Ο Ντόναλντ Τραμπ απειλεί με μήνυση δισεκατομμυρίου δολαρίων το BBC, κατηγορώντας το για παραποίηση της ομιλίας του σε ντοκιμαντέρ, που τον παρουσίαζε να υποκινεί βία.
Η διαμάχη ξεκίνησε από το ντοκιμαντέρ "Trump: A Second Chance?" που προβλήθηκε πριν τις προεδρικές εκλογές του 2024, με το BBC να παραδέχεται ότι συνένωσε φράσεις του Τραμπ, δημιουργώντας την εντύπωση ότι ενθάρρυνε ταραχές στο Καπιτώλιο.
Το σκάνδαλο προκάλεσε αναταραχή στο BBC, με παραιτήσεις υψηλόβαθμων στελεχών και κατηγορίες για συντακτική μεροληψία.
Η υπόθεση έχει πολιτικές προεκτάσεις, καθώς το BBC βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση για τη χρηματοδότησή του, ενώ ο Τραμπ εκμεταλλεύεται την ευκαιρία για να επιτεθεί στα μέσα ενημέρωσης.
Πιο αναλυτικά
Ο καβγάς του Ντόναλντ Τραμπ με τα μίντια είναι γνωστός εδώ και χρόνια. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν χάνει ευκαιρία να μιλάει για «fake news» από τα φιλελεύθερα μίντια που δεν τον θέλουν στην εξουσία.
Ήδη έχει μηνύσει το αμερικανικό δίκτυο CBS για ένα επεισόδιο της εκπομπής 60 Minutes και πέτυχε συμφωνία με την οποία το δίκτυο πλήρωσε 16 εκατομμύρια δολάρια στην προεδρική βιβλιοθήκη του Τραμπ. Επίσης κατάθεσε μήνυση εναντίον του δικτύου ABC το οποίο τελικά συμφώνησε να πληρώσει 15 εκατομμύρια δολάρια προκειμένου να λυθεί εξωδικαστικά η υπόθεση.
Αυτή τη φορά σειρά έχει ο βρετανικός δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας BBC, τον οποίο ο Τραμπ απειλεί με μήνυση για το μοντάζ μίας ομιλίας του που τον έκανε να φαίνεται ότι παροτρύνει σε βίαια επεισόδια τους υποστηρικτές του.
Σύμφωνα με το BBC, ο Αμερικανός πρόεδρος έστειλε επιστολή στον ραδιοτηλεοπτικό φορέα και ζητά τρία πράγματα:
- Να εκδώσει αμέσως πλήρη και δίκαιη ανάκληση του ντοκιμαντέρ και όποιων άλλων ψευδών, δυσφημιστικών, υποτιμητικών, παραπλανητικών και προκλητικών δηλώσεων σχετικά με τον Πρόεδρο Τραμπ, με τον ίδιο εμφανή τρόπο με τον οποίο δημοσιεύθηκαν αρχικά.
- Να εκδώσει αμέσως «συγγνώμη» για τις ψευδείς, δυσφημιστικές, υποτιμητικές, παραπλανητικές και προκλητικές δηλώσεις σχετικά με τον Πρόεδρο Τραμπ.
- Να αποζημιώσει κατάλληλα τον Πρόεδρο Τραμπ για τη ζημία που προκλήθηκε.
«Εάν το BBC δεν συμμορφωθεί με τα παραπάνω έως τις 14 Νοεμβρίου 2025, στις 5:00 μ.μ. ο Πρόεδρος Τραμπ δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να επιβάλει τα νόμιμα και δίκαια δικαιώματά του, τα οποία διατηρούνται ρητά και δεν παραιτείται από αυτά, συμπεριλαμβανομένης της άσκησης νομικής δράσης για αποζημίωση τουλάχιστον 1.000.000.000 (ένα δισεκατομμύριο δολάρια) για αποζημίωση», καταλήγει η επιστολή των δικηγόρων του Τραμπ στο BBC.
Σύμφωνα με την βρετανική εφημερίδα Guardian, το σκάνδαλο με το BBC «έδωσε στον Τραμπ μια άλλη ευκαιρία να επιτεθεί στα μέσα ενημέρωσης και να επαναδιαπραγματευτεί τη συμμετοχή του» στα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου 2021.
Πώς ξεκίνησε το σκάνδαλο
Το σκάνδαλο αφορά το ντοκιμαντέρ του BBC Panorama με τίτλο «Trump: A Second Chance?» (Τραμπ: Μια δεύτερη ευκαιρία;). Το ντοκιμαντέρ προβλήθηκε μια εβδομάδα πριν από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2024. Σε αυτό περιλαμβάνονταν τμήματα της ομιλίας που είχε κάνει ο Τραμπ στους υποστηρικτές του λίγο πριν την εισβολή στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου.
