Η Cadillac Seville, που παρουσιάστηκε το 1975, αποτέλεσε μια επαναστατική αλλαγή στην αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία, εισάγοντας την έννοια της πολυτέλειας σε πιο κομπακτ και οικονομική μορφή. Με μήκος μόλις 5,21 μέτρα και έναν V8 κινητήρα 5,7 λίτρων, η Seville συνδύαζε την αμερικανική παράδοση με ευρωπαϊκές σχεδιαστικές επιρροές, προσφέροντας μια πιο εκλεπτυσμένη και λιτή αισθητική.
Αν και η Cadillac είχε κυριαρχήσει στην αγορά με μεγάλα και σπάταλα μοντέλα, η Seville αποδείχθηκε επιτυχής, με πωλήσεις που άγγιξαν τις 215.659 μονάδες μέχρι το 1979. Η υιοθέτηση τεχνολογιών όπως ο ηλεκτρονικός ψεκασμός και η καινοτόμος σχεδίαση καθόρισαν την κατεύθυνση της Cadillac για τις επόμενες δεκαετίες, κάνοντάς την ένα πολιτισμικό ορόσημο στην αυτοκινητική ιστορία των ΗΠΑ.
Πιο αναλυτικά
Στα μέσα της δεκαετίας του ’70, στα αυτοκίνητα, η πολυτέλεια στην Αμερική συνοψιζόταν σε μια λέξη: «Big». Μεγάλος κινητήρας, μεγάλη ισχύς, μεγάλο μέγεθος, μεγάλη κατανάλωση. Αιφνιδιαστικά, η Cadillac το 1975 έφερε τα πράγματα τούμπα με ένα πιο κόμπακτ, πιο ευέλικτο, πιο οικονομικό μοντέλο. Την Cadillac Seville!
Μια Cadillac… μικρή; Αν είναι δυνατόν! Κι όμως, 5,21 μέτρα «μόνο». Σχεδόν εκλεπτυσμένη. Με πλάτες πιο σφιχτές, με βλέμμα πιο λεπτοδουλεμένο, σχεδόν ευρωπαϊκό. Κι όμως ήταν ακριβότερη από όλες τις υπόλοιπες Cadillac της εποχής, πλην της λιμουζίνας Series 75. Ένα είδος προφανούς παραδοξότητας. Ή μήπως όχι; Στην αυτοκινητική ιστορία της Αμερικής, υπάρχουν μοντέλα που ήρθαν για να διεκδικήσουν, μοντέλα που ήρθαν για να αποδείξουν και μερικά, ελάχιστα, που ήρθαν για να υπενθυμίσουν. Η Cadillac Seville του 1975 ανήκει στην τρίτη κατηγορία.
Η παρακαταθήκη της Cadillac Seville είναι ότι αποτέλεσε πολιτισμικό ορόσημο. Ήταν η πρώτη Cadillac που αποδεχόταν την «ευρωπαϊκή ιδέα» χωρίς να την παρωδεί

Δεν ήταν ένα αυτοκίνητο-επανάσταση με φανφάρες, ούτε ένα νέο τεχνολογικό καμάρι του Detroit. Ήταν όμως μια υπενθύμιση -ότι η πολυτέλεια δεν χρειάζεται υπερβολή. Ότι η αξιοπρέπεια, ακόμα και στην αυτοκίνηση, μπορεί να χωρέσει μέσα σε πέντε μέτρα γυαλιστερής λαμαρίνας. Και ότι η Αμερική, εκείνη η Αμερική του τέλους των ’70s, μπορούσε ακόμη να αφουγκράζεται τον κόσμο γύρω της.
Η δεκαετία του ’70 απετέλεσε μια περίοδο που έφερε το τέλος της αθωότητας στην Αμερική. Και το 1975 ήταν μια χρονιά που κάθε άλλο παρά γεμάτη αυτοπεποίθηση ήταν για τις ΗΠΑ. Η χώρα έβγαινε λαβωμένη από το Βιετνάμ, η σκιά του Watergate πλανιόταν πάνω από τη χώρα και οι ουρές για ανεφοδιασμό στα πρατήρια καυσίμων είχαν γίνει η νέα πραγματικότητα. Τα αμερικανικά αυτοκίνητα ήταν μεγάλα, σπάταλα, υπερφορτωμένα με νίκελ και περιττές ίντσες. Η Cadillac, ως βασίλισσα αυτής της υπερβολής, είχε στον κατάλογο μοντέλα σχεδόν έξι μέτρων, με κινητήρες V8 πάνω από οκτώ λίτρα, που κατανάλωναν αδηφάγα τα γαλόνια της βενζίνης.

