Στρατηγική αμηχανία της Αγκυρας μετά τον αποκλεισμό της από το χρηματοδοτικό πρόγραμμα SAFE, που την υποχρεώνει σε ελιγμούς απέναντι στη χώρα μας.
Του ΠΑΝΑΓΗ ΓΑΛΙΑΤΣΑΤΟΥ – ΠΗΓΗ: Realnews
Ο αποκλεισμός της Τουρκίας από τις χρηματοδοτήσεις του προγράμματος SAFE λόγω του ελληνικού βέτο, αλλά και γενικότερα οι πρωτοβουλίες που αναπτύσσει η Αθήνα στην περιοχή, έχουν προκαλέσει ανασφάλεια στην Αγκυρα. Ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που βλέπει ότι οι συνεχείς προκλήσεις δεν αποδίδουν για την τουρκική πλευρά, δείχνει ότι θέλει να ανοίξει πάλι την πόρτα του διαλόγου με την Ελλάδα. Οι εξελίξεις με το SAFE έχουν προκαλέσει αμηχανία στην Αγκυρα, που προσπαθεί να ελιχθεί απέναντι στη χώρα μας, χωρίς όμως να ανταποκρίνεται στους όρους που έχει θέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Ενδεικτικό της κατάστασης είναι το γεγονός ότι το απόγευμα της Παρασκευής και μετά από πολύ καιρό, οπλισμένα τουρκικά F-16 παραβίασαν τον Εθνικό Εναέριο Χώρο και αναχαιτίστηκαν από ελληνικά μαχητικά. Σε κάθε περίπτωση η αποστροφή του πρωθυπουργού σε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξή του, πριν από λίγες ημέρες, δεν ήταν τυχαία.
«Θεωρώ ότι το έδαφος είναι ώριμο για να μπορούμε να έχουμε το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας (ΑΣΣ) το πρώτο τρίμηνο του 2026», δήλωσε ο πρωθυπουργός, που δεν θα διακινδύνευε αυτήν την εκτίμηση αν δεν είχε λάβει κάποιο μήνυμα από την τουρκική πλευρά. Πράγματι, φαίνεται ότι οι Τούρκοι θέλουν να ξαναπιάσουν το νήμα της επαναπροσέγγισης και ο τρόπος για να γίνει αυτό είναι να ξαναφέρουν στο προσκήνιο το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας και τις συναντήσεις κορυφής, που είχαν ατονήσει ολοκληρωτικά το τελευταίο διάστημα. Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Τούρκο Πρόεδρο έγινε τον Σεπτέμβριο του 2024 στη Νέα Υόρκη. Τότε είχαν συμφωνήσει ότι το ΑΣΣ θα γινόταν τον Ιανουάριο του 2025. Εκτοτε, όμως, οι Τούρκοι, που είχαν την ευθύνη να ορίσουν ημερομηνίες και προσκλήσεις (το επόμενο ΑΣΣ θα διεξαχθεί στην Αγκυρα), κωλυσιεργούν πηγαίνοντας τη διεξαγωγή του ΑΣΣ από αναβολή σε αναβολή.
Γιατί όμως η Τουρκία αλλάζει ρότα, ύστερα από ένα μεγάλο διάστημα επιδείνωσης (με δική της ευθύνη) του κλίματος στα ελληνοτουρκικά, που κλιμακώθηκε με την αιφνιδιαστική ακύρωση (από την τουρκική πλευρά) της συνάντησης που είχε συμφωνηθεί για τις 23 Σεπτεμβρίου 2025 στη Νέα Υόρκη; Πιθανόν επειδή στο περιβάλλον του Τούρκου Προέδρου αντιλαμβάνονται πως δεν τους συμφέρει να έχουν την Ελλάδα «απέναντι».
