Το άρθρο του Guardian αναλύει την πολιτική των δασμών του Ντόναλντ Τραμπ, η οποία αποτελεί απειλή τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά. Παρά τις υποσχέσεις για πολυάριθμες εμπορικές συμφωνίες, λίγες έχουν επιτευχθεί, αφήνοντας πολλές χώρες σε αβεβαιότητα.
Οι δασμοί έχουν αυξήσει τα έσοδα των ΗΠΑ, αλλά η ασάφεια γύρω από τους συντελεστές και η επιβολή τους δημιουργούν αναταραχή στις αγορές.
Η πολιτική αυτή φαίνεται να στοχεύει περισσότερο στην άσκηση πολιτικής επιρροής παρά στην οικονομική ενίσχυση, με τις σχέσεις με την ΕΕ και την Κίνα να παραμένουν τεταμένες.
Η στρατηγική του Τραμπ μπορεί να οδηγήσει σε οικονομικές επιπτώσεις, όπως αύξηση του κόστους αγαθών και επιβράδυνση της ανάπτυξης, κάτι που θα μπορούσε να αλλάξει τη στάση των αγορών και των ψηφοφόρων.
Πιο αναλυτικά
Τον Απρίλιο, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι έχει ήδη συνάψει 200 εμπορικές συμφωνίες. Λίγο αργότερα, η κυβέρνησή του υποσχέθηκε 90 εμπορικές συμφωνίες σε 90 ημέρες. Στη συνέχεια, αυτό μετατράπηκε σε προτεραιότητα 18 συμφωνιών με τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της Αμερικής. Αλλά λίγες ώρες πριν από την μεσονύκτια (ώρα ΗΠΑ) λήξη της προθεσμίας για την επιβολή δασμών, ο Τραμπ έχει ανακοινώσει μόλις 11 εμπορικές συμφωνίες. Οι άλλες χώρες παραμένουν σε αβεβαιότητα, επισημαίνουν σε αναλύσεις τους, το BBC, o Cuardian και το CNN.
Κατά τον Guardian, oι δασμοί και η αβεβαιότητα γύρω από την δασμολογική πολιτική αποτελούν πολιτική και οικονομική απειλή. Οι χώρες που δεν κατάφεραν να συνάψουν συμφωνία, θα πρέπει να περιμένουν σύντομα μια επιστολή από την κυβέρνηση Τραμπ, δήλωσε η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου Καρολίν Λέβιτ. “Οι υπόλοιπες χώρες που είτε δεν έχουν συμφωνία είτε έχουν επιστολή, θα έχουν νέα από αυτή την κυβέρνηση μέχρι την καταληκτική ημερομηνία απόψε τα μεσάνυχτα”, δήλωσε η Λέβιτ.
Ωστόσο, παραμένει ασαφές τι δασμοί θα επιβληθούν στις εισαγωγές αυτών των χωρών στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Ο Τραμπ θα υπογράψει εκτελεστικά διατάγματα σήμερα το απόγευμα ή το βράδυ, τα οποία θα καθορίζουν αυτούς τους νέους δασμούς. Οπότε ναι, την 1η Αυγούστου, θα τεθούν σε ισχύ οι αμοιβαίοι συντελεστές, εκτός εάν υπάρξουν περισσότερες συμφωνίες από τώρα μέχρι τα μεσάνυχτα”, δήλωσε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου.
Αυξημένα έσοδα
Η αμερικανική κυβέρνηση εμμένει ότι οι δασμοί έχουν προσθέσει έσοδα στα αμερικανικά ταμεία και ότι ακόμη περισσότερα χρήματα θα εισρεύσουν στο υπουργείο Οικονομικών καθώς οι δασμολογικοί συντελεστές θα αυξηθούν από την Παρασκευή.
Πάντως ο Τραμπ χορήγησε την Πέμπτη στο Μεξικό αναβολή 90 ημερών για την επιβολή υψηλότερων δασμών και δήλωσε ότι οι δύο χώρες θα προσπαθήσουν να διαπραγματευτούν μια εμπορική συμφωνία.
Αλλά μεγάλο μέρος του υπόλοιπου κόσμου παραμένει σε εκκρεμότητα, καθώς οι χώρες περιμένουν να δουν αν θα τεθούν σε ισχύ οι δασμοί που ο πρόεδρος Τραμπ έχει απειλήσει να επιβάλει και, αν ναι, πόσο θα χρεώσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες τις εισαγωγές.
