Η Βουλή απέρριψε κατά πλειοψηφία την ένσταση αντισυνταγματικότητας για το άρθρο 7 του νέου εργασιακού νομοσχεδίου, που αφορά τα χρονικά όρια εργασίας.
Η Ελληνική Λύση υποστήριξε ότι το άρθρο καταργεί το 8ωρο και επιτρέπει έως 13 ώρες συνεχόμενης εργασίας, παραβιάζοντας συνταγματικές διατάξεις.
Η υπουργός Εργασίας, Νίκη Κεραμέως, τόνισε ότι το νομοσχέδιο δεν αλλάζει τα υπάρχοντα όρια εργασίας και ενισχύει τη θέση του εργαζομένου, ενώ η αντιπολίτευση επέμεινε στην αντισυνταγματικότητα, υποστηρίζοντας ότι το νομοσχέδιο υποβαθμίζει τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Η ΝΔ υποστήριξε ότι το νομοσχέδιο παρέχει περισσότερες επιλογές και δικλείδες ασφαλείας για τους εργαζομένους.
Πιο αναλυτικά
Κατά πλειοψηφία απορρίφθηκε η ένσταση αντισυνταγματικότητας για το άρθρο 7 του εργασιακού νομοσχεδίου, που αφορά ρυθμίσεις σχετικά με τα «χρονικά όρια εργασίας» που κατέθεσε η Ελληνική Λύση. Κατά της ένστασης αντισυνταγματικότητας τάχθηκε η ΝΔ, ενώ όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης την υποστήριξαν.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ελληνικής Λύσης, Κωνσταντίνος Χήτας, υποστήριξε ότι το άρθρο 7 του νομοσχεδίου καταργεί το 8ωρο και επιτρέπει έως και 13 ώρες συνεχόμενης εργασίας στον ίδιο εργοδότη, ρύθμιση που αντιβαίνει σε θεμελιώδεις προστατευτικές διατάξεις του Συντάγματος, όπως είπε, και ανέφερε: το άρθρο 2 παρ. 1 που προβλέπει ότι «ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την βασική υποχρέωση της Πολιτείας». Το άρθρο 5 παρ. 1 περί της «προστασίας της προσωπικής ελευθερία και της ελεύθερης προσωπικότητας του ανθρώπου». Το άρθρο 21 παρ.1 εδ. Α, για την «προστασία της οικογένειας» καθώς και το άρθρο 22 που θεσπίζει την «προστασία της εργασίας».
Η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Νίκη Κεραμέως, απέρριψε την ένσταση αντισυνταγματικότητας που υποστήριξαν όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, λέγοντας ότι «είναι άλλο να διαφωνείς πολιτικά με ένα νομοσχέδιο, που αυτό είναι απολύτως θεμιτό και γόνιμο, και άλλο να υποστηρίζεις ότι υπάρχουν διατάξεις που προσκρούουν στο Σύνταγμα, που αυτή είναι άλλη συζήτηση, αμιγώς νομική». Η υπουργός επισήμανε ότι έπειτα από τέσσερις πολύωρες συνεδριάσεις στην Επιτροπή και 13 ώρες, χθες, συζήτησης του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια, τα κόμματα της αντιπολίτευσης για πρώτη φορά ανακάλυψαν και προβάλλουν ξαφνικά ότι υπάρχει θέμα αντισυνταγματικότητας. Η κ. Κεραμέως παρατήρησε ότι το παρόν σχέδιο νόμου, πριν κατατεθεί στην Βουλή αξιολογήθηκε νομικά από την ΚΕΝΕ, η οποία αποτελείται από συμβούλους του ΣτΕ και καθηγητές της Νομικής Σχολής, οι οποίοι δεν έθεσαν κανένα θέμα αντισυνταγματικότητας στις διατάξεις του. Παράλληλα, καμία σχετική παρατήρηση δεν υπάρχει και στην πολυσέλιδη Έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής.