Πρωτοβουλίες
Από τον Μάρτιο του 2025, όταν στο Μέγαρο Μαξίμου και στο υπουργείο Εξωτερικών κατάλαβαν ότι οι χαμηλοί τόνοι για να μη χαλάσει το κλίμα δεν οδηγούν πουθενά, η Αθήνα προχώρησε σε μια σειρά από πρωτοβουλίες που δημιούργησαν δεδομένα επί του πεδίου στην ευρύτερη περιοχή μας. Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός, τα θαλάσσια περιβαλλοντικά πάρκα, οι άδειες για τις γεωτρήσεις νοτίως της Κρήτης είναι κινήσεις που δημιουργούν δεδομένα επί του πεδίου, τα οποία δεν μπορεί να αγνοήσει η τουρκική πλευρά, ενώ παράλληλα ακυρώνουν στην πράξη το ιδεολόγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Εκείνο, όμως, που ενόχλησε ακόμα περισσότερο ήταν το ελληνικό βέτο στην ένταξη της Τουρκίας στον χρηματοδοτικό μηχανισμό SAFE. Οι Τούρκοι αρχικά δεν πίστεψαν ότι μπορεί να υπάρξει βέτο σε έναν κανονισμό που δημιουργήθηκε με ενισχυμένη πλειοψηφία. Στη συνέχεια θεώρησαν πως θα μπορούσαν να το παρακάμψουν με την υποστήριξη των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών. Οι προσδοκίες αυτές,όμως, διαψεύστηκαν. Οι Τούρκοι αντιλαμβάνονται πως δεν μπορούν να παρακάμψουν την Ελλάδα στις σχέσεις τους με την Ευρωπαϊκή Ενωση και να συμμετάσχουν χωρίς όρους στα ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα για τα οποία δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον. Βεβαίως, δεν θα εκπλήρωναν τον όρο που τους έθεσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης για άρση του «casus belli», όμως, ήθελαν να στείλουν ένα μήνυμα διαλλακτικότητας και διάθεσης για διάλογο. Κάπως έτσι βρέθηκε το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας ξανά στην επικαιρότητα.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι μία ημέρα μετά τις δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη για το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας ο Χακάν Φιντάν έστειλε το μήνυμα «πως το ΑΣΣ πρέπει να γίνει πια» και ότι «ο Πρόεδρός μας θα χαρεί να το φιλοξενήσει». Ο Φιντάν, που είχε καταλάβει νωρίς ότι το ελληνικό βέτο έχει ουσία και υπόσταση, είχε στείλει μηνύματα διαπραγματευτικής διάθεσης με δηλώσεις του για τα χωρικά ύδατα και στο τέλος Οκτωβρίου. Το θέμα του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας ως «ατμομηχανής για τον διάλογο» το είχε θέσει πρώτος ο Τούρκος πρέσβης στην Αθήνα Τσαγατάι Ερτσιγιές στην εκδήλωση για την 102η επέτειο της ίδρυσης της Τουρκικής Δημοκρατίας, στις 29 Οκτωβρίου. «Ανυπομονούμε να καλωσορίσουμε τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στην Τουρκία για την επόμενη συνάντηση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας», είχε δηλώσει ο Τσ. Ερτσιγιές.
Οι «πιρουέτες» είναι μια δύσκολη άσκηση, πάντως, ειδικότερα όταν μόλις πριν από μία εβδομάδα και με παρότρυνση της κυβέρνησης Ερντογάν ο φιλοκυβερνητικός Τύπος δημιουργούσε κλίμα εναντίον της Ελλάδας στην Τουρκία. Και η άσκηση αυτή γίνεται ακόμα πιο περίπλοκη όταν σκεφτεί κανείς και τον υπόγειο πόλεμο για τη διαδοχή του Ερντογάν που βρίσκεται σε εξέλιξη. Οπως είχε αναφέρει η Realnews (16/11), o Χ. Φιντάν εκπροσωπεί ένα μπλοκ δυνάμεων που αντιπροσωπεύουν την τάση της κρατικής «βαθιάς τεχνοκρατίας», η οποία προτιμά τον ψυχρό ρεαλισμό, τη διαχείριση από τη ρητορική και την ακρίβεια από τις υπερβολές. Ο Φιντάν, που έκανε και όλες τις επαφές για το SAFE με τους ομολόγους του της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας, έχει ακριβή επίγνωση των ορίων και των δυνατοτήτων της Ελλάδας να μπλοκάρει την τουρκική συμμετοχή, εξ ου και οι δηλώσεις που ακολούθησαν εκείνες του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ωστόσο, τις απόψεις του δεν τις συμμερίζονται όλοι στην κυβέρνηση, ούτε καν στο κόμμα και στο περιβάλλον του Ερντογάν, και αυτό του έδωσαν να το καταλάβει. Τρεις ημέρες μετά τις αρχικές του δηλώσεις, εμφανίστηκε στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση, στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, και έβαλε στο τραπέζι όλες τις γνωστές τουρκικές θέσεις για «δίκαιη μοιρασιά» του Αιγαίου. «Εξακολουθούμε να υποστηρίζουμε την άποψη της δίκαιης μοιρασιάς στην ανατολική Μεσόγειο. Υποστηρίζουμε την εξέταση όλων των διαφορών του Αιγαίου ως ενός συνόλου, να βρεθεί λύση στα πλαίσια του Διεθνούς Δικαίου και της καλής γειτονίας με ουσιαστικό και εποικοδομητικό τρόπο. Το Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο θέλουμε να τα δούμε ως μια περιοχή ευημερίας και σταθερότητας», τόνισε χαρακτηριστικά ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, ο οποίος δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στη μουσουλμανική μειονότητα, χαρακτηρίζοντάς την τουρκική: «Συνεχίζουμε τις προσπάθειές μας για την προστασία των δικαιωμάτων της “τουρκικής” μειονότητας στη δυτική Θράκη», είπε ο Φιντάν.
