χάιντι Αλεξάντερ.
Μετά την εθνικοποίηση της South Western Railway, θα ακολουθήσουν οι c2c στις 20 Ιουλίου και Greater Anglia στις 12 Οκτωβρίου.