Το άρθρο της New York Times αναλύει την κατάσταση στο Ιράν μετά τον πρόσφατο 12ήμερο πόλεμο με το Ισραήλ, τονίζοντας ότι, αν και το καθεστώς δεν κατέρρευσε, βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Η Ισλαμική Δημοκρατία συνεχίζει να επιβιώνει, αλλά με σοβαρές προκλήσεις και περιορισμένες επιλογές, καθώς η οικονομία καταρρέει και οι εσωτερικές εντάσεις αυξάνονται.
Ο ανώτατος ηγέτης Αλί Χαμενεΐ δηλώνει νικητής, ενώ η κυβέρνηση αντιμετωπίζει αμφισβητήσεις και απαιτήσεις για μεταρρυθμίσεις. Η κατάσταση παραμένει τεταμένη, με την κοινωνία να αναζητά μια ισορροπία ανάμεσα σε θεοκρατία και κοσμικότητα, ενώ οι κίνδυνοι για περαιτέρω καταστολή είναι αυξημένοι.
Πιο αναλυτικά
Ο πόλεμος μεταξύ Ιράν και Ισραήλ δεν οδήγησε στην κατάρρευση του ιρανικού καθεστώτος, ωστόσο, σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές, μπορεί να σηματοδοτήσει το τέλος μιας εποχής. Η Ισλαμική Δημοκρατία συνεχίζει να επιβιώνει, αν και με δυσκολία, μετά τη 12ήμερη σύγκρουση. Ποια θα είναι όμως η πορεία της χώρας από εδώ και στο εξής; Οι προκλήσεις είναι πολλές και οι επιλογές περιορισμένες, καθώς η χώρα βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι και η επόμενη περίοδος θα δείξει αν η Ισλαμική Δημοκρατία θα καταφέρει να σταθεροποιηθεί ή αν θα οδηγηθεί σε βαθύτερη κρίση.
«Η Ροξάνα Σαμπέρι ένιωσε σαν να είχε επιστρέψει πίσω στα κελιά της Τεχεράνης. Καθώς παρακολουθούσε τον βομβαρδισμό των ισραηλινών δυνάμεων στη φυλακή Έβιν – τον διαβόητο κράτησης που βρίσκεται στην καρδιά της πολιτικής καταστολής στο Ιράν – ανατρίχιασε με τις αναμνήσεις της από την απομόνωση, τις αδιάκοπες ανακρίσεις, τις κατασκευασμένες κατηγορίες για κατασκοπεία και τη δίκη-παρωδία κατά τη διάρκεια της 100ήμερης φυλάκισής της το 2009.
Όπως και πολλοί Ιρανοί της διασποράς αλλά και εντός της χώρας, η κ.Σαμπέρι δίσταζε, διχασμένη ανάμεσα στα όνειρά της για την κατάρρευση του καθεστώτος – που θα απελευθέρωνε την τεράστια δυναμική της χώρας – και στην ανησυχία της για την οικογένεια και τους φίλους της, καθώς οι θάνατοι αμάχων αυξάνονταν. Η λαχτάρα για απελευθέρωση συγκρουόταν με την επιθυμία για κατάπαυση του πυρός», αναφέρουν σε ανάλυσή τους οι NY Times και ο αρθρογράφος Ρότζερ Κοέν, ο οποίος είναι ο επικεφαλής του γραφείου των Times στο Παρίσι.
«Για μια στιγμή, φαντάστηκα ότι θα έβλεπα ξανά το Ιράν στη διάρκεια της ζωής μου», είπε η κ. Σαμπέρι, 48 ετών, Ιρανο-Αμερικανίδα συγγραφέας που έχει κάνει ένα διάλειμμα από τη δημοσιογραφική της καριέρα. «Σκέφτηκα επίσης πόσο γελοίο είναι το γεγονός ότι η Ισλαμική Δημοκρατία σπατάλησε δεκαετίες κατηγορώντας χιλιάδες υπέρμαχους των δικαιωμάτων των γυναικών, αντιφρονούντες και άλλους ως κατασκόπους, ενώ δεν μπόρεσε να εντοπίσει τους πραγματικούς κατασκόπους».