Όμως, αν και η κυβέρνηση έχει αποκαλύψει ορισμένους δασμολογικούς συντελεστές για τις χώρες στον λογαριασμό του προέδρου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή σε ενημερωτικά δελτία, οι συγκεκριμένοι συντελεστές που θα πρέπει να πληρώσουν οι εισαγωγείς και οι εξαγωγείς για να διακινήσουν αγαθά μέσω των αμερικανικών συνόρων παραμένουν ασαφείς, λίγες μόλις ώρες πριν από την καταληκτική ημερομηνία.
Οι δασμοί λειτουργούν όπως σχεδιάστηκαν από την αρχή
Η προθεσμία της 1ης Αυγούστου του Ντόναλντ Τραμπ για τους δασμούς έκανε ακριβώς αυτό για το οποίο είχε σχεδιαστεί εξαρχής. Κράτησε τις αγορές και τα κράτη σε αναμονή, μέσα σε μια ατμόσφαιρα αβεβαιότητας της τελευταίας στιγμής. Προσπάθησε να επαναβεβαιώσει τη διεθνή ισχύ της οικονομίας των Ηνωμένων Πολιτειών, ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει και να κυριαρχήσει επί κάθε αντιπάλου. Και τοποθέτησε τον Πρόεδρο Τραμπ στο επίκεντρο της επικαιρότητας, εκεί όπου πάντα απαιτεί να βρίσκεται, σχολιάζει το κύριο άρθρο του Guardian.
Τελικά, επιτεύχθηκαν κάποιες συμφωνίες της τελευταίας στιγμής αυτή την εβδομάδα, λίγες εκ των οποίων ήταν δίκαιες ή ορθολογικές από εμπορική άποψη, ενώ οι περισσότερες υπαγορεύτηκαν από την ανάγκη να υπάρξει κάποια εμπορική τάξη. Ορισμένες συγκρούσεις παραμένουν ανοιχτές. Υπήρξαν επίσης νομικές προσφυγές την ύστατη ώρα, που αμφισβητούν ακόμα και το δικαίωμα του προέδρου να διεξάγει τον εμπορικό πόλεμο με αυτόν τον τρόπο.
Ακόμα και τώρα, κανείς —πιθανότατα ούτε και ο ίδιος ο Τραμπ— δεν γνωρίζει αν αυτή είναι η τελική θέση της κυβέρνησής του όσον αφορά τους δασμούς των ΗΠΑ. Πιθανότατα όχι. Κι αυτό γιατί η αγάπη του Τραμπ για τους δασμούς έχει να κάνει περισσότερο με την άσκηση πολιτικής επιρροής παρά με την οικονομική δύναμη.
Η συμφωνία με την ΕΕ
Η αντιπάθειά του προς την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα παράδειγμα. Η συμφωνία που υπέγραψε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στη Σκωτία το προηγούμενο Σαββατοκύριακο υπογραμμίζει ότι οι φιλοδοξίες της ΕΕ να γίνει παγκόσμια οικονομική υπερδύναμη υπερβαίνουν την πραγματική της ισχύ.
Η ΕΕ δεν κατάφερε να αποτρέψει τον Τραμπ από το να καταστήσει τα ευρωπαϊκά προϊόντα κατά 15% ακριβότερα στην αμερικανική αγορά. Ούτε μπόρεσε να εμποδίσει τον Τραμπ από το να πετύχει την άρση των ευρωπαϊκών δασμών επί των αμερικανικών προϊόντων.
Το ίδιο εύγλωττη ως προς την παγκόσμια ισορροπία της οικονομικής ισχύος είναι και η αδυναμία του Τραμπ να αναγκάσει την Κίνα να υποχωρήσει, όπως συνέβη με την ΕΕ. Η Κίνα αντέδρασε επιθετικά στις απειλές του Τραμπ για δασμούς, επιβάλλοντας αντίποινα και μπλοκάροντας τις πωλήσεις πρώτων υλών, μεταξύ αυτών και σπάνιων γαιών, που είναι ιδιαίτερα επιθυμητές από τις ΗΠΑ.