Η υπουργός τόνισε ότι γενικά, «το άρθρο 7 του νομοσχεδίου δεν αλλάζει σε τίποτα τα χρονικά όρια εργασίας που ήδη σήμερα ισχύουν. Δηλαδή, παραμένουν οι έως 13 ώρες ημερησίως απασχόλησης για έναν εργαζόμενο, οι 150 ώρες υπερωρίες ετησίως» και αυτά που ισχύουν και σήμερα δεν έχουν κριθεί από κανένα δικαστήριο ως αντισυνταγματικά.
Ειδικότερα, με το άρθρο 2 του Συντάγματος που προβλέπει «τον σεβασμό και την προστασία του Ανθρώπου ως πρωταρχική προστασία της Πολιτείας. Απαγορεύει εργασία και συμπεριφορά που θίγει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια» η κ. Κεραμέως αντέτεινε ότι «το άρθρο 7 δεν αλλάζει σε τίποτα τον Κώδικα Εργατικού Δικαίου που προβλέπουν νόμιμο ημερήσιο ωράριο τις 8 ώρες, έως 150 ώρες υπερωρία ετησίως». Αντίθετα, είπε, «ενισχύει την θέση του εργαζομένου» καθώς παρέχεται η δυνατότητα αυτό που μπορεί εάν θέλει να κάνει ένας εργαζόμενος με το να εργάζεται ημερησίως έως 13 ώρες σε δύο εργοδότες, αυτό να μπορεί να το κάνει και σε έναν εργοδότη και μάλιστα χωρίς να χρειάζεται να μετακινείται, αλλά και με προσαύξηση 40% της αμοιβής του». Παράλληλα, το άρθρο 7, πρόσθεσε η υπουργός, προβλέπει μεγαλύτερη προστασία στον εργαζόμενο. Όπως είπε, ενισχύθηκε με τις προτάσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης και των φορέων, που προστέθηκαν με νομοθετική προσθήκη. «Έρχονται και ενισχύουν περαιτέρω το καθεστώς της υπερωριακής απασχόλησης του εργαζομένου, καθώς προβλέπει νομοθετικά, ρητά, το δικαίωμα του εργαζομένου να αρνηθεί την παροχή υπερωριακής εργασίας, όπως και ότι η άρνησή του αυτή δεν μπορεί να συνιστά αιτία καταγγελίας της σύμβασης ασυλίας ή να επιφέρει βλαπτική ή δυσμενή συμπεριφορά εις βάρος του εργοδότη. Και μάλιστα το βάρος απόδειξης το έχει ο εργοδότης».
Η υπουργός απέρριψε ότι το άρθρο 7 παραβιάζει το άρθρο 5 του Συντάγματος που αφορά «την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας» λέγοντας ότι «δεν θίγεται αυτή η προστασία από την στιγμή που δεν υπάρχει υποχρέωση παροχής υπερωριακής εργασίας. Η απασχόληση σε έναν ή περισσότερους εργοδότες είναι θέμα επιλογής του εργαζόμενου με ανώτατο όριο της 13 ώρες ημερησίως».
Σχετικά με το άρθρο 21 του Συντάγματος που αφορά «την προστασία της οικογενειακής ζωής» η κ. Κεραμέως επανέλαβε ότι «δεν αλλάζει κάτι από τα ισχύοντα για την υπερωριακή εργασία. Αντίθετα, όποιος επιλέξει να εργαστεί έως 13 ώρες, αντί να το κάνει σε δύο εργοδότες, να μπορεί να το κάνει σε έναν, γλιτώνοντας την ταλαιπωρία των μετακινήσεων, με προσαύξηση 40% στην αμοιβή του.
Τέλος, στις αιτιάσεις ότι το άρθρο 7 του νομοσχέδιου προσκρούει ότι άρθρο 22 του Συντάγματος «για την προστασία στην Εργασία» η υπουργός είπε ότι και σε αυτή την περίπτωση διασφαλίζεται η προστασία του εργαζόμενου, καθώς προβλέπεται ρητά το δικαίωμα άρνησής του.
