Η αμερικανική κυβέρνηση βρίσκεται στο χείλος ενός νέου shutdown, καθώς οι διαφωνίες μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο παραμένουν άλυτες.
Ο Ντόναλντ Τραμπ συναντήθηκε με ηγέτες των δύο κομμάτων σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί το κλείσιμο, το οποίο θα μπορούσε να έχει σοβαρές επιπτώσεις σε πολλές κυβερνητικές υπηρεσίες και την οικονομία.
Οι Δημοκρατικοί απαιτούν παράταση των επιδοτήσεων υγείας, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι προτείνουν προσωρινή χρηματοδότηση με έμφαση στην ασφάλεια.
Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία, το shutdown θα μπορούσε να είναι πρωτοφανές, επηρεάζοντας εκατομμύρια πολίτες και προκαλώντας χάος σε τομείς όπως οι μεταφορές και η δημόσια υγεία.
Πιο αναλυτικά
Το «κλείσιμο» της αμερικανικής κυβέρνησης είναι προ των πυλών, καθώς την 1η Οκτωβρίου, πρωί Τετάρτης, το Κογκρέσο θα πρέπει να έχει ξεπεράσει τις σκληρές διαφωνίες μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών. Η κατάσταση θεωρείται κρίσιμη, με το CNN να σημειώνει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δέχθηκε να συναντηθεί την Τρίτη το βράδυ με τον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων Μάικ Τζόνσον, τον Αρχηγό της Πλειοψηφίας στη Γερουσία Τζον Θουν, τον Αρχηγό της Μειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων Χακίμ Τζέφρις και τον Αρχηγό της Μειοψηφίας στη Γερουσία Τσακ Σούμερ.
Μόλις ένα εικοσιτετράωρο νωρίτερα, ωστόσο, ο Τραμπ είχε απορρίψει συνάντηση χαρακτηρίζοντας τις θέσεις των Δημοκρατικών «μη σοβαρές και γελοίες απαιτήσεις». Το αδιέξοδο είναι βαθύ: οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν τον έλεγχο στο Καπιτώλιο, αλλά χρειάζονται τουλάχιστον επτά Δημοκρατικούς στη Γερουσία για να εγκρίνουν το πακέτο δαπανών.
Οι Δημοκρατικοί ζητούν κάθε νομοσχέδιο χρηματοδότησης να περιλαμβάνει παράταση των ενισχυμένων επιδοτήσεων του Νόμου για την Προσιτή Φροντίδα Υγείας, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι προτείνουν επταεβδομαδιαία παράταση χρηματοδότησης με επιπλέον κονδύλια για την ασφάλεια των νομοθετικών, εκτελεστικών και δικαστικών εξουσιών. Αν δεν υπάρξει συμφωνία, το επερχόμενο κλείσιμο θα μπορούσε να καταγραφεί ως πρωτοφανές στην ιστορία των αναστολών λειτουργίας των υπηρεσιών.
Η μακροβιότερη παύση λειτουργίας της κυβέρνησης σημειώθηκε στα τέλη Δεκεμβρίου του 2018, κατά την πρώτη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, και κράτησε 35 ημέρες. Όπως επισημαίνει το CNN, «το υπόμνημα που απειλεί με ευρείας κλίμακας ομοσπονδιακές απολύσεις σε περίπτωση διακοπής λειτουργίας, υποδηλώνει ότι αυτή τη φορά μπορεί να επιχειρούν να κάνουν το κλείσιμο πιο επώδυνο».
Κανονικά, οι υπηρεσίες υποβάλλουν σχέδια έκτακτης ανάγκης με λεπτομέρειες για τις λειτουργίες που θα συνεχιστούν και το προσωπικό που θα παραμείνει, συχνά χωρίς μισθό. Ωστόσο, σε μια ασυνήθιστη κίνηση, η Διεύθυνση Διαχείρισης και Προϋπολογισμού (OMB) δήλωσε ότι δεν έχει λάβει πλήρη και ενημερωμένα σχέδια από όλους τους οργανισμούς.
Το κλείσιμο της κυβέρνησης συνδέεται άμεσα με τον τρόπο που λειτουργεί το αμερικανικό Κογκρέσο. Κάθε οικονομικό έτος, το οποίο ξεκινά την 1η Οκτωβρίου, οι νομοθέτες πρέπει να εγκρίνουν χρηματοδότηση για υπουργεία και υπηρεσίες. Αν δεν ψηφιστεί εγκαίρως το συνολικό πακέτο ή κάποια προσωρινή παράταση, πολλές δραστηριότητες σταματούν μέχρι να εγκριθούν νέα κονδύλια.
Μέχρι στιγμής, το Κογκρέσο δεν έχει εγκρίνει κανένα από τα 12 νομοσχέδια πιστώσεων που συγκροτούν τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, με αποτέλεσμα το πιθανό shutdown να αφορά σχεδόν όλο το φάσμα της κυβέρνησης. Στο παρελθόν, σε αντίστοιχες περιπτώσεις, κάποιες υπηρεσίες εξασφάλιζαν ετήσια χρηματοδότηση και συνέχιζαν να λειτουργούν, ενώ άλλες σταματούσαν. Από το 1980 έχουν σημειωθεί 14 παύσεις λειτουργίας, σύμφωνα με το Bipartisan Policy Center.
Οι συνέπειες τέτοιων αδιεξόδων έχουν αποδειχθεί σοβαρές: καθυστερήσεις στους ελέγχους τροφίμων, ακυρώσεις ακροάσεων για θέματα μετανάστευσης, αναβολές σε δάνεια για αγορά κατοικιών και για μικρές επιχειρήσεις, αλλά και προβλήματα για φοιτητές που χρειάζονται φορολογικά έγγραφα. Το Υπουργείο Γεωργίας είχε προειδοποιήσει σε προηγούμενο shutdown ότι θα μπορούσε να εξασφαλίσει κουπόνια τροφίμων μόνο μέχρι τον Φεβρουάριο.
Ακόμη πιο έντονες είναι οι επιπτώσεις στις μεταφορές. Οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και οι αξιωματικοί της Διοίκησης Ασφάλειας Μεταφορών (TSA) θεωρούνται απαραίτητοι και παραμένουν στις θέσεις τους, όμως εργάζονται χωρίς μισθό. Το 2019, οι ελλείψεις προσωπικού προκάλεσαν σοβαρό χάος στα αεροδρόμια των ΗΠΑ.
Το ερώτημα πλέον είναι αν τα δύο κόμματα θα βρουν τη χρυσή τομή μέσα στις επόμενες ώρες. Διαφορετικά, η Αμερική θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα νέο shutdown, με συνέπειες που θα επηρεάσουν εκατομμύρια πολίτες και την οικονομία.
Πηγή: CNN