Αυτοί οι κατάσκοποι, κυρίως από την ισραηλινή υπηρεσία εξωτερικών πληροφοριών Μοσάντ, είχαν διεισδύσει στα υψηλότερα πολιτικά και στρατιωτικά κλιμάκια του Ιράν. Το ερώτημα τώρα, σημειώνουν οι NY Times, είναι τι θα κάνει μια κλονισμένη Ισλαμική Δημοκρατία, που βρίσκεται σε σοβαρή οικονομική κρίση, με αυτό που ο πρόεδρος Μασούντ Πεζεσκιάν – που θεωρείται μετριοπαθής – χαρακτήρισε ως «χρυσή ευκαιρία για αλλαγή».
Περίοδος ακραίου κινδύνου για το Ιράν
Αυτή η στιγμή είναι ταυτόχρονα και περίοδος ακραίου, ακόμη και υπαρξιακού κινδύνου, λόγω του 12ήμερου πολέμου Ισραήλ–Ιράν, στον οποίο συμμετείχαν για λίγο και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Η στρατιωτική επιχείρηση φλέρταρε με την ιδέα της ανατροπής του θεοκρατικού καθεστώτος που έχει κάνει τον εμπλουτισμό ουρανίου σύμβολο της εθνικής υπερηφάνειας του Ιράν, αλλά σταμάτησε προτού σκοτώσει τον αγιατολά Αλί Χαμενεΐ, τον 86χρονο ανώτατο ηγέτη του Ιράν – παρότι ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, είχε δηλώσει πως ο θάνατος του αγιατολά θα «τερμάτιζε τη σύγκρουση». Η 46χρονη Ισλαμική Δημοκρατία συνεχίζει να σέρνεται.
Συνεχίζει παρά την κατάρρευση του «άξονα αντίστασης» της – που είχε οικοδομηθεί με τεράστιες οικονομικές δαπάνες μέσω της χρηματοδότησης αντιδυτικών αντιπροσώπων από τον Λίβανο έως την Υεμένη. Συνεχίζει παρά τους καταστροφικούς βομβαρδισμούς των επίσης πανάκριβων πυρηνικών εγκαταστάσεων, που ποτέ δεν παρήγαγαν πυρηνική βόμβα – ούτε καν αρκετή ενέργεια για να ανάψει μια λάμπα. Συνεχίζει παρά την ταπείνωση της παράδοσης του ελέγχου του εναέριου χώρου της χώρας στους εχθρούς της.

Κι όμως, ο κ. Χαμενεΐ, ως θεματοφύλακας της θεοκρατικής, αντιδυτικής επανάστασης που επικράτησε το 1979, θεωρεί τον εαυτό του νικητή. «Η Ισλαμική Δημοκρατία νίκησε», δήλωσε την Πέμπτη σε ένα βίντεο που μεταδόθηκε από μυστική τοποθεσία, βάζοντας τέλος στις φήμες περί θανάτου του.
Το παιχνίδι της επιβίωσής του, βασισμένο εν μέρει στην σύνεση και τη στρατηγική υπομονή, αντιμετωπίζει τώρα τη μεγαλύτερη δοκιμασία στα 36 χρόνια που βρίσκεται στην εξουσία.
«Για να καταλάβει κανείς το Ιράν, τον Χαμενεΐ και τους ανθρώπους γύρω του, πρέπει να καταλάβει ότι η επιβίωση της Ισλαμικής Δημοκρατίας είναι πάντα μια νίκη», δήλωσε η Σανάμ Βακίλ, διευθύντρια του προγράμματος Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής στο think tank Chatham House στο Λονδίνο.
Το Ιράν σε σταυροδρόμι
Ήδη, είναι εμφανείς οι εντάσεις γύρω από το πώς θα αντιμετωπιστεί η κρίση που προκάλεσε ο πόλεμος. Ο πρόεδρος Πεζεσκιάν φαίνεται να τάσσεται υπέρ ενός φιλελεύθερου επαναπροσδιορισμού, με στόχο την αποκατάσταση των σχέσεων με τη Δύση μέσω μιας πιθανής πυρηνικής συμφωνίας. Τις τελευταίες ημέρες έχει μιλήσει για «μια ευκαιρία να αλλάξουμε τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη διακυβέρνηση».
«Δεν ήταν σαφές τι ακριβώς εννοούσε, αλλά πολλοί στο Ιράν επιθυμούν την ενίσχυση των αιρετών θεσμών και τη μετατροπή του ανώτατου ηγέτη σε περισσότερο συμβολική μορφή, παρά σε απόλυτη πηγή εξουσίας.
