Το άρθρο αναφέρεται στις στρατιωτικές φυλακές του Μοναστηρακίου στην Αθήνα κατά τη δεκαετία του 1930, σε μια εποχή που η Ελλάδα γνώριζε κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές. Οι φυλακές αυτές, που φιλοξενούσαν περίπου 800 κρατούμενους, χαρακτηρίζονταν από άθλιες συνθήκες διαβίωσης, με καθημερινές βίαιες συγκρούσεις και παραβατικές συμπεριφορές.
Οι κάτοικοι της πρωτεύουσας εξέφραζαν τη δυσαρέσκειά τους για την κατάσταση, ενώ η φυλακή έγινε γνωστή και στο εξωτερικό, εμπνεύοντας ρεμπέτικα τραγούδια που περιγράφουν τις φρικτές συνθήκες κράτησης. Πριν μετατραπούν σε φυλακές, οι χώροι αυτοί είχαν ιστορική σημασία ως κατοικία του Τούρκου διοικητή Χατζή Αλή Χασέκη.
Σήμερα, αν και δεν υπάρχουν πια ίχνη από το παρελθόν, η μνήμη των φυλακών παραμένει ζωντανή μέσα από τη μουσική και την ιστορία.
Πιο αναλυτικά
Κατά τη δεκαετία του 1930 στην Ελλάδα, άρχισε η δημιουργία των κοινωνιών του περιθωρίου, καθώς η χώρα άλλαζε και οι άνθρωποι της υπαίθρου δυσκολεύονταν να προσαρμοστούν στα δεδομένα των μεγαλουπόλεων.
Κάπως έτσι ξεκίνησε και η αύξηση της εγκληματικότητας και των παραβατικών συμπεριφορών.
Επόμενο για τη λύση αυτής της κατάστασης ήταν η θέσπιση νομοθεσίας που θα προστάτευε το κοινωνικό σύνολο.
Η ποινή για τους παραβάτες δεν ήταν άλλη από τη φυλάκιση τους, όμως επειδή δεν υπήρχαν αρκετές εγκαταστάσεις, ούτε μεγάλη δυνατότητα για την κατασκευή τους, οι κρατούμενοι διέμεναν σε παλιές κατοικίες, όπου συνήθως οι συνθήκες κράτησης τους ήταν άθλιες.
Μια από τις χειρότερες φυλακές εκείνης της εποχής στην Αθήνα ήταν και οι στρατιωτικές φυλακές στο Μοναστηράκι, μέσα στις οποίες ζούσαν σχεδόν 800 κρατούμενοι.
Οι κάτοικοι της πρωτεύουσας διαμαρτύρονταν για χρόνια για την κατάσταση που βίωναν οι έγκλειστοι. Καθημερινές συμπλοκές μεταξύ τους, ναρκωτικά, όπλα, χαρτοπαιξία, υγρασία και βρωμιά χαρακτήριζαν το εν λόγω σωφρονιστικό ίδρυμα, στην πρόσοψη του οποίου αναγραφόταν η ρήση του Ισοκράτη: «Μηδενί συμφορά ονειδίσης• κοινή γαρ η τύχη και το μέλλον αόρατον».
Μάλιστα, η φυλακή αυτή κατάφερε να γίνει γνωστή και στο εξωτερικό, ενώ γράφτηκαν μέχρι και τραγούδια για αυτή, σχετικά με το πόσο άθλια ήταν τα πράγματα εκεί και με το ότι πολλοί από τους τροφίμους της κατέληξαν να πεθάνουν όσο ήταν έγκλειστοι, χωρίς όμως να έχουν καταδικαστεί σε θάνατο.
Πριν μετατραπούν όμως σε φυλακές και πριν αποτελέσουν στρατώνα κατά την περίοδο του Βασιλιά Όθωνα, οι χώροι αυτοί αποτελούσαν την κατοικία του Χατζή Αλή Χασέκη, του Τούρκου διοικητή της πόλης, που όπως αναφέρει η ιστορία τυράννησε τους κατοίκους της, στα χρόνια 1775-1795.
Σήμερα μπορεί να μην έχει απομείνει κάτι από το πρώην παλάτι – μετέπειτα στρατώνα – τελικά φυλακή, όμως τα ρεμπέτικα τραγούδια της εποχής εξιστορούν την ύπαρξη των χώρων που αποτέλεσαν κολαστήριο για εκατοντάδες ανθρώπους, με όλες τις έννοιες.

