Ο Κρις ΛαΤσιβίτα, ο άνθρωπος πίσω από τη νικηφόρα προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ το 2024, αναλαμβάνει τώρα να καθοδηγήσει την πολιτική «ανάσταση» του Σαλί Μπερίσα, του συντηρητικού ηγέτη του Δημοκρατικού Κόμματος της Αλβανίας. Στόχος, σύμφωνα με το Politico, η ανατροπή του πρωθυπουργού Έντι Ράμα στις επικείμενες εθνικές εκλογές της Κυριακής.
«Τα τελευταία δύο χρόνια, ο Κρις ΛαΤσιβίτα συμβούλευσε δύο σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες, σε δύο διαφορετικές χώρες – αυτά τα δύο πρόσωπα είναι ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Σαλί Μπερίσα», δήλωσε στο Politico ο εκπρόσωπος του Δημοκρατικού Κόμματος, Άλφρεντ Λέλα.
Σύμφωνα με τον Λέλα, οι δύο άνδρες έχουν «εντυπωσιακά παρόμοια προφίλ… [ήταν] διωκόμενοι από τα κατεστημένα -εγχώρια και διεθνή-, στοχοποιημένοι από τα συστήματα δικαιοσύνης των χωρών τους και παρουσιάστηκαν ως επικίνδυνοι αουτσάιντερ που πρέπει να εξαλειφθούν από την πολιτική με κάθε κόστος».
Μια αμερικανική καμπάνια στην καρδιά των Βαλκανίων
Σε εκδήλωση νωρίτερα φέτος, ο ΛαΤσιβίτα δήλωσε: «Με μια ακμάζουσα δημοκρατία και αληθινή φιλία με την Αμερική, μπορούμε να ξανακάνουμε σπουδαία την Αλβανία».
Όπως σχολιάζει το Politico, αν και ο ΛαΤσιβίτα δεν απάντησε σε σχετική σειρά ερωτήσεων για τον ρόλο του στην Αλβανία, η εμπλοκή του προσδίδει διεθνές βάρος στην καμπάνια Μπερίσα.
Η πολιτική ανάσταση του «πατέρα» της αλβανικής δημοκρατίας
Ο 80χρονος Σαλί Μπερίσα, καρδιολόγος και ιδρυτικό μέλος της μετακομμουνιστικής δημοκρατίας στην Αλβανία, επανέρχεται στο προσκήνιο έπειτα από μια μακρά περίοδο πολιτικής απομόνωσης.
Η θητεία του έχει στιγματιστεί από κατηγορίες για διαφθορά, οι οποίες κορυφώθηκαν το 2021 με τον αποκλεισμό του από την κυβέρνηση των ΗΠΑ και την επιβολή κατ’ οίκον περιορισμού.
Παρ’ όλα αυτά, το 2024 το αλβανικό δικαστήριο του επέστρεψε τον έλεγχο του Δημοκρατικού Κόμματος, προσφέροντάς του την ευκαιρία να επιστρέψει στην πολιτική σκηνή, απέναντι σε ένα κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα που, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, προηγείται κατά τουλάχιστον 10 μονάδες.
Το Politico σημειώνει ότι το τελικό αποτέλεσμα των επερχόμενων εκλογών παραμένει ανοιχτό, καθώς για πρώτη φορά επιτρέπεται η ψήφος των Αλβανών της διασποράς, ενώ η αξιοπιστία των δημοσκοπήσεων κρίνεται «περιορισμένη».
Στη «μαύρη λίστα» των ΗΠΑ
Το 2021, ο τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, χαρακτήρισε τον Μπερίσα και την οικογένειά του persona non grata, επικαλούμενος «σοβαρή διαφθορά».
Κατηγόρησε τον Μπερίσα για «καταχρήσεις δημόσιων πόρων και παρεμβάσεις σε δημόσιες διαδικασίες… προς ίδιον όφελος και για τον πλουτισμό των πολιτικών του συμμάχων και μελών της οικογένειάς του, εις βάρος της εμπιστοσύνης του αλβανικού λαού στους θεσμούς και τους αξιωματούχους τους».