Στην ομιλία αυτή, ο Τραμπ είπε σε ένα σημείο: «Θα κατεβούμε στο Καπιτώλιο και θα επευφημήσουμε τους γενναίους γερουσιαστές και βουλευτές μας». Πενήντα λεπτά αργότερα, στην ίδια ομιλία, είπε: «Θα είμαι μαζί σας. Και θα πολεμήσουμε. Θα πολεμήσουμε με όλες μας τις δυνάμεις».
Όπως παραδέχεται το BBC, αυτές οι δύο φράσεις συνενώθηκαν και ο Τραμπ εμφανίστηκε να λέει: «Θα πάμε στο Καπιτώλιο […] και θα είμαι εκεί μαζί σας. Και θα πολεμήσουμε. Θα πολεμήσουμε με όλες μας τις δυνάμεις». Το αποτέλεσμα ήταν να δοθεί η εντύπωση ότι ο Τραμπ υποκίνησε τους υποστηρικτές του σε βία.
Εκείνη την εποχή, ο δημοσιογράφος Μάικλ Πρέσκοτ εργαζόταν ως ανεξάρτητος εξωτερικός σύμβουλος για την επιτροπή του BBC που ασχολείται με τα πρότυπα τα οποία οφείλουν να τηρούν οι εργαζόμενοι στην δουλειά τους.
Όπως ανέφερε η εφημερίδα Guardian, τον διορισμό του Πρέσκοτ είχε υποστηρίξει ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου της BBC, ο Ρόμπερτ Γκιμπ. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος είχε διατελέσει επικεφαλής επικοινωνίας της πρώην Πρωθυπουργού των Συντηρητικών, Τερέσα Μέι και είχε συμβάλει στη δημιουργία του δεξιού τηλεοπτικού σταθμού GB News.
Ο Πρέσκοτ αποχώρησε από το BBC τον Ιούνιο του 2025, αλλά κατά τη διάρκεια της θητείας του έγραψε μια επιστολή στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του BBC. Σε αυτή ζητούσε την προσοχή τους σε προβλήματα «σοβαρής και συστημικής» συντακτικής μεροληψίας εντός του ραδιοτηλεοπτικού φορέα. Μάλιστα αναφερόταν συγκεκριμένα στο μοντάζ της επίμαχης ομιλίας Τραμπ για να υποστηρίξει με παραδείγματα την άποψή του. Σε αυτή την επιστολή έγραφε ότι όταν αυτά τα σφάλματα τέθηκαν υπόψη των υπευθύνων σύνταξης, «αρνήθηκαν να δεχτούν ότι υπήρξε παραβίαση των προτύπων» που ακολουθεί το BBC.
Εκ των έσω η «διαρροή»;
Η επιστολή Πρέσκοτ περιήλθε στην κατοχή της συντηρητικής εφημερίδας Daily Telegraph του Λονδίνου. Στις 3 Νοεμβρίου δημοσίευσε ένα άρθρο που στηριζόταν στην επιστολή με τίτλο: «Αποκλειστικό: Η BBC παραποίησε την ομιλία του Τραμπ, αποκαλύπτει εσωτερική έκθεση». Ο υπότιτλος έγραφε: «Η εταιρεία επεξεργάστηκε το υλικό του προγράμματος Panorama για να φανεί ότι ο πρόεδρος ενθάρρυνε τις ταραχές στο Καπιτώλιο, σύμφωνα με το ντοσιέ του πληροφοριοδότη».
Ο πρώην συντάκτης της Sun και νυν παρουσιαστής του BBC, Ντέιβιντ Γιέλαντ υποστήριξε ότι ο διορισμός Ρόμπερτ Γκιμπ αποτελεί «πραξικόπημα». Ειδικότερα ανέφερε ότι το διοικητικό συμβούλιο του BBC έχει υπονομευθεί και «άτομα που βρίσκονται κοντά σε αυτό έχουν συνεργαστεί με εχθρικούς συντάκτες εφημερίδων, έναν πρώην πρωθυπουργό και εχθρούς της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης».
Δεν είναι γνωστό ποιος ήταν ο πληροφοριοδότης για το ρεπορτάζ της Daily Telegraph. Ωστόσο η χρονική στιγμή κατά την οποία ξέσπασε το σκάνδαλο κάνει αρκετούς να μιλούν για παιχνίδια εξουσίας στην πυραμίδα του BBC.
Αυτή την περίοδο τα ηγετικά στελέχη του BBC πρόκειται να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με την βρετανική κυβέρνηση σχετικά με τη μελλοντική χρηματοδότησή του. Υπάρχουν αρκετοί στην πολιτική σκηνή που διαφωνούν με το γεγονός ότι το BBC χρηματοδοτείται απευθείας από τους Βρετανούς πολίτες και θεωρούν το μοντέλο χρηματοδότησης απαρχαιωμένο μπροστά στα αντίστοιχα των κολοσσών του streaming, όπως η Amazon και το Netflix.
