Ερευνητές στην Ιταλία ανακάλυψαν ένα χωριό της Εποχής του Χαλκού στον βυθό της λίμνης Mezzano, στη βόρεια Λάτσιο.
Η ομάδα χαρτογράφησε 600 υποθαλάσσιους πασσάλους που στήριζαν τον αρχαίο οικισμό και ανέσυρε πάνω από 25 χάλκινα αντικείμενα, όπως πέλεκεις και αιχμές δοράτων, σε άριστη κατάσταση.
Η μελέτη των πασσάλων αποκαλύπτει τις διακυμάνσεις της στάθμης της λίμνης κατά την εξακοσίων χρόνων κατοίκηση, ενώ η ανακάλυψη μεταλλουργικών εργαστηρίων υποδηλώνει την ύπαρξη προηγμένων τεχνικών δεξιοτήτων.
Τα ευρήματα προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για την καθημερινή ζωή και την αρχιτεκτονική του χωριού.
Πιο αναλυτικά
Ένα χωριό της Εποχής του Χαλκού ανακάλυψαν ερευνητές στην Ιταλία στον βυθό μίας λίμνης.
Μια ομάδα ειδικών καταδύθηκε κάτω από τη λίμνη Mezzano στην Ιταλία — μια μικρή, ηφαιστειογενή λίμνη στη βόρεια Λάτσιο – όπου όχι μόνο χαρτογράφησαν 600 υποθαλάσσιους πασσάλους που κάποτε στήριζαν έναν οικισμό, αλλά ανέσυραν επίσης πάνω από 25 αντικείμενα από έναν χώρο που χρονολογείται μεταξύ του τέλους της Πρώιμης και της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, δηλαδή περίπου την περίοδο απ’ το 1700 έως το 1150 π.Χ.
Το πιο άμεσο αποτέλεσμα αυτής της ερευνητικής εκστρατείας ήταν η χαρτογράφηση περισσότερων από 600 ξύλινων πασσάλων που αναδύονται από τον αργιλώδη πυθμένα — ένα αρχείο που καλύπτει περίπου το ένα τρίτο της γνωστής συνολικής έκτασης του οικισμού. Η μελέτη αυτού του “δάσους” πασσάλων, που οριοθετεί τη δομή του αρχαίου χωριού, θεωρείται θεμελιώδης όχι μόνο για την κατανόηση της αρχιτεκτονικής διάταξης της κατοικημένης περιοχής, αλλά και για την ανασύσταση της καθημερινής ζωής μιας κοινότητας της Εποχής του Χαλκού.
Η ανάλυση της κατανομής και του βάθους των πασσάλων, που κυμαίνεται μεταξύ 10 και 2,5 μέτρων, προσφέρει αδιάσειστες αποδείξεις για τις διακυμάνσεις της στάθμης των νερών της λίμνης στη διάρκεια των σχεδόν εξακοσίων χρόνων κατοίκησης του χώρου.
Μετά από μια μορφοβαθυμετρική αποτύπωση ολόκληρης της λεκάνης της λίμνης, πραγματοποιήθηκε σειρά στοχευμένων στρωματογραφικών τομών, οι οποίες για πρώτη φορά έριξαν φως στις διαδικασίες δημιουργίας του αρχαιολογικού στρώματος.
Οι αρχαιολόγοι επισημαίνουν πως, η απουσία πασσάλων που να προεξέχουν απ’ την επιφάνεια, δεν υποδηλώνει έλλειψη αρχαιολογικών καταλοίπων. Αντιθέτως, αυτά μπορεί να διατηρούνται κάτω από παχιά στρώματα συμπιεσμένου αργίλου που έχουν εναποτεθεί σε πιο πρόσφατες εποχές πάνω σε πυθμένα λίμνης που αρχικά ήταν ανώμαλος, με κοιλότητες και πλαγιές που τώρα είναι κρυμμένες.
Η παρατήρηση του βάθους των πασσάλων υποδηλώνει ότι το τμήμα του οικισμού που τώρα είναι βυθισμένο ακολούθησε δυναμικά τις μεταβολές της στάθμης της λίμνης. Μια υπόθεση που κερδίζει έδαφος αφορά τη διάταξη των υλικών σε οριζόντια — ή πιο σωστά, συγκεντρική – στρωματογραφία: αν και όλα τα αρχαιολογικά υλικά πρέπει να θεωρούνται σε δευτερογενή θέση, έχοντας πέσει ή κυλίσει από μια πιθανή ξύλινη πλατφόρμα που περιστασιακά υπέστη πυρκαγιές, τα παλαιότερα αντικείμενα φαίνεται να βρίσκονται σε βαθύτερες ζώνες, ενώ τα πιο πρόσφατα συγκεντρώνονται σε πιο ρηχές περιοχές.
Το πιο εξαιρετικό εύρημα της εκστρατείας αποτελείται από μια ομάδα πάνω από είκοσι πέντε χάλκινων αντικειμένων μεγάλης ιστορικής σημασίας, ανακτημένων σε άριστη κατάσταση διατήρησης.
Τα αντικείμενα ανακαλύφθηκαν συγκεντρωμένα σε περιοχές που χαρακτηρίζονται απ’ την παρουσία ηφαιστειακών πετρών, ίσως αρχαίων κατολισθήσεων, όπου επίσης έχουν ταυτοποιηθεί πολλοί πάσσαλοι, καλυμμένοι απ’ τις ίδιες πέτρες σχεδόν στο ίδιο μήκος της σημερινής ακτογραμμής της λίμνης.
Ανάμεσα στα μεταλλικά ευρήματα – τα οποία ανάγονται κυρίως στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, μια περίοδο κατά την οποία η παραγωγή χάλκινων αντικειμένων έφτασε στο μέγιστο της τεχνικής δεξιοτεχνίας – είναι πτερυγωτοί πέλεκεις, αιχμές δοράτων, πόρπες, δαχτυλίδια, μια καρφίτσα και ένα δρεπάνι, όλα τους σ’ εξαιρετική κατάσταση διατήρησης, ορισμένα μάλιστα, με τη λάμψη της αρχικής τους δημιουργίας.
Αξιοσημείωτη είναι η ανακάλυψη ενός διάτρητου χάλκινου χαλιναριού με διακόσμηση που απεικονίζει κάποιο ηλιακό σύμβολο. Επίσης, ξεχωριστή είναι η ανακάλυψη θραυσμάτων από χάλκινες ράβδους οι οποίες παραπέμπουν σε διεργασίες τήξης και αποτελούν απτά στοιχεία της πιθανής ύπαρξης μεταλλουργικών εργαστηρίων στο παραλίμνιο χωριό.
Ορισμένα από τα αντικείμενα έχουν φθαρεί απ’ τη φωτιά και ίσως εγκαταλείφθηκαν ανάμεσα στα ερείπια των καμένων, ξύλινων δομών που κάποτε τα στήριζαν.