Η κ. Κεραμέως, συμπερασματικά, είπε ότι το άρθρο 7 του νομοσχεδίου «δεν προσβάλει απολύτως κανένα συνταγματικό δικαίωμα».
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ, Νότης Μηταράκης, στο ίδιο μήκος με την υπουργό Εργασίας, απέρριψε την αντισυνταγματική ένσταση, λέγοντας πως σε αντίθεση με τα προβαλλόμενα, «το νομοσχέδιο αυτό δίνει δικαιώματα στους εργαζόμενους στην προκοπή και στην κοινωνική κινητικότητα» σημειώνοντας πως «η περισσότερη ή λιγότερη απασχόληση είναι θέμα επιλογής του εργαζόμενου». Η δυνατότητα της εργασίας έως 13 ώρες ημερησίως, είπε ο κ. Μηταράκης, «δεν είναι κάτι καινούριο στο ελληνικό εργατικό δίκαιο. Έρχεται ως τροποποίηση του Ν.2784/ 2000, που θέσπισε το ΠΑΣΟΚ, με αυτές τις ίδιες αρχές και προϋποθέσεις σχετικά με την υπερωριακή εργασία, που δεν έχει κριθεί αντισυνταγματικός εδώ και 25 χρόνια». Αντίθετα, με την τροποποίηση που γίνεται με το άρθρο 7 του σχεδίου νόμου, «παρέχονται περισσότερες επιλογές στον εργαζόμενο και με περισσότερες δικλείδες ασφάλειας».
Στον αντίποδα, υπέρ της αντισυνταγματικότητας συντάχθηκαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Δημήτρης Μάντζος, υποστήριξε την αντισυνταγματικότητά του, «γιατί η δική μας στάση είναι πάντα πολιτική», «έστω και εάν οι διατάξεις του νομοσχεδίου κινούνται στις παρυφές των συνταγματικών διατάξεων» καθώς «επιμένουμε ότι αυτό το σχέδιο θα έπρεπε να αποσυρθεί, γιατί δεν προάγει την δίκαιη εργασία, αλλά υποβαθμίζει την εργασία και τους εργαζομένους, αφαιρώντας τους θεμελιώδη δικαιώματα και κατακτήσεις του εργατικού δικαίου». Για την διάταξη του άρθρου 7 είπε ότι η 13ωρη εργασία ακουμπά τον ίδιο τον πυρήνα της συνταγματικής προστασίας της εργασίας. Η Πολιτεία, είπε, «δεν μπορεί να επικαλείται τη “συναίνεση” του εργαζομένου, όταν αυτή ασκείται κάτω από συνθήκες εξάρτησης και φόβου απώλειας της εργασίας του». Επισήμανε ότι είναι «άλλο η εξαρτημένη εργασία και άλλο η απασχόληση του αυτοαπασχολούμενου. Ο εργοδότης είναι κατά κανόνα ισχυρότερος οικονομικά, άρα και διαπραγματευτικά έναντι του εργαζομένου. Γι’ αυτό και υπάρχει η ανάγκη προστασίας του εργαζομένου από το εργατικό δίκαιο (ατομικό και συλλογικό) σε όλη την Ευρώπη και την χώρα μας». Ο κ. Μάντζος είπε ότι το 13ωρο αντιστρατεύεται την 11ωρη ξεκούραση που προβλέπει η Ευρωπαϊκή Οδηγία. Δεν ευνοεί ούτε το δημογραφικό.
