Ο Νίκος Παππάς, γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, κατά τη συζήτηση του προσχεδίου του προϋπολογισμού, υποστήριξε ότι οι κυβερνητικές επιλογές επιβαρύνουν την κοινωνία με αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις, ενώ μια μικρή πλειοψηφία υπερπλουσίων απολαμβάνει φοροαπαλλαγές χωρίς να προάγεται η ανάπτυξη. Επισήμανε την αύξηση των εσόδων από ΦΠΑ και την ανισότητα στη φορολογία εισοδημάτων, τονίζοντας ότι η φοροαπαλλαγή των πλουσίων δεν οδηγεί σε επενδύσεις. Ο Παππάς κάλεσε για μια πιο δίκαιη φορολογική πολιτική και έθεσε ερωτήματα στην κυβέρνηση σχετικά με τη διαχείριση των δημόσιων δαπανών και την πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας.
Πιο αναλυτικά
Οι κυβερνητικές επιλογές «οδηγούν την κοινωνία να πληρώνει περισσότερα, μια μικρή πλειοψηφία συμπολιτών μας να απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις της και την Πολιτεία να επιστρέφει όλο και λιγότερα», ανέφερε ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παππάς, κατά τη συζήτηση του προσχεδίου του προϋπολογισμού, στην επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής. Ο βουλευτής αναφέρθηκε στα έσοδα από ΦΠΑ.
«Από το 2021 έως το 2026, οι εισπράξεις από ΦΠΑ αυξάνονται κατά 12 δισ. ευρώ, από 17 δισ. το 2021 σε 29 δισ. το 2026», είπε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, σημειώνοντας ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα «τρέχουν με σχεδόν διπλάσιους ρυθμούς από τους στόχους», στερώντας πόρους από νοικοκυριά και επιχειρήσεις. «Αυτά είναι χρήματα που λείπουν. Δεν γίνονται δαπάνες, δεν γίνονται επενδύσεις, δεν δημιουργούνται θέσεις εργασίας», υπογράμμισε ο Νίκος Παππάς και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι επιλέγει «πολιτικά και κοινωνικά οδυνηρούς τρόπους μείωσης του δημοσίου χρέους».
Ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ μίλησε για προκλητική ανισότητα στη φορολογία εισοδημάτων. «Το 2023, 1.500 συμπολίτες μας με εισοδήματα -ο καθένας- άνω του ενός εκατ. ευρώ, δήλωσαν συνολικά 3,8 δισ. ευρώ έσοδα από μερίσματα, τα οποία φορολογούνται μόλις με 5%. Αν μας κατηγορείτε για λαϊκισμό όταν ζητάμε την επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού στο Δημόσιο, αυτό τι είναι; Ο λαϊκισμός των εκατομμυριούχων;» αναρωτήθηκε, τονίζοντας ότι «οι πολύ πλούσιοι φοροαπαλλάσσονται, χωρίς αυτό να οδηγεί σε αύξηση επενδύσεων».
Όπως σημείωσε, «η Ελλάδα και η Βουλγαρία είμαστε δύο χώρες που έχουμε από τους χαμηλότερους συντελεστές φορολόγησης μερισμάτων και την ίδια στιγμή έχουμε από τα χαμηλότερα ποσοστά επενδύσεων προς ΑΕΠ. Καταρρέει, λοιπόν, το επιχείρημα ότι η φοροαπαλλαγή των “υπερπλουσίων” φέρνει ανάπτυξη».
Για τις επενδύσεις ο κ. Παππάς είπε ότι η κυβέρνηση έπεσε έξω στις προβλέψεις της, καθώς οι επενδύσεις κινήθηκαν πολύ κάτω από τους στόχους της και το 2023 και το 2024 και, όπως όλα δείχνουν, αυτό θα συμβεί και το 2025. Την ίδια ώρα, επισήμανε, η Ελλάδα βρίσκεται στην 21η θέση μεταξύ των 27, ως προς την αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης, ενώ «η ιδιωτική κατανάλωση μειώνεται και η αγοραστική δύναμη των πολιτών βρίσκεται στο 70% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, χαμηλότερα και από τα χρόνια της κρίσης. Είμαστε προτελευταίοι στην ΕΕ».
«Η χώρα χρειάζεται μια κυβέρνηση που να ενώνει την υπευθυνότητα με τη δικαιοσύνη, με στόχο την αποκατάσταση της ισορροπίας στη φορολογία, τη μείωση των έμμεσων φόρων και την ενίσχυση της προοδευτικότητας των άμεσων», ανέφερε ο κ. Παππάς και υπογράμμισε ότι «πρέπει να αξιοποιούνται οι ευρωπαϊκοί πόροι με κριτήρια εγχώριας προστιθέμενης αξίας και να στηρίζονται οι προϋπολογισμοί σε ρεαλιστικές προβλέψεις».
Κλείνοντας την τοποθέτησή του, έθεσε στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης τρία ερωτήματα:
1. Αν προτίθεται η κυβέρνηση να αξιοποιήσει τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας, όπως έκαναν άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ώστε να αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες εντός των δημοσιονομικών κανόνων.
2. Αν η καταγεγραμμένη ανάπτυξη είναι πραγματική ή προϊόν τεχνητής διόγκωσης των αποθεμάτων, όπως αναφέρει σε πρόσφατη ανάλυσή του ο Τάσος Γιαννίτσης.
3. Πώς σχολιάζει η κυβέρνηση τη μεγάλη απόκλιση στα ποσοστά ανεργίας μεταξύ ΕΛΣΤΑΤ και ΔΥΠΑ.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