Η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν έχει εισέλθει σε μια νέα και επικίνδυνη φάση, με συνεχείς στρατιωτικές επιθέσεις και διπλωματικές αποτυχίες. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου, επικεντρώνεται στην καταστροφή του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, ελπίζοντας σε υποστήριξη από τις ΗΠΑ, αν και οι στρατηγικοί στόχοι του παραμένουν αβέβαιοι.
Οι ΗΠΑ, εν μέσω αυξανόμενης έντασης, φαίνεται να στέλνουν στρατηγικά μηνύματα και προς την Κίνα, ενώ οι διπλωματικές προσπάθειες για αποκλιμάκωση δεν έχουν αποδώσει. Η κατάσταση αναμένεται να έχει σοβαρές συνέπειες για την περιοχή και τις διεθνείς σχέσεις, με τον κίνδυνο περιφερειακής αποσταθεροποίησης να είναι ορατός.
Πιο αναλυτικά
Καθώς η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν εισέρχεται σε νέα φάση, με αλλεπάλληλες εκατέρωθεν επιθέσεις, τα διεθνή μέσα σκιαγραφούν μια εικόνα βαθιάς ανησυχίας: στρατιωτικές επιχειρήσεις με στόχο καίριες ιρανικές δομές, έντονη κατασκοπευτική δραστηριότητα, μια αβέβαιη έκβαση πολέμου, διπλωματία που δεν σημειώνει ουσιαστική πρόοδο και κινήσεις στρατηγικής ισχύος από τις ΗΠΑ, που φαίνεται να έχουν ως αποδέκτες όχι μόνο την Τεχεράνη, αλλά ενδεχομένως και το Πεκίνο.
Η στρατιωτική εκστρατεία του Ισραήλ κατά του πυρηνικού και βαλλιστικού προγράμματος του Ιράν δύσκολα θα εξασφαλίσει τους μακροπρόθεσμους στρατηγικούς του στόχους, σημειώνει σε ανάλυσή του ο Guardian, ακόμη κι εάν ο Μπενιαμίν Νετανιάχου καταφέρει τελικά να πείσει τον Τραμπ να εμπλακεί στον πόλεμο.
Οι αναλυτές διαχωρίζουν την αναμφίβολα επιτυχημένη ισραηλινή στρατιωτική επιχείρηση κατά στρατιωτικών υποδομών και Ιρανών πυρηνικών επιστημόνων, από τον ευρύτερο στρατηγικό στόχο του Τελ Αβίβ, που αφορά την αλλαγή καθεστώτος στην Τεχεράνη. Ο Guardian σημειώνει ότι η στρατηγική του Ισραήλ μοιάζει να έχει στοιχηματίσει υπέρ της ένταξης των ΗΠΑ στον πόλεμο, προσδοκώντας την αμερικανική ενίσχυση δυνάμεων με εξοπλισμό που το Ισραήλ δεν διαθέτει.
Το βρετανικό μέσο ενημέρωσης κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, υποστηρίζοντας πως ακόμη κι εάν οι ΗΠΑ εμπλακούν, το Ισραήλ μπορεί να μην επιτύχει τους απώτερους στρατηγικούς του στόχους. Αντίθετα, κινδυνεύει από περιφερειακή αποσταθεροποίηση, απροσδόκητα αντίποινα και εξάντληση πόρων.
Ο Νετανιάχου, η «υπαρξιακή απειλή» και ο ρόλος της Μοσάντ στο Ιράν
Για περισσότερες από τρεις δεκαετίες, το Ισραήλ προειδοποιεί για την «υπαρξιακή απειλή» που συνιστά το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου ήταν και παραμένει στο επίκεντρο αυτών των προειδοποιήσεων, σχολιάζει το BBC.
Από το βιβλίο του «Fighting Terrorism» το 1995, έως την περίφημη ομιλία του στον ΟΗΕ το 2012, όπου παρουσίασε την εικονογράφηση μιας βόμβας για να δείξει πόσο κοντά βρίσκεται το Ιράν στην απόκτηση πυρηνικού όπλου, ο Νετανιάχου δεν έχει σταματήσει να λέει ότι το Ιράν πρέπει να παραιτηθεί από το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Τώρα στόχος του Ισραήλ είναι να πληγεί η πυρηνική ικανότητα της Τεχεράνης, καθώς η χώρα βρίσκεται κοντά στο «σημείο χωρίς επιστροφή», δηλαδή στην ανάπτυξη ενός πυρηνικού όπλου. Το Ιράν, από την πλευρά του, επιμένει ότι το πρόγραμμά του είναι για «ειρηνικούς σκοπούς».