Και τότε κάτι συνέβη το 1975. Η Cadillac Seville που φιγουράριζε στις εκθέσεις την 1η Μαΐου προκάλεσε αίσθηση. Πιο κοντή, πιο μαζεμένη, με έναν «σεμνό» V8 5,7 λίτρων, ευρωπαϊκή αύρα και τιμή σχεδόν ίδια με μια Mercedes 450 SEL… Σαν να λέμε: Το λιγότερο είναι περισσότερο -αλλά το πληρώνεις πιο ακριβά. Σε μια αγορά που για δεκαετίες σκεφτόταν σε ίντσες και κυβικά, αυτή ήταν μια επανάσταση αθόρυβη, σχεδόν υπόγεια.
Η ιδέα μιας «ευρωπαϊκής Cadillac» δεν ήταν εντελώς καινούργια. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’60, είχαν υπάρξει προσπάθειες να κατασκευαστεί μια μικρότερη, πιο ευέλικτη μπερλίνα, με αναφορές στη LaSalle, τη μάρκα-δορυφόρο της Cadillac από τα προπολεμικά χρόνια. Με την αμερικανική φίρμα Cadillac να έχει ήδη προσπαθήσει δειλά να συμμαζευτεί μέσα από μοντέλα όπως η Town Sedan και η Park Avenue.
Κι όμως, εκείνες οι προσπάθειες έμοιαζαν με συμβιβασμούς, περισσότερο εσωτερικές ασκήσεις ισορροπίας παρά αληθινές προτάσεις για το κοινό. Οι αριθμοί το αποδείκνυαν: Πωλήσεις κάτω από 4.000 αυτοκίνητα, πειραματισμοί που σβήστηκαν πριν καλά καλά καταγραφούν στη μνήμη των αγοραστών.
Εκεί στην Cadillac όμως άκουγαν τη σιωπή που έλεγε περισσότερα απ’ όσα παραδέχονταν οι αριθμοί: Κατανάλωση, ευελιξία, ευκολία στην οδήγηση. Και μια μερίδα καταναλωτών, κυρίως γυναίκες, που ήθελαν να οδηγούν ένα αυτοκίνητο με το σήμα της Cadillac, αλλά όχι και τον όγκο που αυτό προϋπέθετε.
Και δεν ήταν μόνο αυτό, το ίδιο το σκηνικό είχε αλλάξει. Η πρώτη πετρελαϊκή κρίση είχε ταρακουνήσει τα θεμέλια της «γηραιάς» αυτοκινητικής αυτοκρατορίας. Oι Αμερικανοί οδηγούσαν τις 6μετρες Cadillac περισσότερο από συνήθεια και λιγότερο από περηφάνια. Ταυτόχρονα, οι Mercedes-Benz και οι BMW, με μικρότερο όγκο αλλά με υποδειγματική ποιότητα και οδική συμπεριφορά, άρχισαν να κερδίζουν το ενδιαφέρον της νέας αμερικανικής αστικής τάξης, εκείνης που ήθελε περισσότερα από ένα τρανταχτό έμβλημα στο καπό.

Η ώρα λοιπόν, είχε φτάσει. Το 1971, ο αρχιμηχανικός Robert Templin και ο νέος πρόεδρος της Cadillac, Robert Lund, ταξίδεψαν στην Ευρώπη για να εξετάσουν την περίπτωση χρήσης του Opel Diplomat ως βάσης για το νέο μοντέλο. Ένα αυτοκίνητο που φορούσε V8 και οι διαστάσεις του ήταν παρόμοιες με της Mercedes-Benz W116. Φευ, το δοκίμασαν, το μέτρησαν, το αποσυναρμολόγησαν, οι διαφορές στην κατασκευή όμως ήταν χαώδεις. Και το απέρριψαν!
