Το άρθρο των New York Times αναλύει τις προσπάθειες του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να χειραγωγήσει την πληροφόρηση, υπογραμμίζοντας τον αυταρχισμό του.
Ο Τραμπ απέλυσε την επικεφαλής του Γραφείου Στατιστικής Εργασίας επειδή δεν του άρεσαν τα στοιχεία για την απασχόληση, κατηγορώντας τα ως «ψεύτικα» χωρίς αποδείξεις.
Αυτή η κίνηση, σύμφωνα με το άρθρο, θυμίζει πρακτικές αυταρχικών ηγετών όπως οι Σοβιετικοί, οι Κινέζοι και ο Ερντογάν, που καταπνίγουν ανεπιθύμητες πληροφορίες.
Η απόλυση της στατιστικολόγου προκάλεσε αντιδράσεις και από τα δύο πολιτικά στρατόπεδα, καθώς θεωρείται ότι υπονομεύει την επιστημονική ακεραιότητα και την ανεξαρτησία των κρατικών υπηρεσιών.
Πιο αναλυτικά
Ένας παλιός κανόνας στην Ουάσινγκτον λέει πως έχεις δικαίωμα στις δικές σου απόψεις, αλλά όχι στα δικά σου γεγονότα. Ο Πρόεδρος Τραμπ φαίνεται αποφασισμένος να αποδείξει ότι αυτό είναι λάθος, σχολιάζουν οι New York Times.
Ο πόλεμος του Τραμπ ενάντια στα γεγονότα έφτασε σε νέα ύψη την Παρασκευή, όταν απέλυσε έξαλλος την αξιωματούχο του Υπουργείου Εργασίας υπεύθυνη για τη σύνταξη των στατιστικών για την απασχόληση στην Αμερική, επειδή δεν του άρεσε η τελευταία έκθεση για τις θέσεις εργασίας, που έδειχνε ότι η οικονομία δεν τα πηγαίνει τόσο καλά όσο ισχυρίζεται. Ο Τραμπ δήλωσε πως τα νούμερα της ήταν «ψεύτικα». Ποια ήταν η απόδειξή του; «Η άποψή μου». Και η ιστορία που αφηγήθηκε ως απόδειξη ότι εκείνη ήταν πολιτικά προκατειλημμένη; Δεν είχε καμία βάση στην πραγματικότητα.
Οι Σοβιετικοί, οι Κινέζοι και ο Ερντογάν
Το μήνυμα, ωστόσο, ήταν ξεκάθαρο: Οι κρατικοί αξιωματούχοι που εργάζονται με δεδομένα φοβούνται πλέον ότι πρέπει να συμμορφώνονται ή να διακινδυνεύουν τη δουλειά τους. Επιστήμονες καριέρας, αναλυτές πληροφοριών με πολυετή εμπειρία και μη κομματικοί στατιστικολόγοι, που υπηρετούν κάθε πρόεδρο ανεξαρτήτως κόμματος με ουδέτερη πληροφόρηση για ζητήματα όπως τα καιρικά φαινόμενα και η αποτελεσματικότητα των εμβολίων, τώρα αντιμετωπίζουν πίεση, όπως ποτέ άλλοτε, να συμμορφωθούν με την εναλλακτική πραγματικότητα που επιβάλλει ο πρόεδρος και η ομάδα του.
Ο κ. Τραμπ δεν είχε ποτέ ιδιαίτερη σχέση με τα γεγονότα, εφευρίσκοντας συχνά δικούς του αριθμούς, επαναλαμβάνοντας ψεύδη και θεωρίες συνωμοσίας ακόμη και μετά την απόρριψή τους, και υποτιμώντας την ίδια την έννοια της ανεξάρτητης επαλήθευσης. Αλλά οι προσπάθειές του από την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο να επιβάλει την «αλήθεια» του στο υπόλοιπο κράτος έχουν ξεπεράσει εκείνες της πρώτης του θητείας και θυμίζουν ολοένα και περισσότερο σε μελετητές τον τρόπο με τον οποίο αυταρχικοί ηγέτες άλλων χωρών επιχειρούν να ελέγξουν την πληροφόρηση.
Η ιστορία είναι γεμάτη παραδείγματα ηγετών που προσπαθούν να καταπνίξουν ανεπιθύμητες πληροφορίες. Οι Σοβιετικοί αλλοίωναν στοιχεία για να φαίνεται ισχυρότερη η οικονομία τους. Οι Κινέζοι θεωρείται ότι εδώ και καιρό κάνουν το ίδιο. Μόλις τρία χρόνια πριν, ο αυταρχικός ηγέτης της Τουρκίας (σ.σ. ο Ταγίπ Ερντογάν) απέλυσε τον επικεφαλής της στατιστικής υπηρεσίας της χώρας, έπειτα από έκθεση που τεκμηρίωνε εκτίναξη του πληθωρισμού.
Το παρελθόν του Τραμπ
Ο κ. Τραμπ πέρασε μια ζωή προσπαθώντας να επιβάλει τα δικά του “γεγονότα” στους άλλους — είτε λέγοντας πως ο Πύργος Τραμπ έχει δέκα ορόφους παραπάνω απ’ ό,τι έχει στην πραγματικότητα, είτε ισχυριζόμενος πως είναι πιο πλούσιος από όσο είναι. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να μηνύσει τον δημοσιογράφο Τίμοθι Ο’Μπράιεν για 5 δισ. δολάρια επειδή έγραψε ότι η καθαρή του αξία ήταν μικρότερη απ’ ό,τι ισχυριζόταν. Ο μελλοντικός πρόεδρος κατέθεσε τότε πως προσδιορίζει την καθαρή του αξία βάσει… «των συναισθημάτων μου». Η μήνυση απορρίφθηκε.