«Ο κύριος Μπερίσα ζήτησε αποδείξεις, όπως και αρκετοί Αμερικανοί βουλευτές, αλλά ο υπουργός Μπλίνκεν δεν παρουσίασε ποτέ ούτε ένα αποδεικτικό στοιχείο», σχολίασε στο Politico o Λέλα.
Η Αλβανία παραμένει μία από τις πιο φιλοαμερικανικές χώρες στην Ευρώπη, σχολιάζει το Politico, και για πολλούς, η καταδίκη Μπερίσα από την Ουάσιγκτον ισοδυναμούσε με πολιτικό θάνατο.
Όμως, ο ΛαΤσιβίτα δεν φάνηκε να αποθαρρύνεται, καθώς «έχει δηλώσει δημόσια ότι το καθεστώς του Μπερίσα δεν τον απέτρεψε – τον ενέπνευσε. Συμμετείχε σε μια δύσκολη καμπάνια, για ένα κόμμα που προσπαθούσε να ξανασταθεί έπειτα από την πολιτική του εκτέλεση», ανέφερε ο Λέλα.
Ο Έντι Ράμα, η Δύση και ο γαμπρός του Τραμπ
Ο πρωθυπουργός Έντι Ράμα, πρώην δήμαρχος Τιράνων, έχει καλλιεργήσει στενές σχέσεις με τη Δύση. Από συναντήσεις στις Βρυξέλλες, μέχρι τη στρατολόγηση του επικοινωνιολόγου του Τόνι Μπλερ, ο Ράμα επιχείρησε να εμφανιστεί ως ο «αγαπημένος Αλβανός της Δύσης».
Το Politico αποκαλύπτει ότι παραχώρησε στον Τζάρεντ Κούσνερ, γαμπρό του Τραμπ, το σημαντικότερο αναπτυξιακό έργο της σύγχρονης Αλβανίας: μία παραθαλάσσια νησίδα πρώην στρατιωτικής βάσης για 99 έτη και έκταση στο δέλτα του ποταμού Βιόσα.
Σε συνέντευξή του στο Bloomberg, ο Ράμα δήλωσε τον Απρίλιο: «Ο Θεός έσωσε τον Τραμπ» μετά την απόπειρα δολοφονίας του τον Ιούλιο του 2024, «όχι μόνο για να ξανακάνει την Αμερική σπουδαία… [αλλά] και για να ξυπνήσει η Ευρώπη και να συνέλθει».
Οι πολιτικές εντάσεις μεταξύ Μπερίσα και Ράμα κινδυνεύουν να καθυστερήσουν τις φιλοδοξίες ένταξης της Αλβανίας στην ΕΕ, ένα ζήτημα ύψιστης σημασίας για τους ψηφοφόρους.
«Η αντιπαραθετική τους προσέγγιση είναι αυτή που έχει εμποδίσει τη χώρα από το να φτάσει τις δυνατότητές της και να προχωρήσει στην πορεία της για ένταξη στην ΕΕ», σχολίασε στο Politico η Βαλμπόνα Ζενέλι, αναλύτρια στο Atlantic Council.
«Χρειαζόμαστε ένα νέο κύμα ηγετών και κομμάτων, και να πάψουμε να ψηφίζουμε τον αρχηγό του κόμματος αντί για πολιτικές πλατφόρμες», πρόσθεσε.
Η Αλβανία θεωρείται από τις πιο σταθερές χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και από τα φαβορί για ένταξη στην ΕΕ, μαζί με το Μαυροβούνιο. Ο Ράμα έχει δεσμευτεί να επιτύχει την προσχώρηση έως το 2030.
«Αυτό είναι που με ανησυχεί περισσότερο. Αν μετά τις εκλογές, οι διχασμοί στη χώρα συνεχίσουν να καθυστερούν τις μεταρρυθμίσεις και τις πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν επιτέλους να την απεγκλωβίσουν από αυτή τη δεκαετία μακράς μετα-κομμουνιστικής μετάβασης», κατέληξε η Ζενέλι.