Η λύση τελικά δόθηκε, αν και με κάποια διστακτικότητα, από την ίδια την General Motors: Η πλατφόρμα Χ των Chevrolet Nova και Pontiac Ventura. Αρχιτεκτονική αναφανδόν κοινότοπη, δηλαδή. Ήταν δυνατόν αυτό το πράμα να γίνει Cadillac; Κι όμως! Χάρη στον μηχανικό Bob Burton, και τη χρήση πρωτοποριακών για την εποχή υπολογιστικών μοντέλων (λογισμικό ανάλυσης Fourier), επιτεύχθηκε σημαντική μείωση κραδασμών και θορύβων.
Ήταν ένα μάθημα για το πώς η τεχνολογία μπορεί να εξαγνίσει το ταπεινότητα. Η Seville δεν θα ήταν απλώς μια Nova με πλουμιστό καβούκι. Ολόκληρο το πάτωμα ανασχεδιάστηκε (και δικαίως μετονομάστηκε σε K-body), τα σημεία στήριξης ενισχύθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν 100 επιταχυνσιόμετρα (!) για να απορροφηθούν οι δονήσεις σε κάθε κρίσιμο σημείο: Εγκατάσταση υδραυλικών αμορτισέρ στην κολόνα του τιμονιού, στους προφυλακτήρες και μεταξύ του αμαξώματος και του μπροστινού υποπλαισίου, με το τελευταίο να στηρίζεται σε ανασχεδιασμένες βάσεις, πρόσθετα στηρίγματα γύρω από το κιβώτιο ταχυτήτων, εμπρός αμορτισέρ τοποθετημένα στους πύργους τους με λαστιχένια μονωτικά, πίσω φύλλα σούστας καλυμμένα με τεφλόν και σταυρός σταθερής ταχύτητας για τον άξονα μετάδοσης. Ουσιαστικά, η Cadillac έφτιαξε το δικό της αυτοκίνητο πάνω σε μια ταπεινή πλατφόρμα που απλώς της έδωσε την αφετηρία.
Το επίσης σημαντικό όμως ήταν αυτό που θα έβλεπε σε πρώτη εικόνα ο υποψήφιος αγοραστής. Έτσι εξελίχτηκε ένας εσωτερικός σχεδιαστικός διαγωνισμός μέσα στην ίδια την Cadillac, μια σχεδόν αντιπαράθεση με κόπο και τριβές, που κατέληξε σε δύο τελείως διαφορετικές προτάσεις: Την LaSalle του Wayne Kady, με ρέουσα γραμμή οροφής και καμπύλες εμπνευσμένες από τη Citroën SM, και η LaScala του Stanley Wilen, με τεθλασμένες γραμμές και σφιχτή σιλουέτα. Η δεύτερη επικράτησε.

Ο επικεφαλής σχεδίασης της GM, Bill Mitchell, επέβαλε και μια δική του εμμονή. Στιλ που το βάφτισε «Sheer Look»: Το σχεδόν κάθετο πίσω κρύσταλλο. Ένα νεύμα στην κομψότητα της Rolls-Royce Silver Shadow, αλλά και ένα κλείσιμο του ματιού στους Αμερικανούς συντηρητικούς που ήθελαν να βλέπουν τη «μαρμάρινη σοβαρότητα» σε μια Cadillac. Και το πρακτικό μέρος που άφηνε μπόλικο αέρα για το κεφάλι των πίσω. Στην πράξη, το σχέδιο ήταν ο προάγγελος της αισθητικής των ’80s: Καθαρό, γωνιώδες, αποφασιστικό.
Εμφανισιακά, η πρώτη Seville ήταν σχεδόν απέριττη. Τόνοι ήπιοι, γραμμές καθαρές, λογικές διαστάσεις. Το εμπρός μέρος ήταν αυστηρό, με διακριτική μάσκα, ενώ το πίσω -με τις κοφτές ακμές και τα κατακόρυφα φανάρια- έφερνε μια παράξενη ηρεμία. Ακόμα και η βινύλ επένδυση της οροφής, ένα τέχνασμα-μακιγιάζ για να κρύψει συγκολλήσεις, έδινε την τελευταία πινελιά. Ήταν ένα αυτοκίνητο που δεν προσπαθούσε να φωνάξει «κοιτάξτε με!», αλλά μάλλον έλεγε «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;». Και ίσως για πρώτη φορά, μια Cadillac μπορούσε να σταθεί με σεμνότητα σε ευρωπαϊκό πάρκινγκ, χωρίς να μοιάζει με εισβολέα.