Οραματίζονται μια Ισλαμική Δημοκρατία που θα είναι περισσότερο δημοκρατία παρά θεοκρατία, όπου οι γυναίκες θα έχουν πιο ισχυρό ρόλο και η νεότερη γενιά δεν θα αισθάνεται καταπιεσμένη από ένα γεροντοκρατικό θεολογικό σύστημα», τονίζουν οι NY Times.
Ο κ. Χαμενεΐ επέμεινε ότι η επίθεση του Ισραήλ και των Ηνωμένων Πολιτειών στις πυρηνικές εγκαταστάσεις «δεν πέτυχε κάτι σημαντικό». Ωστόσο, ο Υπουργός Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί φάνηκε να αμφισβητεί αυτήν την άποψη, δηλώνοντας την Πέμπτη ότι οι πυρηνικές εγκαταστάσεις της χώρας υπέστησαν «σημαντικές και σοβαρές ζημιές».
«Οι σκληροπυρηνικοί θεωρούν οποιαδήποτε ένδειξη διχασμού ως προειδοποιητικό σήμα κινδύνου. Πιστεύουν πως κάθε υποχώρηση προμηνύει κατάρρευση. Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, 69 χρόνια μετά την ίδρυσή της, καθώς και οι «έγχρωμες επαναστάσεις» που έφεραν τη δυτική δημοκρατία σε πρώην σοβιετικά κράτη, επηρέασαν βαθιά τον κ. Χαμενεΐ και το περιβάλλον του.
Διατηρούν έντονες επιφυλάξεις για οποιαδήποτε πυρηνική συμφωνία και είναι απόλυτοι στο ότι το Ιράν πρέπει να διατηρήσει το δικαίωμα εμπλουτισμού ουρανίου στο έδαφός του, κάτι που το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν απαράδεκτο. Έχουν επίσης ισχυρή εκπροσώπηση στον πιο ισχυρό θεσμό της χώρας: το Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης», αναφέρει ο αρθρογράφος Ρότζερ Κοέν.
Οι Φρουροί αριθμούν από 150.000 έως 190.000 μέλη, σύμφωνα με τη Σανάμ Βακίλ. Ελέγχουν τεράστια τμήματα της οικονομίας και έχουν μεγάλο συμφέρον στη διατήρηση του καθεστώτος. Αποτελούν το είδος του θεσμικού «μαξιλαριού» που δεν είχε στη διάθεσή του ο πρόεδρος Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία πριν από την πτώση του, πέρυσι.
Ήδη, όπως και το 2009, όταν μια μαζική εξέγερση απείλησε να ανατρέψει την Ισλαμική Δημοκρατία, το Ιράν έχει ξεκινήσει ένα κύμα καταστολής με εκατοντάδες συλλήψεις, τουλάχιστον τρεις εκτελέσεις και την ανάπτυξη των Φρουρών της Επανάστασης και της πολιτοφυλακής Μπασίτζ σε κουρδικές και άλλες ταραγμένες περιοχές.

Οι Ιρανοί έχουν ξαναδεί αυτό το έργο. Κάποιοι αναρωτιούνται ποιο ήταν το νόημα του πολέμου, αν πρόκειται να υποστούν ακόμη ένα κύμα καταστολής.
«Ο λαός θέλει να μάθει ποιος ευθύνεται για τις πολλαπλές ήττες, αλλά δεν υπάρχει κανένας ηγέτης να σταθεί απέναντι στο καθεστώς», δήλωσε ο Αμπντουλχάλεκ Αμπντουλλά, εξέχων πολιτικός επιστήμονας στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. «Μια αδύναμη Ισλαμική Δημοκρατία θα μπορούσε να επιβιώσει για τέσσερα ή πέντε ακόμη χρόνια.»
Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο Χαμενεΐ
Η αδυναμία αυτή μοιάζει βαθιά. Η «νίκη» που διατείνεται ο Χαμενεΐ δεν μπορεί να κρύψει το γεγονός ότι το Ιράν είναι πλέον ένα κράτος με σχεδόν μηδενική αποτρεπτική ισχύ.
