Η ετήσια Έκθεση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναλύει την κατάσταση της ελευθερίας του Τύπου στην Ελλάδα το 2024, επισημαίνοντας ότι η κυβέρνηση γενικά σεβάστηκε το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, ενώ δεν υπήρξε λογοκρισία από τις αρχές. Παράλληλα, αναγνωρίζεται η ύπαρξη πιέσεων προς τα μέσα ενημέρωσης από ιδιοκτήτες, με στόχο την αποφυγή δυσάρεστων ειδήσεων. Η Έκθεση αναφέρει επίσης βελτιώσεις στην προστασία των δημοσιογράφων, όπως η λειτουργία της Task Force για την ασφάλεια των δημοσιογράφων και η υιοθέτηση της Οδηγίας για την Ελευθερία των ΜΜΕ, ενώ σημειώνει τη μείωση των καταγγελιών για παρενόχληση δημοσιογράφων.
Πιο αναλυτικά
Διαπιστώσεις για την κατάσταση όσον αφορά στην ελευθερία του Τύπου και στην ελευθερία της έκφρασης στην Ελλάδα το 2024, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, η ετήσια Έκθεση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Το Στέιτ Ντιπάρτμπεντ συντάσσει ξεχωριστή σχετική έκθεση «για όλα τα κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών και για όλες τις χώρες που λαμβάνουν βοήθεια, σύμφωνα με τον Νόμο περί Εξωτερικής Βοήθειας του 1961 και τον Νόμο περί Εμπορίου του 1974», τις οποίες το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ υποβάλλει στο Κογκρέσο (για κάθε κράτος μέλος της ΕΕ και για δεκάδες άλλες χώρες του πλανήτη σε Ευρώπη (Ευρασία), Εγγύς Ανατολή, Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική, Ανατολική Ασία και Ειρηνικό, Νότια και Κεντρική Ασία, Δυτικό ημισφαίριο κ.ά).
Οι εκθέσεις φέρουν ημερομηνία δημοσίευσης την 12η Αυγούστου και όλες έχουν πλέον αναρτηθεί στην επίσημη ιστοσελίδα του Στέιτ Ντιπάρντμεντ.
Συγκεκριμένα, για την ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα, στην Έκθεση γίνεται αναφορά στην πρόβλεψη, κατοχύρωση και προστασία της ελευθερίας της έκφρασης από το Σύνταγμα και στους νόμους της χώρας και σημειώνεται ότι «η κυβέρνηση γενικά σεβόταν αυτό το δικαίωμα» κατά το 2024. Αναγνωρίζει, δε, ότι η Ελλάδα διαθέτει «αποτελεσματική δικαστική εξουσία» και «ένα λειτουργικό δημοκρατικό πολιτικό σύστημα», που συνδυαστικά υποστηρίζουν το δικαίωμα αυτό.
«Η κυβέρνηση δεν λογόκρινε τα μέσα ενημέρωσης», διαπιστώνεται, επίσης, στην ειδική ενότητα «Λογοκρισία από κυβερνήσεις, στρατιωτικούς, υπηρεσίες πληροφοριών ή αστυνομικές δυνάμεις, εγκληματικές ομάδες», της Έκθεσης, σημειώνοντας ότι «τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης έτειναν να μη δημοσιεύουν δυσάρεστες ειδήσεις, τις οποίες ανθρωπιστικές ομάδες απέδωσαν σε πιέσεις από τους ιδιοκτήτες των μέσων ενημέρωσης, σε ανησυχίες για την ασφάλεια ή την εργασιακή ασφάλεια ή για τυχόν ποινική δυσφήμιση».