Όπως ήταν αναμενόμενο, αυτή η αντιπαράθεση δεν κατέληξε σε καμία από τις λεγόμενες “συμφωνίες” του Τραμπ. Η προθεσμία της Παρασκευής, για την Κίνα, μετατέθηκε για αργότερα μέσα στον μήνα. Δεν θα αποτελούσε έκπληξη αν τελικά αναβληθεί και άλλο.
Γιατί επιβάλλει δασμούς ο Τραμπ
Ο Τραμπ δεν επιβάλλει δασμούς στον υπόλοιπο κόσμο για να προωθήσει το παγκόσμιο εμπόριο ή καν για να ενισχύσει την οικονομία των ΗΠΑ. Το κάνει, εν μέρει, επειδή το Κογκρέσο του έχει εκχωρήσει αυτή την εξουσία, επιτρέποντάς του να επιβάλει ή να άρει δασμούς κατά βούληση. Χρησιμοποιεί αυτή την εξουσία για πολλούς σκοπούς. Αυτοί περιλαμβάνουν την αύξηση των δημοσίων εσόδων χωρίς έλεγχο από το Κογκρέσο και επίσης (επειδή οι δασμοί είναι φορολογικά παλινδρομικοί περιλαμβάνουν και) την μετατόπιση του φορολογικού βάρους από τους πολύ πλούσιους, όπως ο ίδιος, προς τη μεσαία και εργατική τάξη.
Ωστόσο, η οικονομία έρχεται αρκετά χαμηλά στη λίστα των λόγων για τους οποίους ο Τραμπ χρησιμοποιεί το “όπλο” των δασμών διεθνώς. Οι συνομιλίες των ΗΠΑ με τη Βραζιλία —με την οποία οι ΗΠΑ έχουν εμπορικό πλεόνασμα, όχι έλλειμμα— «αλώθηκαν» από τη δυσαρέσκεια του Τραμπ για τη δίωξη του πρώην προέδρου της χώρας, Ζαΐρ Μπολσονάρου, επειδή αυτός αποπειράθηκε να ανατρέψει το εκλογικό αποτέλεσμα του 2022.
Οι συνομιλίες με την Ινδία βρίσκονται σε αδιέξοδο, επειδή ο Τραμπ θέλει να τιμωρήσει το Νέο Δελχί για την αγορά ενέργειας και όπλων από τη Ρωσία. Οι διαπραγματεύσεις με τον Καναδά έχουν πληγεί λόγω της αντίθεσης του Τραμπ στο σχέδιο της Οτάβας να αναγνωρίσει την Παλαιστίνη.
Το τελικό τεστ αυτής της πολιτικής, ωστόσο, θα είναι πράγματι οικονομικό. Προς το παρόν, οι χρηματαγορές φαίνεται να έχουν αποφασίσει ότι οι δασμοί του Τραμπ είναι διαχειρίσιμοι. Αν όμως αυτοί οδηγήσουν σε αύξηση του κόστους αγαθών στις αμερικανικές αγορές, επιβράδυνση της ανάπτυξης και ενίσχυση του πληθωρισμού —κάτι που είναι πιθανό— τότε η αντίδραση των αγορών ενδέχεται να αλλάξει γρήγορα. Σε μια τέτοια περίπτωση, ακόμη και η διάθεση των Αμερικανών ψηφοφόρων μπορεί να μεταστραφεί.
Συνοπτικά
- Η πολιτική δασμών του Τραμπ θεωρείται πολιτική και οικονομική απειλή, με λίγες εμπορικές συμφωνίες να έχουν επιτευχθεί, προκαλώντας αβεβαιότητα.
- Οι δασμοί έχουν αυξήσει τα έσοδα των ΗΠΑ, αλλά η ασάφεια ως προς τους συντελεστές δημιουργεί αναταραχή στις αγορές.
- Η στρατηγική του Τραμπ στοχεύει περισσότερο στην πολιτική επιρροή παρά στην οικονομική ενίσχυση, με τεταμένες σχέσεις με την ΕΕ και την Κίνα.
- Η πολιτική δασμών μπορεί να οδηγήσει σε οικονομικές επιπτώσεις, όπως αύξηση κόστους αγαθών και επιβράδυνση ανάπτυξης, επηρεάζοντας αγορές και ψηφοφόρους.