Η υπόθεση της εξαφάνισης της 6χρονης Joshlin στη Νότια Αφρική έχει προκαλέσει σοκ, καθώς αποκαλύφθηκε ότι η μητέρα της πούλησε το παιδί της σε έναν παραδοσιακό θεραπευτή για 950 ευρώ. Η Racquel Smith, 35 ετών, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για εμπορία ανθρώπων και απαγωγή, μαζί με τον σύντροφό της και έναν φίλο τους.
Παρά τις έρευνες, το κορίτσι παραμένει αγνοούμενο. Η μητέρα της είχε ιστορικό ναρκωτικών και βίας, ενώ οι αρχές εντόπισαν παιδικά ρούχα κοντά στην περιοχή της εξαφάνισης, καλυμμένα με αίμα.
Η κοινωνία και η οικογένεια της Joshlin εκφράζουν την αγωνία τους για την τύχη της.
Πιο αναλυτικά
Η υπόθεση της μικρής Joshlin έχει συγκλονίσει τη Νότια Αφρική, καθώς αποκαλύπτεται πως η εξαφάνισή της δεν ήταν μια απλή υπόθεση απαγωγής, αλλά το αποτέλεσμα μιας ανατριχιαστικής πράξης. H ίδια της η μητέρα την πούλησε σε έναν «παραδοσιακό θεραπευτή» για μόλις 950 ευρώ.
Παρά τους εκτεταμένους ελέγχους και τις πολύμηνες έρευνες, το 6χρονο κορίτσι παραμένει αγνοούμενο.
Η 35χρονη Racquel «Kelly» Smith καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για εμπορία ανθρώπων και σε επιπλέον δέκα χρόνια για απαγωγή, μαζί με τον σύντροφό της Jacquen Appollis και τον φίλο τους Steveno van Rhyn.
«Δεν κάνω καμία διάκριση ανάμεσά σας για το αποτρόπαιο αυτό έγκλημα», σημείωσε ο δικαστής ενώ σχολίασε ότι οι καταδικασθέντες δεν έδειξαν κανένα συναίσθημα κατά την ανάγνωση της ποινής.
Το δικαστήριο άκουσε πως η μικρή Joshlin, είχε επιλεγεί από έναν «sangoma» (παραδοσιακό θεραπευτή) ειδικά για τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά – είχε ανοιχτόχρωμο δέρμα και γαλάζια μάτια.

Η μητέρα της φέρεται να εισέπραξε περίπου 950 ευρώ για την πώλησή της.
Η φίλη και γειτόνισσα της Smith, Lourentia Lombaard, κατέθεσε ότι η Smith της είχε εξομολογηθεί πως έκανε «κάτι χαζό», εξηγώντας ότι «λίγες ημέρες πριν την εξαφάνιση της Joshlin, μου είπε ότι την είχε πουλήσει σε έναν sangoma».
Η Lombaard πρόσθεσε ότι είδε τη Smith να μαζεύει ρούχα της Joshlin σε μια μαύρη σακούλα και να επιβιβάζεται σε ένα λευκό αυτοκίνητο μαζί με το παιδί και μια γυναίκα που πίστευε ότι ήταν ο παραδοσιακός θεραπευτής.
Σύμφωνα με έναν από τους δασκάλους της Joshlin, η Smith είπε σε μια από τις έρευνες πως «ήδη βρίσκεται σε πλοίο, μέσα σε κοντέινερ, και είναι καθ’ οδόν για τη Δυτική Αφρική».
Ένας τοπικός πάστορας κατέθεσε επίσης ότι η Smith είχε αναφέρει πως ήθελε να πουλήσει τα τρία της παιδιά για 20.000 ραντ, δηλαδή περίπου 987 ευρώ. Όπως ειπώθηκε στο δικαστήριο, «ήταν πρόθυμη να συμβιβαστεί και με λιγότερα – να πουλήσει την Τζόσλιν για 237 ευρώ».
Η κοινωνική λειτουργός που συντάχθηκε να καταθέσει έκθεση για τους τρεις κατηγορούμενους έγραψε ότι «δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η Smith ήταν ο εγκέφαλος πίσω από την εμπορία της ίδιας της της κόρης».
Στην ίδια έκθεση αποκαλύφθηκε ότι η Smith έκανε χρήση ναρκωτικών από την ηλικία των 15 ετών και ήταν εξαρτημένη όταν γεννήθηκε η Joshlin. Χρειάστηκε πέντε μήνες για να δηλώσει επίσημα τη γέννηση του παιδιού.
Η μητέρα της, Amanda Smith-Daniels , την είχε διώξει από το σπίτι λόγω της κατάχρησης ουσιών και της βίας, ιδίως όταν είχε απειλήσει να μαχαιρώσει τον γιο της.

Ενίοτε η Smith έμενε σε ξενώνα για κακοποιημένες γυναίκες, όμως ακόμα και εκεί ήταν βίαιη απέναντι στα παιδιά της όταν ήταν υπό την επήρεια. Αργότερα μπήκε σε πρόγραμμα απεξάρτησης, ενώ η Joshlin ζούσε με οικογενειακούς φίλους που προσπάθησαν να την υιοθετήσουν, χωρίς επιτυχία, καθώς οι γονείς της μπλόκαραν τη διαδικασία.
Παρ’ όλα αυτά, η μικρή κατάφερνε να περνά τα Σαββατοκύριακα μαζί τους.
Η γιαγιά της Joshlin απηύθυνε έκκληση στη Smith πριν από την καταδίκη, λέγοντας: «Φέρε πίσω το εγγόνι μου ή πες μου πού είναι».
«Δεν πιστεύω ότι καμία ποινή που θα τους επιβληθεί θα φέρει πίσω το εγγόνι μου», δήλωσε στο τηλεοπτικό δίκτυο Newzroom Afrika.
«Πώς κοιμάσαι και πώς ζεις με τον εαυτό σου;», είπε απευθυνόμενη στη μητέρα της Joshlin.

Κατά τη διάρκεια των ερευνών, η αστυνομία ανέφερε ότι εντοπίστηκαν παιδικά ρούχα κοντά στον οικισμό όπου έμενε η Joshlin και απεστάλησαν σε εργαστήριο για ανάλυση DNA. Κάτοικοι της περιοχής που συμμετέχουν στις έρευνες δήλωσαν ότι τα ρούχα ήταν καλυμμένα με αίμα και βρέθηκε επίσης ένα μαχαίρι, χωρίς όμως να δοθούν περαιτέρω πληροφορίες από τις αρχές.
Οι sangomas, όπως είναι γνωστοί οι παραδοσιακοί θεραπευτές, αναγνωρίζονται επίσημα από το νοτιοαφρικανικό κράτος βάσει του νόμου Traditional Health Practitioners Act του 2007. Πιστεύεται ότι επικοινωνούν με προγονικά πνεύματα τα οποία καθοδηγούν τη θεραπευτική τους δύναμη.