Ωστόσο, όλο και περισσότεροι Ισραηλινοί αξιωματούχοι αφήνουν να εννοηθεί πως, ο βασικός στόχος του Τελ Αβίβ είναι αλλαγή καθεστώτος, ελπίζοντας πως η εκστρατεία βομβαρδισμών θα οδηγήσει σε εξέγερση κατά του ανώτατου ηγέτη του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ, και θα ανατρέψει τη θεοκρατία στη χώρα.
Πρόκειται για ένα ριψοκίνδυνο στοίχημα, σημειώνει το βρετανικό μέσο ενημέρωσης, καθώς η Μέση Ανατολή έχει μακρά ιστορία ξένων επεμβάσεων που υπόσχονται ελευθερία αλλά καταλήγουν σε χάος και περισσότερη βία.
Ταυτόχρονα, οι πρόσφατες στοχευμένες δολοφονίες Ιρανών στρατιωτικών επιβεβαιώνουν τη βαθιά διείσδυση της ισραηλινής υπηρεσίας πληροφοριών, Μοσάντ, στο εσωτερικό του Ιράν.
Οι επιθέσεις αυτές αναδεικνύουν σημαντικά κενά στις ιρανικές υπηρεσίες πληροφοριών. Όπως είχε αποκαλύψει ο πρώην υπουργός Πληροφοριών, Αλί Γιουνεσί, ο πρώην πρόεδρος της χώρας Χασάν Ροχανί (2013-2021) είχε προειδοποιήσει τον Χαμενεΐ ότι «η Μοσάντ είναι πιο κοντά μας από τα ίδια μας τα αυτιά» – μια δήλωση που σήμερα φαίνεται πιο επίκαιρη από ποτέ.
Αποτυχημένες διπλωματικές προσπάθειες
Οι διπλωματικές προσπάθειες για αποκλιμάκωση της έντασης μεταξύ Ιράν και Ισραήλ έχουν μέχρι στιγμής αποτύχει, σχολιάζει το NBC News, οδηγώντας περισσότερο σε διπλωματικές «πόζες και κοινοτυπίες» παρά σε πραγματική πρόοδο.
Σε μια τεταμένη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, οι εκπρόσωποι των δύο χωρών αντάλλαξαν σφοδρές προσβολές και δεσμεύτηκαν να συνεχίσουν τη μάχη.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, απέρριψε την ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για εξεύρεση κάποιας λύσης, κυρίως για «αυτοσυγκράτηση» και να σταματήσει το Ιράν το πυρηνικό του πρόγραμμα, δηλώνοντας ότι οποιαδήποτε διπλωματική λύση «θα απαιτήσει εμπλοκή των ΗΠΑ».
Ταυτόχρονα, ανέφερε πως «Η σύγκρουση θα είναι πολύ δύσκολο να σταματήσει», όταν ρωτήθηκε αν υποστηρίζει μια εκεχειρία στο πλαίσιο πιθανών διαπραγματεύσεων. Άλλωστε, ο ίδιος επιθυμεί να μπει ένα «πραγματικό τέλος» στο πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Αν και ο Τραμπ έχει αφήσει ανοιχτό ένα «διπλωματικό παράθυρο» δύο εβδομάδων για διαπραγματεύσεις με την Τεχεράνη, ο Ιρανός ΥΠΕΞ, Αμπάς Αραγτσί, είπε στο NBC News ότι η χώρα του «αμφιβάλλει αν μπορεί να εμπιστευτεί τις ΗΠΑ» και πρόσθεσε πως «οι Ηνωμένες Πολιτείες συμμετείχαν στις επιθέσεις του Ισραήλ από την πρώτη ημέρα».
Δήλωσε επίσης πως «Το Ιράν δεν θα επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων όσο συνεχίζονται οι βομβαρδισμοί του Ισραήλ», καθώς η σύγκρουση εισέρχεται στην ένατη συνεχόμενη ημέρα.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Ιράν, Μασούντ Πεζεσκιάν, δήλωσε ότι η χώρα του δεν θα σταματήσει τις πυρηνικές δραστηριότητες ούτε θα παραιτηθεί από το δικαίωμά της να ακολουθήσει ένα ειρηνικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Εξάλλου, ένας υψηλόβαθμος Ιρανός αξιωματούχος, μιλώντας στο πρακτορείο Reuters, δήλωσε πως οι συζητήσεις και οι προτάσεις των ευρωπαϊκών δυνάμεων σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν στη Γενεύη -όπου συγκεντρώθηκαν οι ΥΠΕΞ της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, του Ιράν καθώς και η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Κάγια Κάλας- είναι μη ρεαλιστικές και η επιμονή σε αυτές δεν θα φέρει τις δύο πλευρές πιο κοντά σε μία συμφωνία.
