Η μελέτη του EIT Urban Mobility αναδεικνύει την περιβαλλοντική επίδραση των ηλεκτρικών οχημάτων, δείχνοντας ότι εκπέμπουν έως και 83% λιγότερη σκόνη φρένων σε σχέση με τα θερμικά, κυρίως λόγω του ανακτητικού φρεναρίσματος. Αν και τα θερμικά αυτοκίνητα έχουν βελτιωθεί, η φθορά από τα φρένα και τα λάστιχα παραμένει σημαντική πηγή ρύπανσης.
Τα υβριδικά οχήματα επίσης μειώνουν τις εκπομπές, αν και σε μικρότερο βαθμό. Οι ηλεκτρικοί αστικοί στόλοι προσφέρουν ακόμη μεγαλύτερα περιβαλλοντικά οφέλη, αλλά η αύξηση των βαριών SUV επιβαρύνει την κατάσταση.
Η ηλεκτροκίνηση είναι ένα σημαντικό εργαλείο, αλλά απαιτείται και συνδυασμός με δημόσιες συγκοινωνίες και ήπιες μορφές μετακίνησης για τη βελτίωση της οικολογικής ισορροπίας.
Πιο αναλυτικά
Όσο η ηλεκτροκίνηση κερδίζει έδαφος τόσο πληθαίνουν οι επιφυλάξεις για το οικολογικό της αποτύπωμα. Κι από νωρίς στο εδώλιο έχουν καθίσει φρένα και λάστιχα.
Αν νομίζατε πως η απουσία εξάτμισης είναι το μόνο πλεονέκτημα, νέα μελέτη αποκαλύπτει κάτι ακόμη πιο εντυπωσιακό: Τα ηλεκτρικά εκπέμπουν πολύ λιγότερη βλαβερή σκόνη φρένων από τα παραδοσιακά -θερμικά. Τα θερμικά αυτοκίνητα έχουν βελτιωθεί σημαντικά όσον αφορά τις εκπομπές από την εξάτμιση, κυρίως χάρη στις αυστηρές ευρωπαϊκές προδιαγραφές Euro και στην πρόοδο στους κινητήρες εσωτερικής καύσης. Ωστόσο, ένα άλλο είδος ρύπανσης παραμένει πιο… ύπουλο και εξίσου επικίνδυνο: Οι εκπομπές που δεν προέρχονται από την εξάτμιση. Πρόκειται για μικροσωματίδια που παράγονται από τη φθορά των υλικών τριβής, των ελαστικών και του οδοστρώματος, τα οποία επιβαρύνουν την ατμόσφαιρα -ειδικά στα αστικά κέντρα.
Η ηλεκτροκίνηση είναι ισχυρό εργαλείο, αλλά όχι η μοναδική απάντηση. Ο συνδυασμός με ΜΜΜ και «ήπιες» μετακινήσεις, μαζί με τεχνολογίες χαμηλής φθοράς μπορούν να κάνουν τη διαφορά
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, νέα μελέτη από το EIT Urban Mobility και τον οργανισμό Transport for London, που πραγματοποιήθηκε σε τρεις ευρωπαϊκές πόλεις (Λονδίνο, Μιλάνο και Βαρκελώνη) με τη συνεργασία των αντίστοιχων μητροπολιτικών δήμων, καταλήγει σε εντυπωσιακό συμπέρασμα: Τα ηλεκτρικά εκπέμπουν έως και 83% λιγότερη σκόνη φρένων σε σχέση με τα θερμικά.
Το μεγάλο πλεονέκτημα; Το ανακτητικό φρενάρισμα. Πρόκειται για το γνωστό σύστημα που ανακτά ενέργεια κατά την επιβράδυνση, φρενάροντας ηλεκτρικά το αυτοκίνητο και μειώνοντας σημαντικά τη χρήση (οπότε και την τριβή) των κλασικών τακακιών.
Διαβάστε όλη τη μελέτη στο συνημμένο αρχείο στο τέλος του άρθρου
Η μελέτη εξετάζει και τα υβριδικά αυτοκίνητα. Εκεί, τα οφέλη είναι μικρότερα αλλά επίσης υπαρκτά: Από 10% έως 48% λιγότερες εκπομπές στα αυτοφορτιζόμενα υβριδικά και έως 66% στα επαναφορτιζόμενα υβριδικά. Παρότι αυτά τα συστήματα κίνησης εξακολουθούν να χρησιμοποιούν κινητήρα εσωτερικής καύσης, η παρουσία ηλεκτρικής υποβοήθησης βελτιώνει τη συνολική απόδοση.
Ένα άλλο σημείο κριτικής για τα EV είναι το βάρος τους, λόγω των μεγάλων μπαταριών. Θεωρητικά, το αυξημένο βάρος συνεπάγεται περισσότερη φθορά στα λάστιχα. Η διαφορά ωστόσο, δεν είναι πάντα δραματική: Για παράδειγμα, ένα Tesla Model 3 είναι μόλις 5% βαρύτερο από μια BMW 3 Series. Η τελική εκτίμηση της μελέτης είναι ότι, ακόμη και λαμβάνοντας υπόψη τη φθορά ελαστικών και οδοστρώματος, τα ηλεκτρικά εξακολουθούν να έχουν 38% μικρότερο αποτύπωμα φθοράς από τα θερμικά οχήματα.
Πέρα από τις ατομικές μετακινήσεις, η μελέτη στρέφει το βλέμμα και στις συλλογικές λύσεις κινητικότητας. Οι ηλεκτρικοί αστικοί στόλοι, όπως τα λεωφορεία και τα ταξί, μπορούν να πολλαπλασιάσουν τα περιβαλλοντικά οφέλη, προσφέροντας έως και πέντε φορές χαμηλότερες εκπομπές που δεν προέρχονται από την εξάτμιση. Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η πραγματική πρόκληση είναι ο υπέρ-εξοπλισμός και η τάση προς τα βαριά SUV, που αυξάνουν το οικολογικό κόστος ανεξαρτήτως τεχνολογίας.
Η ηλεκτροκίνηση είναι, λοιπόν, ένα ισχυρό εργαλείο, αλλά όχι η μοναδική απάντηση. Ο συνδυασμός με μέσα μαζικής μεταφοράς και «ήπιες» μετακινήσεις (πεζή, ποδήλατο κ.ά.), μαζί με τεχνολογίες χαμηλής φθοράς όπως σύνθετα υλικά φρένων και ανθεκτικά λάστιχα, μπορεί να κάνει τη διαφορά. Και το πιο σημαντικό; Δεν είναι πια εικασία. Είναι τεκμηριωμένο.