Η χαλαρή και αυθαίρετη στάση του απέναντι σε αριθμούς και γεγονότα τελικά τον πρόλαβε πέρυσι, όταν κρίθηκε αστικά υπεύθυνος για απάτη σε μια υπόθεση όπου δικαστής διαπίστωσε ότι χρησιμοποίησε τις ετήσιες οικονομικές του καταστάσεις για να εξαπατήσει δανειστές και διέταξε να καταβάλει ποσό που πλέον υπερβαίνει τα 500 εκατομμύρια δολάρια με τους τόκους. Ο Τραμπ έχει ασκήσει έφεση κατά της απόφασης.
Επίσης ο Τραμπ στο παρελθόν άσκησε πίεση σε αξιωματούχους του Υπουργείου Δικαιοσύνης να δηλώσουν ψευδώς ότι έγινε νοθεία στις εκλογές του 2020 και επομένως κάποιος του έκλεψε την νίκη. Του εξήγησαν ότι δεν υπήρχαν αποδείξεις.
Οι επιθέσεις στα γεγονότα
Κατά τη δεύτερη θητεία του, ωστόσο, ο κ. Τραμπ έχει προχωρήσει ακόμη περισσότερο ώστε να επιβάλει τις δικές του «αλήθειες» στο κράτος και να ξεφορτωθεί όποιον στέκεται εμπόδιο. Η Γκρέτσεν Τ. Γκόλντμαν, πρώην σύμβουλος επιστημονικής πολιτικής του προέδρου Τζο Μπάιντεν, δήλωσε ότι υπηρεσίες όπως το Γραφείο Στατιστικής Εργασίας (BLS), του οποίου η διευθύντρια απολύθηκε την Παρασκευή, έχουν σχεδιαστεί ώστε να λειτουργούν πιο ανεξάρτητα για να αποφεύγεται η πολιτικοποίηση της συλλογής και παρουσίασης δεδομένων.
«Η απόλυση του κορυφαίου στατιστικού αξιωματούχου στέλνει σαφές μήνυμα σε όλους στην κυβέρνηση ότι αναμένεται να συμβιβάσουν την επιστημονική ακεραιότητα για να ικανοποιήσουν τον πρόεδρο», είπε. «Αυτό μας οδηγεί σε επικίνδυνη περιοχή, μακριά από μια κυβέρνηση βασισμένη στην πραγματικότητα και υπόλογη στους πολίτες».
Ο κ. Τραμπ και οι σύμμαχοί του επιτέθηκαν στο αμερόληπτο Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου επειδή προέβλεψε ότι η νομοθεσία του για τη φορολογία και τις δαπάνες θα προσθέσει τρισεκατομμύρια στο δημόσιο χρέος, και αντ’ αυτού παρουσίασαν δικά τους νούμερα. Ο κ. Τραμπ χαρακτήρισε το γραφείο «εμπνευσμένο και ελεγχόμενο από τους Δημοκρατικούς», παρόλο που είναι ακομμάτιστο και οι Ρεπουμπλικάνοι είχαν πλειοψηφία και στα δύο σώματα του Κογκρέσου.
Η απόλυση της στατιστικολόγου
Η απόφαση του προέδρου να απολύσει την Έρικα ΜακΈνταρφερ, επίτροπο του Γραφείου Στατιστικής Εργασίας, ήρθε μόλις λίγες ώρες μετά την έκδοση της μηνιαίας έκθεσης που έδειχνε ότι η αύξηση θέσεων εργασίας τον Ιούλιο ήταν η μισή από τον μέσο όρο της προηγούμενης χρονιάς. Το γραφείο επίσης αναθεώρησε προς τα κάτω τις εκτιμήσεις για τις δύο προηγούμενες περιόδους.
Ο κ. Τραμπ αντέδρασε έντονα και διέταξε την απόλυσή της, ισχυριζόμενος στα κοινωνικά δίκτυα ότι τα νούμερα ήταν «ΣΤΗΜΕΝΑ για να φανούν κακοί οι Ρεπουμπλικάνοι και ΕΓΩ». Δεν παρουσίασε καμία απόδειξη, απλώς δήλωσε: «είναι η άποψή μου».
Τόσο Δημοκρατικοί όσο και Ρεπουμπλικάνοι επέκριναν την ενέργεια, περιλαμβανομένου του Γουίλιαμ Μπιτς, επικεφαλής στατιστικών στην πρώτη θητεία Τραμπ, που έγραψε ότι η απόλυση ήταν «εντελώς αβάσιμη» και «δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο».
«Ο Τραμπ αναζητά έναν κόσμο μετά τα γεγονότα (post-factual world), και έχει τριγύρω του κόλακες που δεν τον αμφισβητούν», είπε η Μπάρμπαρα Κόμστοκ, πρώην Ρεπουμπλικανή βουλευτής από τη Βιρτζίνια.
Αλλά, όπως είπε, το να απολύει τον αγγελιοφόρο δεν θα βελτιώσει την οικονομία. «Η πραγματικότητα είναι ότι η οικονομία είναι χειρότερη, και δεν μπορεί να συνεχίσει να λέει ότι είναι καλύτερη», είπε. «Ο Τζο Μπάιντεν το έμαθε: οι άνθρωποι ζουν αυτό που ζουν, όσο κι αν τους λες το αντίθετο.»