Το 2025, η Γερμανία αναμένεται να καταγράψει αριθμό-ρεκόρ πτωχεύσεων, με περίπου 23.900 επιχειρήσεις να υποβάλλουν αίτηση πτώχευσης, σημειώνοντας αύξηση 8% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Η κρίση πλήττει και τους ιδιώτες, με τις καταναλωτικές πτωχεύσεις να αυξάνονται και τη συνολική ζημιά να εκτιμάται στα 57 δισεκατομμύρια ευρώ.
Οι ειδικοί αποδίδουν την κατάσταση σε παράγοντες όπως το υψηλό κόστος ενέργειας, η κατάρρευση ξένων αγορών και ο ανταγωνισμός από την Κίνα, που ασκούν πίεση στη γερμανική βιομηχανία.
Οι μικρές επιχειρήσεις είναι οι πιο ευάλωτες, αλλά και μεγαλύτερες εταιρείες, όπως αυτές του υγειονομικού κλάδου και της αυτοκινητοβιομηχανίας, αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις.
Συνολικά, το 2025 αναμένεται να σημειωθούν περίπου 130.000 πτωχεύσεις, συμπεριλαμβανομένων ιδιωτών και αυτοαπασχολούμενων.
Πιο αναλυτικά
Ο αριθμός των γερμανικών επιχειρήσεων που οδηγούνται σε πτώχευση φτάνει φέτος στο υψηλότερο επίπεδο από το 2014, με τους ειδικούς να προειδοποιούν ότι «δεν έχουμε φτάσει ακόμη στην κορύφωση» της κρίσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του οργανισμού πιστοληπτικής αξιολόγησης Creditreform, μέχρι το τέλος του 2025 αναμένεται να έχουν υποβάλει αίτηση πτώχευσης περίπου 23.900 εταιρίες, δηλαδή 8% περισσότερες από πέρυσι. Για σύγκριση, το 2014 είχαν κλείσει 24.100 επιχειρήσεις στη χώρα.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Creditreform, Μπερντ Μπούτοφ, δήλωσε στο γερμανικό κανάλι ARD ότι η πιστοληπτική ικανότητα πολλών επιχειρήσεων μειώνεται συνεχώς, ενώ σε πτώχευση αναγκάζονται πλέον και πολλοί ιδιώτες. Όπως ανέφερε, «δεν έχουμε φτάσει ακόμη στην κορύφωση». Ο οικονομολόγος Πάτρικ-Λούντβιχ Χαντς, επίσης από την Creditreform, υπογράμμισε ότι «ο αριθμός των καταναλωτικών πτωχεύσεων σίγουρα θα αυξηθεί» και εκτίμησε πως η συνολική ζημιά από τις αφερεγγυότητες θα φτάσει φέτος τα 57 δισεκατομμύρια ευρώ, με περίπου 285.000 θέσεις εργασίας να χάνονται ή να κινδυνεύουν άμεσα.
Οι αναλυτές της Creditreform αποδίδουν την κατάσταση σε μια σειρά παραγόντων που πιέζουν ασφυκτικά τη γερμανική οικονομία. Το υψηλό κόστος ενέργειας, η κατάρρευση των ξένων αγορών, οι αμερικανικοί δασμοί και ο ανταγωνισμός από την Κίνα έχουν πλήξει τη βιομηχανική παραγωγή και τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να παραμείνουν βιώσιμες. Ο Χαντς τόνισε ότι «δεν υπάρχει κάτι πιο σημαντικό για τη δημιουργία αξίας από τη βιομηχανία» και προειδοποίησε πως «το μηχανοστάσιο της Γερμανίας λειτουργεί υπό τεράστια πίεση», με χαμηλή ζήτηση στην εσωτερική αγορά και αυξανόμενη ανεργία. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, «τα πράγματα παραπαίουν σε ολόκληρη τη γερμανική οικονομία, προβλέπω δυναμικό κύμα χρεοκοπιών».
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, τέσσερις στις πέντε επιχειρήσεις που οδηγούνται σε πτώχευση απασχολούν λιγότερους από 10 εργαζόμενους, ωστόσο μέσα στο 2025 αναμένεται να κλείσουν και δεκάδες μεγαλύτερες εταιρίες. Ανάμεσά τους βρίσκονται επιχειρήσεις του υγειονομικού κλάδου, οι οποίες παρότι δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα ζήτησης, επιβαρύνονται από αυξημένα λειτουργικά έξοδα και δυσκολίες στη χρηματοδότηση. Παρόμοιες πιέσεις δέχονται και εταιρίες υψηλής εξειδίκευσης, ακόμη και παραδοσιακά «αλάνθαστοι» κλάδοι, όπως αυτός της αυτοκινητοβιομηχανίας. Ο Χαντς προειδοποίησε ότι «ο κίνδυνος να δημιουργηθούν μόνιμα κενά σε πολλούς τομείς εξειδίκευσης είναι ορατός και αυτά τα κενά δεν μπορούν να καλυφθούν ούτε με χρήματα ούτε με καλή διάθεση».
Συνολικά, το τρέχον έτος εκτιμάται ότι θα καταγραφούν περίπου 130.000 πτωχεύσεις, εκ των οποίων οι 24.000 θα αφορούν εταιρίες, οι 76.000 ιδιώτες, ενώ οι υπόλοιπες 30.000 περιπτώσεις σχετίζονται με αυτοαπασχολούμενους ή συνεταίρους πτωχευμένων επιχειρήσεων που έχουν καταστεί και οι ίδιοι αφερέγγυοι.