Η Seville ήρθε εξοπλισμένη με ό,τι καλύτερο είχε να προσφέρει η General Motors: Ηλεκτρονικός ψεκασμός (πρωτιά για αμερικανικό μοντέλο παραγωγής), ηλεκτρικά παράθυρα και καθίσματα, αυτόματος κλιματισμός, αυτόματη ρύθμιση ύψους στην πίσω ανάρτηση, ραδιόφωνο AM/FM, δερμάτινο εσωτερικό και υδραυλικό τιμόνι με αμορτισέρ απορρόφησης κραδασμών.
Το εσωτερικό ήταν συνδυασμός λιτής πολυτέλειας και αναλογικού φετιχισμού. Το ταμπλό δεν είχε καμία διάθεση να μοιάσει σε αεροπλάνο, όπως συνέβαινε τότε. Τα όργανα ήταν ευανάγνωστα, το τιμόνι με χοντρό αφαλό, το κάθισμα οδηγού βαθύ σαν πολυθρόνα. Δεν σε προκαλούσε να την οδηγήσεις -σε καλούσε να τη… συνοδεύσεις.
Για τους μηχανικούς, δεν υπήρχε θέμα χρήσης του μοναδικού κινητήρα που έφτιαχνε η Cadillac το 1975, του V8 με τις 500 κυβικές ίντσες (8,2 lt). Οπότε στράφηκαν προς την Oldsmobile, επιλέγοντας τον V8 των 350 ci (5,7 lt), αλλάζοντας τις πολλαπλές και την τροφοδοσία με ηλεκτρονικό ψεκασμό που εξελίχτηκε για την περίπτωση από την Bendix.
Δυστυχώς, ο EFI θα αποδεικνυόταν ιδιότροπος και αναξιόπιστος στην καθημερινή χρήση. Τους εξοργισμένους ιδιοκτήτες θα αναλάμβαναν να κατευνάσουν μάστορες που αναλάμβαναν να ξαναβάλουν στη θέση τους τα καρμπιρατέρ!
Ο κινητήρας πάντως ανέβηκε στα 182 άλογα από τα 172 του στάνταρ κινητήρα της Oldsmobile. Και τα 373 Nm περνούσαν στο πίσω άξονα μέσω ενός 3τάχυτου αυτόματου κιβωτίου Turbo Hydra-Μatic TH400. Η απόδοση του αναβαθμισμένου μοτέρ δεν ακουγόταν εντυπωσιακή, αλλά ήταν επαρκής για ένα αυτοκίνητο που έβλεπε τον εαυτό του περισσότερο ως σύμβολο κύρους παρά ως εκρηκτικό εργαλείο.
Με την αναβαθμισμένη ανάρτηση δε, η Cadillac προσέφερε κύλιση που συνδύαζε την παραδοσιακή αμερικανική βελούδινη ποιότητα με λίγη παραπάνω ακρίβεια στο στρίψιμο. Κανείς δεν περιμένετε, βέβαια, η Seville να στρίβει όπως οι μεγάλες BMW και Mercedes-Benz. Η Seville δεν ήταν για να ταξιδέψεις στα Rocky Mountains. Ήταν για την 5th Avenue…

Ο ευρωπαϊκός Τύπος της εποχής έκανε ειδική μνεία στην οδική συμπεριφορά, γράφοντας ότι ήταν σαφώς ανώτερη από όλων των μεγάλων αμερικανικών αυτοκινήτων. Με τα φρένα και την οδική συμπεριφορά να υποστηρίζουν τη μάζα και τον όγκο του αυτοκινήτου. Χωρίς ωστόσο να είναι πραγματικά συγκρίσιμα με αυτά μιας Mercedes-Benz ή μιας BMW. Από την άλλη, η Seville ξεπερνούσε τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό της σε ησυχία στην καμπίνα, ευκολία στην οδήγηση και κυρίως σε πολυτελή αξεσουάρ.