Τα αμερικανικά βομβαρδιστικά B-2 στον Ειρηνικό – Μήνυμα προς το Πεκίνο;
Οι πληροφορίες για τη μετακίνηση των αμερικανικών βομβαρδιστικών B-2 προσδίδουν μια νέα γεωπολιτική διάσταση στη σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν. Παρότι η αποστολή των βομβαρδιστικών δεν είναι πλήρως ξεκάθαρη, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, τα αεροσκάφη αναχώρησαν από τη βάση τους στο Μιζούρι με προορισμό την περιοχή του Ειρηνικού, κι όχι τη Μέση Ανατολή.
Όπως ανέφερε το FoxNews, τα βομβαρδιστικά φαίνεται ότι ανεφοδιάστηκαν εν πτήσει αφού απογειώθηκαν από το Μιζούρι, κάτι που υποδηλώνει πως απογειώθηκαν χωρίς πλήρεις δεξαμενές λόγω του βάρους του φορτίου που μετέφεραν.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters, κατευθύνονται προς το νησί Γκουάμ, όπου εκεί οι ΗΠΑ διατηρούν στρατιωτική βάση. Τα βομβαρδιστικά B-2 μπορούν να εξοπλιστούν με τη βόμβα GBU-57 Massive Ordnance Penetrator, βάρους 13,6 τόνων (30.000 λίβρες), σχεδιασμένη για την καταστροφή στόχων βαθιά στο έδαφος.
Πρόκειται για το όπλο που, σύμφωνα με ειδικούς, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για πλήγματα κατά του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, περιλαμβανομένων εγκαταστάσεων όπως το Φορντό.
Η εγκατάσταση εμπλουτισμού ουρανίου του Φορντό, στο Ιράν, βρίσκεται βαθιά θαμμένη στα βουνά κοντά στην πόλη Κομ, στο βόρειο Ιράν. Αν και το ακριβές βάθος της δεν είναι δημόσια γνωστό, κάποιες εκτιμήσεις το τοποθετούν στα 80 με 90 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης, αναφέρει το CNN.
Σύμφωνα με τους New York Times, το Ισραήλ δεν διαθέτει ούτε την εν λόγω βόμβα, ούτε τα απαραίτητα αεροσκάφη για να τη ρίξει. Αυτό σημαίνει ότι κάθε ενδεχόμενη επίθεση στο Φορντό μπορεί να γίνει μόνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ωστόσο, σύμφωνα με το Sky News, ανεξάρτητα από το εάν τελικά τα αμερικανικά βομβαρδιστικά κατευθυνθούν προς τη Μέση Ανατολή και επιφέρουν πλήγματα σε πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, οι ΗΠΑ βρήκαν την ιδανική αφορμή να προχωρήσουν σε μια επίδειξη ισχύος στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, προκειμένου να αποτρέψουν την Κίνα από την αντίληψη ότι «η Αμερική είναι αποσπασμένη» από τον υπόλοιπο κόσμο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη εγκρίνει την αναδιάταξη της Ομάδας Κρούσης του Αεροπλανοφόρου «USS Nimitz» από την Ασία στη Μέση Ανατολή την προηγούμενη εβδομάδα, για ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ.
Η κρίση με το Ιράν δημιουργεί άμεσα προβλήματα για την Ουάσινγκτον, λόγω της παρουσίας των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, αλλά ταυτόχρονα γεννά και μακροπρόθεσμες στρατηγικές προκλήσεις, καθώς η Κίνα παρακολουθεί προσεκτικά πώς η Αμερική αντιδρά στο Ιράν.
Όπως σχολιάζει το Sky News, «Οι φωνές που ζητούν από την Αμερική να μην εμπλακεί σε άλλον έναν ξένο πόλεμο, είναι ενθαρρυντικές για μια κινεζική ηγεσία που έχει στραμμένο το βλέμμα της στην Ταϊβάν».