«Φαντάζομαι ότι βαθιά στο καταφύγιό του, η πρώτη προτεραιότητα του Χαμενεΐ θα πρέπει να είναι το πώς θα ξαναχτίσει μια αποτροπή που στηριζόταν στο πυρηνικό πρόγραμμα, στο πρόγραμμα πυραύλων και στους ένοπλους συμμάχους του. Όλα αυτά τώρα έχουν διαλυθεί», δήλωσε ο Τζέφρι Φέλτμαν, επισκέπτης ερευνητής στο Brookings Institution στην Ουάσιγκτον και, ως αναπληρωτής γενικός γραμματέας του ΟΗΕ για πολιτικές υποθέσεις το 2012, ένας από τους λίγους Αμερικανούς που είχαν συναντήσει τον ανώτατο ηγέτη του Ιράν.
«Ο Χαμενεΐ είχε εμμονή με την ψευδολογία και την επιθετικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών», αναφέρει ο Φέλτμαν. Όπως λέει το βλέμμα του ήταν ευγενικό, όμως όταν μιλούσε, με έναν ήρεμο και μονότονο τόνο, τα λόγια του κάθε άλλο παρά ευγενικά ήταν.
Ο Αγιουλάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί, ο προκάτοχος του κ. Χαμενεΐ, υποσχέθηκε ελευθερία όταν ήρθε στην εξουσία κατά την επανάσταση του 1979 που ανέτρεψε έναν σάχη που θεωρούνταν πιόνι του κοσμικού και εκφυλισμένου Δυτικού κόσμου. Ωστόσο, αυτό δεν επετεύχθη. Σύντομα ξέσπασαν εντάσεις ανάμεσα σε εκείνους που είχαν αγωνιστεί για τη δημοκρατία και σε εκείνους για τους οποίους η θεοκρατική διακυβέρνηση ήταν πιο σημαντική.
Ο πρώτος πρόεδρος της Ισλαμικής Δημοκρατίας, Αμπολχασάν Μπανί-Σαντρ, καθαιρέθηκε και αποπέμφθηκε μετά από λίγο παραπάνω από έναν χρόνο στην εξουσία, επειδή αμφισβήτησε την κυριαρχία των κληρικών. Κατέφυγε στη Γαλλία. Χιλιάδες εκτελέστηκαν καθώς η κυβέρνηση εδραίωσε την εξουσία της.
Ο πόλεμος ξέσπασε στην επαναστατημένη χώρα το 1980, όταν ο Σαντάμ Χουσεΐν, ο Ιρακινός ηγέτης, διέταξε εισβολή. Οι συγκρούσεις διήρκεσαν οκτώ χρόνια, αφήνοντας περίπου 500.000 νεκρούς, οι περισσότεροι στην ιρανική πλευρά, πριν ο Αγιουλάχ Χομεϊνί πιει «το ποτήρι του δηλητηρίου», όπως το περιέγραψε, και αποδεχτεί το τέλος του πολέμου.
Η γενιά που πολέμησε σε αυτόν τον πόλεμο, που σήμερα σε μεγάλο βαθμό έχει ξεχαστεί στη Δύση, αποτελεί μεγάλο μέρος της πολιτικής και στρατιωτικής ελίτ του Ιράν σήμερα. Βγήκαν από τον πόλεμο πεπεισμένοι για την προδοσία των Αμερικανών, λόγω της στρατιωτικής υποστήριξης των ΗΠΑ προς το Ιράκ, πεπεισμένοι για την ανθεκτικότητα του Ιράν και βαθιά αφοσιωμένοι στην επανάσταση για την οποία τόσοι είχαν χάσει τη ζωή τους.
«Ο πόλεμος, σε πολλές περιπτώσεις, εμφύτευσε μια παρανοϊκή αντίληψη του κόσμου, μια αίσθηση θυματοποίησης που έχει οδηγήσει την ελίτ, και ιδιαίτερα τον Χαμενεΐ, να μην αντιλαμβάνονται πώς εξελίσσεται ο κόσμος γύρω τους», είπε η κα Βακίλ.
