Το Βρετανικό Μουσείο προκάλεσε αντιδράσεις στην Ελλάδα διοργανώνοντας το πρώτο «Pink Ball» στην αίθουσα Ντιουβίν, όπου εκτίθενται τα Γλυπτά του Παρθενώνα.
Η εκδήλωση, που περιλάμβανε πολυτελές δείπνο και συναυλία, συγκέντρωσε περίπου 800 καλεσμένους, οι οποίοι πλήρωσαν 2.000 λίρες ο καθένας. Παράλληλα, η εκδήλωση παρουσιάστηκε ως προσπάθεια συγκέντρωσης πόρων για το μουσείο.
Η κίνηση αυτή προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια της ελληνικής πλευράς, με την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη και άλλους να καταδικάζουν την επιλογή του χώρου, ενώ το Βρετανικό Μουσείο αρνήθηκε να σχολιάσει περαιτέρω.
Πιο αναλυτικά
Προκλητικές σκηνές εκτυλίχθηκαν το περασμένο Σάββατο στο Βρετανικό Μουσείο. Στην περίφημη αίθουσα Ντιουβίν, εκεί όπου εκτίθενται τα Γλυπτά του Παρθενώνα, το μουσείο έστησε δεξίωση με δείπνο πολυτελείας και ροζ διακόσμηση, στο πλαίσιο του πρώτου «Pink Ball», μιας βραδιάς υψηλής κοινωνίας και λαμπερών καλεσμένων.
Οι καλεσμένοι – περίπου 800 άτομα – κατέβαλαν περίπου 2.000 λίρες ο καθένας, προκειμένου να δειπνήσουν κυριολεκτικά μπροστά στα Γλυπτά του Παρθενώνα. Το γεγονός καταγράφηκε σε μία και μοναδική φωτογραφία την οποία δημοσίευσε η Evening Standard. Η φωτογραφία προέρχεται από ανάρτηση στο Instagram και στη συνέχεια, πιθανόν να αφαιρέθηκε για να αποφευχθούν οι αντιδράσεις. Στα διεθνή φωτογραφικά πρακτορεία δεν υπάρχει επίσημο καρέ από την επίμαχη αίθουσα.
Η επίμαχη φωτογραφία
Το Βρετανικό Μουσείο παρουσίασε τη βραδιά ως «fundraiser», δηλαδή εκδήλωση συγκέντρωσης πόρων, για να ενισχύσει τα διεθνή του προγράμματα και συνεργασίες σε μια περίοδο που η κρατική χρηματοδότηση για τις τέχνες στη Βρετανία βαίνει μειούμενη. Έτσι, κάτω από το γυάλινο θόλο και μέσα στις αίθουσες με τα σπουδαιότερα εκθέματα, στήθηκαν τραπέζια με πολυτελή μενού, ζωντανή μουσική και λαμπερά ντεκόρ σε ροζ αποχρώσεις.
Οι 2.000 λίρες εισιτήριο έδινε πρόσβαση σε δείπνο, συναυλία της Anoushka Shankar και σιωπηλή δημοπρασία.
«Σαν το Met Gala του Λονδίνου»
Βρετανικά μέσα παρομοίασαν το Pink Ball με το αμερικανικό Met Gala, αν και σε μικρότερη κλίμακα. Στα τραπέζια εθεάθησαν πολιτικοί, επιχειρηματίες, καλλιτέχνες και σταρ, από τον Μικ Τζάγκερ μέχρι τη Μάγια Τζάμα και δεν έλειπε και ο Εντ Βέιζι, επικεφαλής της καμπάνιας Parthenon Project για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα.
Οι αντιδράσεις
Η επιλογή του Βρετανικού Μουσείου να χρησιμοποιήσει την αίθουσα όπου φιλοξενούνται τα Γλυπτά του Παρθενώνα για δείπνο υψηλής κοινωνίας προκάλεσε αντιδράσεις στην Ελλάδα, καθώς η Αθήνα διεκδικεί εδώ και δεκαετίες την επιστροφή τους.
Tην έντονη δυσαρέσκειά της για την πρωτοβουλία του Βρετανικού Μουσείου, εξέφρασε και η σύζυγος του πρωθυπουργού, Μαρέβα Γκραμπόφσκι – Μητσοτάκη: «Την ώρα που έχει ξεκινήσει ένας δημόσιος διάλογος για την επανένωση του μνημείου, η απόφαση του Μουσείου να πραγματοποιηθεί η εκδήλωση σε αυτόν τον χώρο ήταν – το λιγότερο – άστοχη».
«Τέτοιες ενέργειες είναι προσβλητικές για τα πολιτιστικά αγαθά και θέτουν σε κίνδυνο τα ίδια τα εκθέματα. Η ασφάλεια, η ακεραιότητα και η ηθική των μνημείων θα έπρεπε να αποτελεί το κύριο μέλημα του Βρετανικού Μουσείου, το οποίο για μια ακόμη φορά επιδεικνύει προκλητική αδιαφορία», δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη.
«Την πάγια τακτική του Βρετανικού Μουσείου να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια και προστασία των γλυπτών του Παρθενώνα με δείπνα και εκδηλώσεις στον χώρο έκθεσης των γλυπτών» καταδίκασε το ΠΑΣΟΚ.
Το Βρετανικό Μουσείο είχε αξιοποιήσει και πέρυσι την αίθουσα όπου εκτίθενται τα Γλυπτά του Παρθενώνα για επίδειξη μόδας, στο πλαίσιο της London Fashion Week, γεγονός που είχε προκαλέσει και τότε ισχυρές αντιδράσεις.
«Σιωπή» από το Βρετανικό Μουσείο
Απαντώντας σε ερώτηση της ΕΡΤ, το Βρετανικό Μουσείο επεσήμανε πως «δεν θα προβεί σε σχόλια» για το θέμα, τονίζοντας όμως ότι η προστασία της συλλογής τίθεται πάνω από καθετί άλλο και ότι όλα τα αιτήματα για χρήση των αιθουσών αξιολογούνται με βάση τους κινδύνους και τον σεβασμό προς τα εκθέματα.
Η πρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, Τζάνετ Σούζμαν, τόνισε πως η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη «δεν έχει άδικο», ενώ χαρακτήρισε το δείπνο «μάλλον προκλητικό», με τα Γλυπτά να υπερέχουν «στην ακινησία και τον συμβολισμό τους» σε σχέση με τους λαμπερούς καλεσμένους.
Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι θα προτιμούσε να γνωρίζει ο «άνθρωπος του δρόμου» την ύπαρξη των Γλυπτών, ακόμη κι αν αυτό συμβεί μέσα από ένα χορό, καταλήγοντας ότι «η δημοσιότητα είναι δημοσιότητα» και ότι σήμερα περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν τα Γλυπτά σε σχέση με χθες.