Ο εμπορική συγκομιδή του σύντομου 1975 ολοκληρώθηκε με το κοντέρ να γράφει 16.355 πωλήσεις. Επίδοση που ήταν πολύ θετική για τη διοίκηση της GM, η οποία παρακολουθούσε στενά την αντίδραση των Βορειοαμερικανών αγοραστών σε μικρότερα μοντέλα.
Η πρώτη πλήρης εμπορική χρονιά της Seville, το 1976, έκλεισε με 43.772 πωλήσεις, μια επιτυχία που ξάφνιασε ακόμα και την GM. Μέχρι το τέλος της παραγωγής της πρώτης γενιάς το 1979, είχαν κατασκευαστεί 215.659 αυτοκίνητα. Ήταν μια επιτυχία, μα όχι αυτό που ευχόταν η General Motors. Οι Ευρωπαίοι πελάτες δεν κατέφθασαν μαζικά, και το μέσο ηλικιακό προφίλ του αγοραστή ανέβηκε.
Αναμφίβολα το σήμα της Cadillac, το «wreath and crest», δεν μιλούσε ακόμη τη γλώσσα των νεαρών Αμερικανών πόσω μάλλον αυτή της Γηραιάς Ηπείρου. Παρόλα αυτά, σε μια περίοδο αβεβαιότητας και σκεπτικισμού, ήταν ένα σημάδι πως η αμερικανική ελίτ ήταν έτοιμη να συμβιβαστεί με το «λιγότερο». Με την προϋπόθεση ότι αυτό θα σήμαινε ποιότητα, αισθητική και τεχνολογική καινοτομία.
Το 1978 προστέθηκε και η επιλογή ενός κινητήρα ντίζελ. Μια ακόμη πρωτοπορία για την αμερικανική αυτοκινητική ιστορία, αν και όχι επιτυχημένη. Ο ντίζελ των 5,7 λίτρων απέδιδε μόλις 120 άλογα, είχε θέματα αξιοπιστίας, και γρήγορα έγινε συνώνυμο της απογοήτευσης. Αλλά η πρόθεση ήταν εκεί: Η Cadillac έψαχνε τρόπους να μιλήσει σε μια νέα γενιά οδηγών, που εντυπωσιαζόταν λιγότερο από την υπερβολή και ήταν περισσότερο απαιτητική σε ποιότητα και λειτουργικότητα.

Η παρακταθήκη της Seville του 1975-79 είναι ότι αποτέλεσε πολιτισμικό ορόσημο. Ήταν η πρώτη Cadillac που αποδεχόταν την «ευρωπαϊκή ιδέα» χωρίς να την παρωδεί. Πρώτη φορά που η GM δοκίμασε να εφαρμόσει πραγματικό ηλεκτρονικό ψεκασμό σε αυτοκίνητο μαζικής παραγωγής. Πρώτη φορά που σχεδιασμός με «Sheer Look», δηλαδή καθαρές, επίπεδες επιφάνειες με αυστηρή γεωμετρία, θα επηρέαζε τη σχεδιαστική γλώσσα της General Motors για πάνω από μια δεκαετία.
Και κυρίως, ένα από τα πρώτα αμερικανικά πολυτελή αυτοκίνητα που απέκτησαν χαρακτήρα χωρίς να βασίζονται στην υπερβολή. Δεν έλεγε «κοίτα με», έλεγε «κατάλαβέ με».
Το 1980, η δεύτερη γενιά Seville θα τραβήξει ακόμη πιο τολμηρή γραμμή με τον χαρακτηριστικό σχεδιασμό «bustle-back», επηρεασμένο από τις Rolls-Royce του μεσοπολέμου που έντυνε η Hooper & Co. Μια δεύτερη γενιά που ήταν περισσότερο δήλωση παρά συνέχεια της πρώτης. Αλλά εκείνη, η πρώτη Cadillac Seville, παρέμεινε η πιο ισορροπημένη, η πιο ειλικρινής. Κι ήταν ένα στοίχημα. Ένα βλέμμα στο μέλλον που ήρθε πολύ νωρίς για να το αναγνωρίσουν οι πολλοί.