Όλα αυτά έχουν διαμορφώσει το ναζάμ, ή σύστημα. Πλέον είναι πλήρως θεσμοθετημένο. Η αλλαγή έχει αποδειχθεί δύσκολη και οι συγκρούσεις έχουν βαθύνει. Όπως αναφέρουν οι NY Times, σε περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες από την επανάσταση, η αιώνια ιρανική αναζήτηση για μια λειτουργική συμβιβαστική λύση μεταξύ κληρικαλισμού και κοσμικότητας – μια λύση που να μην αρνείται ούτε την βαθιά ισλαμική πίστη της χώρας ούτε την ευρεία έλξη προς τις φιλελεύθερες αξίες – επιμένει και συνεχίζεται.
Κατά καιρούς, η ένταση έχει ξεσπάσει σε βίαιες συγκρούσεις, όπως όταν πάνω από δύο εκατομμύρια άνθρωποι κατέβηκαν στους δρόμους το 2009 για να διαμαρτυρηθούν για μια εκλογή που αμφισβητούσαν θεωρώντας ότι είχε αλλοιωθεί το αποτέλεσμα και που επανέφερε τον Πρόεδρο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ στην εξουσία.
Η ψηφοφορία είχε προηγηθεί από εβδομάδες έντονων τηλεοπτικών προεδρικών συζητήσεων, που παρακολουθούσαν δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι, και την ταχεία άνοδο του φιλελεύθερου Πράσινου Κινήματος του Μιρ-Χοσεΐν Μουσαβί. Όλα αυτά εξανεμίστηκαν καθώς οι Φρουροί της Επανάστασης και οι πολιτοφυλακές Μπασίτ χτυπούσαν τους διαδηλωτές μέχρι να υποταχθούν τις ημέρες μετά την ψηφοφορία.
Τα δύο πρόσωπα του Ιράν
Σπάνια, αν όχι ποτέ, είχαν γίνει τόσο εμφανή τα δύο πρόσωπα της Ισλαμικής Δημοκρατίας: Από τη μία, μια πλευρά γεμάτη ζωή, που θέλει ελευθερία και αλλαγή και από την άλλη, μια σκληρή και κλειστή πλευρά, που δεν θέλει αλλαγές, με το ένα πρόσωπο της χώρας να διαδέχεται το άλλο με ασύλληπτη ταχύτητα.
Πιο πρόσφατα, το 2022, ξέσπασε ένα κύμα διαδηλώσεων μετά το θάνατο μιας νεαρής γυναίκας, της Μάχσα Αμίνι, ενώ βρισκόταν υπό κράτηση στην αστυνομία ηθών του Ιράν, λίγο μετά τη σύλληψή της επειδή δεν φορούσε χιτζάμπ για να καλύψει τα μαλλιά της. Το κίνημα αυτό αντανακλούσε βαθιά απογοήτευση για την ιδέα ότι ηλικιωμένοι κληρικοί πρέπει να λένε στις γυναίκες πώς να ντύνονται, και οδήγησε σε κάποιες αλλαγές. Πλέον, πολλές περισσότερες γυναίκες κυκλοφορούν χωρίς χιτζάμπ, ενώ οι επιπλήξεις έχουν γίνει πιο σπάνιες και πιο ήπιες.
Η ικανότητα της κυβέρνησης να καταστέλλει τις προκλήσεις, μέσα από καταπίεση αλλά και προσαρμογή, αντανακλά τους ισχυρούς μηχανισμούς επιβίωσής της και περιπλέκει τις εκτιμήσεις για τη μακροβιότητά της, παρόλο που η ξεκάθαρη πλειοψηφία των Ιρανών αντιτίθεται σε αυτήν.
Το ίδιο ισχύει και για την κόπωση του λαού μετά από έναν αιώνα αναταραχών, που έχει αφήσει τους Ιρανούς χωρίς διάθεση για περαιτέρω αναταραχές και αιματοχυσίες.
«Ο λαός του Ιράν έχει κουραστεί να είναι παρίες, και μερικοί λυπήθηκαν περισσότερο για την εκεχειρία παρά για τον ίδιο τον πόλεμο», είπε ο Ντεράρ Μπελχουλ αλ-Φαλάσι, πρώην μέλος του Ομοσπονδιακού Εθνικού Συμβουλίου των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, που τώρα ηγείται μιας εταιρείας συμβούλων για τη διαχείριση κινδύνων.