Δημοσιεύματα στον διεθνή Τύπο αφήνουν να εννοηθεί ότι με έναν νέο γενικό διευθυντή και έναν νέο επικεφαλής των ειδήσεων αυτές οι διαπραγματεύσεις θα μπορούσαν να είναι πιο ομαλές. Ο γενικός διευθυντής του BBC, Τιμ Ντέιβι, και η διευθύνουσα σύμβουλος των Ειδήσεων, Ντέμπορα Τέρνες παραιτήθηκαν για το σκάνδαλο και στις επιστολές τους άφησαν να εννοηθεί ότι είναι δική τους απόφαση και δεν ασκήθηκαν πιέσεις.
Βέβαια αρκετοί εκτιμούν ότι είναι πιθανόν ο Λευκός Οίκος να πίεσε στην βρετανική κυβέρνηση για να πέσουν… κεφάλια στο BBC. Eίναι δεδομένο ότι ο Βρετανός πρωθυπουργός, Κιρ Στάρμερ έχει κάνει μεγάλο διπλωματικό αγώνα προκειμένου να προσεγγίσει τον Ντόναλντ Τραμπ και δεν θα ήθελε να επισκιαστούν οι προσπάθειες του από το σκάνδαλο. Η «βασιλική» υποδοχή που επιφύλαξε ο βασιλιάς Κάρολος τον περασμένο Σεπτέμβριο στον Ντόναλντ Τραμπ εντάσσεται σε αυτή τη στρατηγική.
Το παρασκήνιο και ο πανικός στο BBC
Η δημοσιογράφος του BBC, Κέιτι Ραζάλ σε άρθρο της δίνει το παρασκήνιο εντός του BBC μετά τα δημοσιεύματα στον βρετανικό Τύπο και θέτει ένα πολύ ουσιαστικό ερώτημα: Γιατί ο ραδιοτηλεοπτικός φορέας δεν εξέδωσε άμεσα ανακοίνωση για να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις και να περιορίσει το σκάνδαλο πριν οδηγηθεί σε παραιτήσεις;
«Αντ’ αυτού, το BBC άφησε την ιστορία να φουντώσει – και καταλήξαμε σε μια κατάσταση όπου ο Λευκός Οίκος του Τραμπ αποκαλούσε το BBC «fake news» και αυτό είχε κάποια απήχηση» γράφει η δημοσιογράφος.
Επικαλείται πολλές πηγές εντός του BBC που της ανέφεραν ότι μια δήλωση σχετικά με το βίντεο του ντοκιμαντέρ ήταν έτοιμη εδώ και μέρες. Το BBC σχεδίαζε να δηλώσει ότι δεν είχε την πρόθεση να παραπλανήσει το κοινό για την ομιλία του Τραμπ και αφού εξέτασε ξανά το θέμα πιστεύει ότι θα έπρεπε να είχε χρησιμοποιήσει κάποιο είδος λευκού φλας ή σβήσιμο, για να καταστήσει σαφές στο κοινό ότι επρόκειτο για δύο ξεχωριστά μέρη της ομιλίας του Αμερικανού προέδρου.
«Καταλαβαίνω ότι η Ντέμπορα Τέρνες γινόταν όλο και πιο θυμωμένη και απογοητευμένη καθώς περνούσε η εβδομάδα, επειδή το Διοικητικό Συμβούλιο την εμπόδισε να δημοσιεύσει την απολογία», αναφέρει η Κέιτι Ραζάλ.
Τελικά το Διοικητικό Συμβούλιο του BBC αποφάσισε ότι η καλύτερη λύση ήταν να στείλει μια επιστολή στην Επιτροπή Πολιτισμού, Μέσων Ενημέρωσης και Αθλητισμού του βρετανικού κοινοβουλίου.
«Άλλοι μου έχουν πει ότι η κατάσταση δεν είναι τόσο ξεκάθαρη όσο την περιγράφω. Ότι χρειάστηκε κάποιος χρόνος για να αποδεχθούν οι υπεύθυνοι των ειδήσεων ότι το μοντάζ του Panorama ήταν λάθος και ότι έγιναν συζητήσεις από όλες τις πλευρές για το πώς να αντιδράσουν», σημειώνει η δημοσιογράφος.
Ωστόσο πολλοί εντός και εκτός του BBC, σύμφωνα με την Κέιτι Ραζάλ, θεωρούν σοβαρό λάθος το γεγονός ότι το διοικητικό συμβούλιο δεν αντέδρασε άμεσα. Τελικά το διοικητικό συμβούλιο του BBC συνεδρίασε την περασμένη Πέμπτη για να συζητήσει το θέμα. Όπως αποκαλύπτει η Κέιτι Ραζάλ, πηγές ανέφεραν ότι το διοικητικό συμβούλιο σε αυτή την συνεδρίαση κυριολεκτικά «ισοπέδωσε» την Ντέμπορα Τέρνες.