Σήμερα, λίγοι τη θυμούνται. Ίσως διότι δεν φώναξε ποτέ. Ίσως διότι, σε μια εποχή υπερβολής, διάλεξε την αξιοπρέπεια. Κι ίσως τελικά γι’ αυτό ακριβώς να της αξίζει μια δεύτερη ματιά. Του λόγου μου πάντως, αποφάσισα να την τιμήσω στο χρυσό ιωβηλαίο της . Γράφοντας γι’ αυτήν, σήμερα στην επέτειο των 50 χρόνων της. Ήταν άλλωστε παιδικό μου απωθημένο, ούσα από τα αμερικανικά αυτοκίνητα που ως έφηβο με είχαν εντυπωσιάσει βαθιά…
Η Cadillac Seville 1976 σε αριθμούς
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος Βενζινοκίνητος, ατμοσφαιρικός, τετράχρονος, Oldsmobile Rocket V8 350
Θέση Εμπρός, κατά το διάμηκες
Αριθμός κυλίνδρων Οκτώ σε V 90o
Υλικό Χυτοσιδηρός κορμός και κεφαλή
Χωρητικότητα 5.737 cc (350,1 ci)
Διάμετρος x διαδρομή 103,05 x 85,98 mm
Σχέση συμπίεσης 8,0:1
Μέγιστη ισχύς 182 ίπποι PS (SAE νετ) στις 4.400 rpm
Μέγιστη ροπή 373 Νm στις 2.000 rpm
Διάταξη βαλβίδων Επικεφαλής, ένας εκκεντροφόρος οδηγούμενος με καδένα
Σύστημα λίπανσης Υπό πίεση, χωρητικότητα 4,7 lt (με αλλαγή φίλτρου)
Σύστημα ψύξης Υγρόψυκτο, κλειστού κυκλώματος, χωρητικότητα 17,9 lt
Σύστημα τροφοδοσίας Ηλεκτρονικός ψεκασμός Bendix
Ρεζερβουάρ 80 lt
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Αυτόματη, κίνηση στον πίσω άξονα
Κιβώτιο Αυτόματο Turbo Hydra-Μatic TH400, μετατροπέας ροπής, τρεις ταχύτητες + όπισθεν
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Εμπρός Ανεξάρτητοι τροχοί, διπλά ψαλίδια, ελατήρια, τηλεσκοπικά υδραυλικά αμορτισέρ διπλής ενέργειας, αντιστρεπτική ράβδος
Πίσω Άκαμπτος άξονας, διαμήκεις βραχίονες, αντιστρεπτική ράβδος, ημί-ελλειπτικά φύλλα σούστας, τηλεσκοπικά υδραυλικά αμορτισέρ διπλής ενέργειας, αυτόματη ρύθμιση ύψους
ΤΡΟΧΟΙ
Ζάντες Ατσάλινες 6Jx15”
Λάστιχα 78/15B αντίστοιχο 205/75 R15
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός Αεριζόμενα δισκόφρενα 280 mm
Πίσω Ταμπούρα 280 mm
Υποβοήθηση Κενού
Χειρόφρενο Μηχανικό στους πίσω τροχούς
Κύκλωμα Διπλό
ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ
Τύπος Επανακυκλοφορούντα σφαιρίδια, μεταβλητή υδραυλική υποβοήθηση, κολόνα ρυθμιζόμενη σε ύψος και βάθος
Στροφές τιμονιού Από τέρμα σε τέρμα 3,2
Κύκλος στροφής 12,2 m
ΗΛΕΚΤΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Τύπος 12βολτο
Δυναμό 80 amp
ΔΟΜΗ
Τύπος Ατσάλινο αμάξωμα στην αυτοφερόμενη πισωκίνητη πλατφόρμα K-body.
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
Μήκος 5.182 mm
Πλάτος 1.824 mm
Ύψος 1.389 mm
Μεταξόνιο 2.903 mm
Μετατρόχιο εμπρός 1.557 mm
Μετατρόχιο πίσω 1.499 mm
Βάρος 1.950 kg
Πορτμπαγκάζ 360 lt
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
0-100 km/h 12,0”
0-160 km/h 43,9”
0-400 m 18,3” @ 123 km/h
0-1.000 m 33,7” @ 156 km/h
Τελική Ταχύτητα 180 km/h
ΤΙΜΗ
Τιμή 1975 $12.679
Τιμή σήμερα Από $4.300 έως $28.500 (κατάσταση από Fair έως Concours )