Οι συντάκτες της Έκθεσης του Στέιτ Ντιπάρντμεντ, αφού αναφέρουν μία υπόθεση, που απερρίφθη από τη Δικαιοσύνη, και άλλη μία υπόθεση σωματικής επίθεσης σε δημοσιογράφο (ονομαστικά) από άγνωστο άτομο -με τη σημείωση ότι την υπόθεση αυτή την είχε καταγγείλει και η ΕΣΗΕΑ- και το ότι εγχώριοι και διεθνείς οργανισμοί κάνουν λόγο για «πιέσεις» σε δημοσιογράφους για να αποφύγουν «την κριτική στην κυβέρνηση ή την αναφορά σκανδάλων», υπογραμμίζουν το περιεχόμενο της τελευταίας έκθεσης για το Κράτος Δικαίου της ΕΕ και τη διαπίστωση της μείωσης των καταγγελιών για παρενόχληση δημοσιογράφων.
Στην Έκθεση για το Κράτος Δικαίου, αλλά και κατά την παρουσίασή της στις Βρυξέλλες, οι επιτελείς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είχαν αναγνωρίσει τη βελτίωση της σχετικής κατάστασης στη χώρα, αναφερόμενοι σε πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης, των αρμόδιων υπουργείων και του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικού εκπροσώπου, Παύλου Μαρινάκη, υπογραμμίζοντας, μεταξύ άλλων, τη λειτουργία της Task Force για την ασφάλεια των δημοσιογράφων, την κατάργηση του αδικήματος της απλής δυσφήμισης, τη σταδιακή ενσωμάτωση περαιτέρω προβλέψεων για τις Slapps, τη δημιουργία παρατηρητηρίου για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων, την αυστηροποίηση των ποινών για επιθέσεις κατά λειτουργών της ενημέρωσης, τη θέσπιση ιδιώνυμου αδικήματος για τις απειλές εναντίον αθλητικογράφων, την ενίσχυση της διαφάνειας μέσω των ρυθμίσεων στα Μητρώα Έντυπου και Ηλεκτρονικού Τύπου κ.ά.
Συγκεκριμένα, στην Έκθεση του Στέιτ Ντιπάρντμεντ γίνεται θετική αναφορά στο ότι «οι εθνικοί πάροχοι υπηρεσιών τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών μέσων έπρεπε να εγγραφούν στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης» και στο ότι «η κυβέρνηση διατηρούσε επίσης μητρώο διαπιστευμένων τοπικών ιστοσελίδων που ήταν υποχρεωμένες να εμφανίζουν την πιστοποίησή τους στην αρχική τους σελίδα», ενώ «ένα παρόμοιο ηλεκτρονικό μητρώο υπήρχε για τον περιφερειακό και τοπικό τύπο».
Επιπλέον, ως θετική ενέργεια χαρακτηρίζεται επίσης και η υιοθέτηση από τη χώρα, τον Μάρτιο του 2024, της Οδηγίας για την Ελευθερία των ΜΜΕ «με στόχο τη διασφάλιση της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης, της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και της συντακτικής ανεξαρτησίας».
Η Έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ (για κάθε χώρα) περιλαμβάνει και ενότητες για τα δικαιώματα των εργαζομένων (ελευθερία του συνδικαλισμού και συλλογικές διαπραγματεύσεις), την ασφάλεια του ατόμου κ.ά.
Πηγή: ΑΠΕ
Συνοπτικά
- Η ετήσια Έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ επισημαίνει ότι η ελευθερία της έκφρασης στην Ελλάδα το 2024 γενικά σεβόταν από την κυβέρνηση χωρίς λογοκρισία.
- Αναγνωρίζονται πιέσεις από ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης για αποφυγή δυσάρεστων ειδήσεων, ενώ σημειώνεται μείωση των καταγγελιών για παρενόχληση δημοσιογράφων.
- Η βελτίωση στην προστασία των δημοσιογράφων περιλαμβάνει τη λειτουργία της Task Force και την υιοθέτηση της Οδηγίας για την Ελευθερία των ΜΜΕ.
- Η Έκθεση υπογραμμίζει τις θετικές πρωτοβουλίες της ελληνικής κυβέρνησης για διαφάνεια και ασφάλεια στον χώρο των μέσων ενημέρωσης.