«Αλλά εμείς εδώ στον Κόλπο είμαστε δυνάμεις που στηρίζουν το status quo και προτιμούμε τη σταθερότητα», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με τους NY Times, η ανατροπή της Ισλαμικής Δημοκρατίας πιθανότατα δεν θα είχε μεγάλη υποστήριξη μεταξύ των κρατών του Κόλπου, που περιλαμβάνουν και τη Σαουδική Αραβία, όχι από αγάπη για τον Χαμενεΐ, αλλά από την επιθυμία να παραμείνουν καταφύγια ειρήνης και ευημερίας.
«Προς το παρόν, δεν βλέπω δυνάμεις να ενώνονται για να αντισταθούν στο καθεστώς», είπε ο κ. Φέλτμαν. «Αλλά το Ισραήλ θα επιτεθεί ξανά αν δει οποιαδήποτε επανεκκίνηση των πυρηνικών ή βαλλιστικών προγραμμάτων του Ιράν.»

«Αδιέξοδο»
Οι ελπίδες της κ. Σαμπερί άλλοτε αυξάνονταν και άλλοτε εκμηδενίζονταν κατά τη διάρκεια των πρόσφατων μαχών, καθώς βρισκόταν στο σπίτι των γονέων της στη Βόρεια Ντακότα. Κόντρα στο ένστικτό της, βρέθηκε να ψάχνει το ιρανικό διαβατήριό της καθώς περνούσαν οι 12 ημέρες, και να σκέφτεται να το ανανεώσει.
Δεν έχει επισκεφτεί το Ιράν εδώ και 16 χρόνια από τότε που αφέθηκε ελεύθερη, γνωρίζοντας ότι η επιστροφή, όπως είπε, «θα ήταν εισιτήριο μονής κατεύθυνσης». Ωστόσο, η έλξη της δεύτερης πατρίδας της, του Ιράν, όπου έζησε για έξι χρόνια, παραμένει.
«Το Ιράν είναι στην καρδιά μας, στο αίμα μας, δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο σαν κι αυτό, και ξέρω πολλούς Ιρανούς στη διασπορά που θα επέστρεφαν και θα συνέβαλαν αν το καθεστώς έπεφτε», είπε. «Ο πατέρας μου, που είναι στα 80 του, περνάει τον χρόνο του μεταφράζοντας περσική ποίηση.»
«Αυτοί οι Ιρανοί της διασποράς ζουν σε πολλά μέρη, ανάμεσά τους και στο Ντουμπάι, όπου κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων πέρασα χρόνο με μια άλλη ιρανική οικογένεια που λαχταρά να επιστρέψει στην Τεχεράνη, αλλά φοβάται να το κάνει αυτή τη στιγμή. Μια βραδιά παρακολούθησα», λέει ο αρθρογράφος των NY Times, «μια δυνατή ταινία, σκηνοθετημένη από τον Μπαχμάν Κιαροστάμι, γιο του θρυλικού Ιρανού σκηνοθέτη Άμπας Κιαροστάμι, και από τον Ραχί Ραμπάνι».
Η ταινία του 2024, που απαγορεύτηκε από τις αρχές του Ιράν, είναι μια ζωντανή απεικόνιση των καταστροφών μέσα σε μια ιρανική οικογένεια, προκληθείσες από διαφορές σχετικά με την θεοκρατική κυβέρνηση. Ένας αυταρχικός και θρησκευόμενος πατέρας δεν μπορεί να δεχτεί την απόφαση της κόρης του να απορρίψει το χιτζάμπ, και εκείνη δεν μπορεί να αποδεχτεί τον τρόπο που εκείνος τη βλέπει ως κακό άνθρωπο απλώς γι’ αυτό.
«Θέλουμε μια Ισλαμική Δημοκρατία», λέει ο πατέρας. «Δεν θέλουμε Ισλαμική Δημοκρατία, οπότε δεν υπάρχει λύση», λέει η κόρη, που είναι στα 30 της.
Ένα άλλο μέλος της οικογένειας, ένα νεαρό κορίτσι με χιτζάμπ, είναι το πιο ήρεμο, πεπεισμένο ότι η καλύτερη λύση είναι να ζήσουν και να αφήσουν τους άλλους να ζήσουν: «Αν δεν φορούν χιτζάμπ και πάνε στην κόλαση, δική τους υπόθεση», λέει με χαμόγελο.
Ο τίτλος της ταινίας είναι «Αδιέξοδο».