Ο Κλαρκ Όλοφσον, ο σουηδός ληστής που το 1973 κράτησε ομήρους τέσσερις ανθρώπους σε τράπεζα της Στοκχόλμης, πέθανε σε ηλικία 78 ετών μετά από μακρά ασθένεια. Η ληστεία αυτή, που έφερε στο προσκήνιο το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης», χαρακτηρίστηκε από την εξάρτηση του Όλοφσον από ναρκωτικά και τη συνεργασία του με τον ληστή Γιάνε Όλσον, ο οποίος αρχικά είχε αναλάβει την ομηρία.
Οι όμηροι, συμπεριλαμβανομένης της Κριστίν Ένμαρκ, ανέπτυξαν μια απροσδόκητη αλληλεγγύη με τους απαγωγείς, γεγονός που οδήγησε σε συζητήσεις γύρω από την ψυχολογία της ομηρίας. Μετά από έξι ημέρες, η αστυνομία ανέλαβε δράση και οι όμηροι απελευθερώθηκαν, ενώ η υπόθεση συνεχίζει να συζητείται για την ψυχιατρική της σημασία.
Πιο αναλυτικά
Ο Κλαρκ Όλοφσον, ένας ληστής που κράτησε ομήρους, στην Σουηδία, τέσσερις ανθρώπους για έξι ημέρες, το 1973, σε μια τράπεζα της Στοκχόλμης – ένα συμβάν που γέννησε τον όρο «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» – πέθανε σε ηλικία 78 ετών, ανακοίνωσε σήμερα η οικογένειά του.
Ο άνδρας αυτός, ο οποίος πρωταγωνίστησε στη σειρά του Netflix «Clark», πέθανε σε σουηδικό νοσοκομείο μετά από μακρά ασθένεια, δήλωσε η οικογένειά του στην εφημερίδα Dagens ETC.
Με πολλαπλές καταδίκες για ένοπλη ληστεία, απόπειρα δολοφονίας, διακίνηση ναρκωτικών και επιθέσεις, πέρασε πάνω από το μισό μέρος της ζωής του στη φυλακή. Έμεινε περισσότερο γνωστός για τον ρόλο του στη ληστεία της Kreditbanken στο κέντρο της σουηδικής πρωτεύουσας στις 23 Αυγούστου 1973.
Η ιστορική ληστεία
Εκείνη την ημέρα, ένας ληστής, ο Γιάνε Όλσον εισέβαλε σε τράπεζα οπλισμένος με ένα οπλοπολυβόλο και έπιασε ομήρους τέσσερις εργαζομένους, ενώ αστυνομία και ελεύθεροι σκοπευτές αναπτύχθηκαν περικυκλώνοντας το κτίριο.
Υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, ο Όλσον απαίτησε ο συνεργός του Κλαρκ Όλοφσον -ο οποίος ήταν στη φυλακή τότε καταδικασμένος για ληστεία – να μεταφερθεί στην τράπεζα. Η σουηδική κυβέρνηση συμφώνησε με το αίτημα.
Ο Γιάνε Όλσον ηρέμησε σχεδόν αμέσως μόλις έφτασε ο Όλοφσον, και μια όμηρος, η Κριστίν Ένμαρκ, τον είδε ως σωτήρα. «Μου υποσχέθηκε ότι τίποτα δεν θα μου συμβεί, και αποφάσισα να τον πιστέψω», έγραψε στο βιβλίο της, αφηγούμενη όσα έζησε. «Έπαθα το σύνδρομο της Στοκχόλμης». «Ήμουν 23 ετών, ήμουν τρομοκρατημένη».
Πολλές φορές κατά τη διάρκεια της ομηρείας -ήταν ένα από τα πρώτα γεγονότα που μεταδόθηκαν σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση- η Ένμαρκ μίλησε στην τηλεόραση και υπερασπίστηκε τους απαγωγείς της.
«Εμπιστεύομαι απόλυτα τον Κλαρκ και τον ληστή. Δεν τους φοβάμαι καθόλου. Δεν μου έκαναν τίποτα. Ήταν πολύ ευγενικοί», είπε σε τηλεφωνική συνομιλία με τον τότε πρωθυπουργό Ούλοφ Πάλμε, τη δεύτερη ημέρα της αιχμαλωσίας της. «Ξέρετε τι φοβάμαι; Την αστυνομία που θα εισβάλει στην τράπεζα», του είπε κατά τη διάρκεια αυτής της συνομιλίας.
Μετά την έκτη ημέρα, η αστυνομία ανέλαβε δράση, σπάζοντας την οροφή της τράπεζας, κάνοντας χρήση δακρυγόνων. Οι δύο εγκληματίες παραδόθηκαν και οι όμηροι αφέθηκαν ελεύθεροι.
Ως ένδειξη της δυσαρέσκειάς τους προς τις αρχές, οι πρώην όμηροι επέλεξαν να παραμείνουν σιωπηλοί κατά τη διάρκεια της δίκης των απαγωγέων τους. Έκτοτε, οι ειδικοί συζητούν περί της εγκυρότητας του «Συνδρόμου της Στοκχόλμης» ως γνήσιας ψυχιατρικής διαταραχής, με ορισμένους να το θεωρούν περισσότερο ως μηχανισμό άμυνας απέναντι σε μια τραυματική κατάσταση.