Το κλίμα άλλωστε στην Εθνοσυνέλευση δεν ευνοούσε τα «ανοίγματα» προς την Αθήνα. Ενδεικτική ήταν η τοποθέτηση του Ισμαήλ Οζντεμίρ, αναπληρωτή προέδρου του συγκυβερνώντος Εθνικιστικού Κόμματος του Ντεβλέτ Μπαχτσελί στην ίδια συζήτηση. Ο Οζντεμίρ, μάλιστα, εξαπέλυσε μύδρους εναντίον της Ελλάδας, δηλώνοντας ότι η «υπομονή της Τουρκίας εξαντλείται», ενώ προειδοποίησε ότι η χώρα του θα απαντήσει με «καταστροφικά μέτρα» σε περίπτωση παραβίασης των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. «Η Ελλάδα, εδώ και χρόνια, παραβιάζει κατάφωρα τις συνθήκες της Λωζάννης και των Παρισίων στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο. Εχει πλέον ξεπεράσει εντελώς τα όρια. Η υπομονή μας εξαντλείται για την Ελλάδα, η οποία εξοπλίζει τα νησιά του Αιγαίου, αναλαμβάνει ενέργειες και θέματα που την ξεπερνούν, εκφράζει ανοιχτά την εχθρότητά της προς την Τουρκία και δημιουργεί δήθεν συμμαχίες», είπε χαρακτηριστικά ο αντιπρόεδρος του κυβερνητικού εταίρου του Ερντογάν.
«Καθολικά απορριπτέες»
Οι δηλώσεις Φιντάν προκάλεσαν τη σκληρή αντίδραση της ελληνικής πλευράς, που ναι μεν θέλει να διατηρήσει το ήπιο κλίμα και τον διάλογο στα ελληνοτουρκικά, δεν θα αφήσει όμως την Τουρκία να της επιβάλει την ατζέντα. Διπλωματικές πηγές υπογράμμιζαν ότι «η οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και υφαλοκρηπίδας είναι η μία και μόνη διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ως εκ τούτου αναθεωρητικές θέσεις και προτάσεις είναι καθολικά απορριπτέες». Σε ό,τι αφορά τα όσα είπε ο Φιντάν για τη μειονότητα, οι ίδιες πηγές τόνιζαν ότι «η Συνθήκη της Λωζάννης καθορίζει σαφώς τον χαρακτήρα της μειονότητας στη Θράκη ως θρησκευτικό, στα μέλη της οποίας η Ελλάδα επιφυλάσσει πλήρη ισονομία και ισοπολιτεία».
Ενδεικτική πάντως για την ανησυχία της τουρκικής πλευράς απέναντι στις ελληνικές πρωτοβουλίες ήταν και η αντίδραση του Χ. Φιντάν σε ερώτηση δημοσιογράφου του ΣΚΑΪ σε σχέση με την πρόταση Μητσοτάκη για τη διάσκεψη των πέντε χωρών. Παρά το γεγονός ότι μια παρεμφερή πρόταση είχε κάνει στο παρελθόν και ο ίδιος ο Ερντογάν, επαναφέροντάς την σε κάθε ευκαιρία, και παρά το γεγονός ότι ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών είχε ενημερωθεί για την πρωτοβουλία από τον Ελληνα ομόλογό του Γιώργο Γεραπετρίτη, ο Φιντάν έδειξε να φοβάται την πρωτοβουλία και το πολυμερές πλαίσιο. Δήλωσε λοιπόν ότι «μέχρι στιγμής δεν το έχουμε εξετάσει, όμως πρώτα πρέπει να ζωντανέψουμε το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας».
Στην Αθήνα εκτιμούν ότι το ΑΣΣ θα γίνει, παρά τις προσπάθειες στελεχών της κυβέρνησης στην Αγκυρα, όπως του υπουργού Αμυνας, Γιασάρ Γκιουλέρ, να χαλάσουν το κλίμα. Εκτιμούν επίσης ότι η επιδίωξη μιας «λειτουργικής σχέσης» με την Τουρκία όλο το προηγούμενο διάστημα έχει αποδώσει καρπούς τόσο επί του πεδίου όσο και στο μεταναστευτικό και στις οικονομικές σχέσεις. Αυτό δεν σημαίνει πάντως ότι η Ελλάδα κάνει παραχωρήσεις. Οπως δήλωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, «όπου χρειάστηκε, η Ελλάδα όρθωσε τη δική της πολιτική, θέτοντας όρια και ένα πλαίσιο στην Τουρκία». Αυτό, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, έγινε στα ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης της άμυνας, αλλά και με τη διαρκή ενίσχυση και τον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων.






