Η Σοφία Βόσσου, σε συνέντευξή της στο Youtube, αποκάλυψε ότι γεννήθηκε με συγγενές εξάρθρημα, μια κατάσταση όπου τα πόδια της ήταν εκτός λεκάνης, γεγονός που την ανάγκασε να περάσει τα πρώτα πέντε χρόνια της ζωής της στον γύψο. Αυτό την εμπόδισε να μπουσουλήσει και να τρέξει ως παιδί, κάτι που περιέγραψε ως καταπιεστικό. Η εξάρθρωση είναι μια σοβαρή κάκωση των αρθρώσεων που μπορεί να προκαλέσει πόνο και βλάβες σε συνδέσμους και μύες, και απαιτεί ιατρική παρέμβαση για την ανάταξη των οστών στη θέση τους.
Πιο αναλυτικά
Η Σοφία Βόσσου βρέθηκε στην εκπομπή “Memories of Flavors” στο Youtube, όπου αποκάλυψε το πρόβλημα που αντιμετώπισε όταν γεννήθηκε μέχρι και την ηλικία των 5 ετών.
Η αποκάλυψη της Σοφίας Βόσσου
«Δυσκολεύτηκα ως παιδάκι, διότι γεννήθηκα με συγγενές εξάρθρημα, που σημαίνει ότι τα ποδαράκια μου ήταν βγαλμένα από τη λεκάνη. Τότε δεν τα εξέταζαν τα παιδιά, γιατί θα μπορούσε σε 40 μέρες να έχει κολλήσει αυτό. Δεν το πήραν χαμπάρι και έμεινα πέντε χρόνια στον γύψο. Ως παιδάκι δεν μπουσούλησα, δεν έτρεξα. Από τα 5 μου και μετά απελευθερώθηκα. Αυτό ήταν λίγο καταπιεστικό», ανέφερε χαρακτηριστικά η τραγουδίστρια.
Τι είναι η εξάρθρωση;
Η εξάρθρωση ή εξάρθρημα είναι η μη φυσιολογική απομάκρυνση των αρθρικών επιφανειών. Αποτελεί σοβαρή κάκωση των αρθρώσεων που μπορεί να προκληθεί από ένα σοβαρό ατύχημα. Η εξάρθρωση μπορεί να προκαλέσει βλάβες σε περιβάλλουσες δομές όπως οι σύνδεσμοι, οι τένοντες, οι μύες και τα νεύρα. Οι εξαρθρώσεις είναι πολύ οδυνηρές και η επαναφορά των οστών στη θέση τους (η ανάταξη) πρέπει να γίνεται από ειδικό γιατρό ή χειρουργό.
Οι πιο συνηθισμένες θέσεις όπου παρατηρείται η εξάρθρωση είναι οι ώμοι και τα δάχτυλα, αλλά μπορεί επίσης να παρατηρηθεί στους αγκώνες, στα γόνατα και στα ισχία (γοφοί). Τα συμπτώματα μιας εξάρθρωσης ποικίλλουν ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη θέση του τραυματισμού. Τα συνήθη συμπτώματα περιλαμβάνουν πόνο, πρήξιμο, μώλωπες, αστάθεια της άρθρωσης, απώλεια της ικανότητας κίνησής της, και κάποιες φορές ορατά παραμορφωμένη άρθρωση (το οστό φαίνεται εκτός θέσης). Η διάγνωση μπορεί να πραγματοποιηθεί με την κλινική εξέταση της άρθρωσης, και τη χρήση απεικονιστικών μεθόδων, όπως η ακτινογραφία οστών.