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Χρήστος Γιαννούλης, είπε πως «μέσα από τις διατάξεις του εργασιακού νομοσχεδίου και με τέσσερις-πέντε παροχές, η κυβέρνηση επιχειρεί να ξεπλύνουν δεκάδες άρθρα πραγματικής αντεργατικής μεταρρύθμισης». Επιμένουμε, είπε, ότι «η πιο αξιόπιστη, γενναία και έντιμη λύση είναι η απόσυρση του νομοσχεδίου. Η υπεράσπιση του Συντάγματος αλλά και του Κανονισμού της Βουλής» πρόσθεσε, «είναι μια συνεχής και διαρκής προσπάθεια όλων μας για να διατηρήσουμε ισχυρά τα θεμέλια ενός κράτους δικαίου» και δήλωσε ότι «παρά τις ατέλειες που έχει η πρόταση αντισυνταγματικότητας, εμείς θα την υπερψηφίσουμε για να μην υπάρξει καμία λαθροχειρία και ρωγμή στην πλήρη αντίθεσή μας».
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ, Νίκος Καραθανασόπουλος, υποστήριξε ότι «σε μια ταξική κοινωνία, το Σύνταγμα δεν μπορεί να είναι αταξικό, καθώς προστατεύει τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης». Εάν το αστικό Σύνταγμα, είπε, «προστάτευε όντως τα δικαιώματα των εργαζομένων και του λαού, τότε δεν θα υπήρχε φτώχεια και εξαθλίωση». Η επίκληση στο Σύνταγμα, σημείωσε, «αποτελεί «αδειανό πουκάμισο» και αποπροσανατολίζει, συγκαλύπτοντας τον πυρήνα του αντεργατικού νομοσχεδίου της κυβέρνησης», δηλαδή την ικανοποίηση των συμφερόντων των επιχειρηματικών ομίλων «με κάθε τρόπο». Το ΚΚΕ πάντως, δήλωσε, θα στηρίξει την πρόταση αντισυνταγματικότητας, καθώς πρόκειται συνολικά για ένα νομοσχέδιο «τερατούργημα, που μετατρέπει τον εργαζόμενο άνθρωπο σε μηχανή, καταστρέφει την υγεία και τη ζωή του, τον οδηγεί στην εξάντλησή του, καταστρέφει την προσωπικότητά του και τσακίζει το δικαίωμά του για ελεύθερο χρόνο, ξεκούραση και αναψυχή».
Η αγορήτρια της Νέας Αριστεράς, Έφη Αχτσιόγλου, ανέφερε ότι η διάταξη προσκρούει σε μία σειρά από συνταγματικές αρχές, τονίζοντας ότι η προστατευτική διάταξη της «συναίνεσης του εργαζομένου δεν είναι στην πραγματικότητα έκφραση ελεύθερης βούλησης ή ελεύθερης επιλογής και όσοι έχουν στοιχειώδη γνώση της αγοράς εργασίας γνωρίζουν ότι ελεύθερη επιλογή σε τέτοιες περιπτώσεις δεν υπάρχει. Η σχέση εργοδότη και εργαζόμενου δεν είναι μία σχέση ισότιμων μερών».
Το 13ωρο, ανέφερε η κ. Αχτσιόγλου, προσβάλει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, προσβάλει την προστασία της οικογένειας, την προστασία της υγείας, το δικαίωμα στην εργασία. Επίσης, πρόσθεσε ότι είναι προφανές ότι οι συνθήκες εργασίας υποβαθμίζονται. Σημείωσε πως το κοινωνικό δικαίωμα στην εργασία -εκτός από την υποχρέωση νομοθέτησης για τη βελτίωσή του- σίγουρα θέτει ένα όριο ως προς την υποβάθμιση και υποχώρησή του από αυτά που έχουν ήδη κατακτηθεί. Και από τη στιγμή που κάνουμε βήμα πίσω σε σχέση με το 8ωρο, είναι προφανές ότι προσβάλλεται το δικαίωμα στην εργασία, ο ευρωπαϊκός κοινωνικός χάρτης και η λειτουργία των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ενώ προσβάλλεται και η Οδηγία 391 του ’89, που αφορά την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία.
Η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος της Νίκης, Ασπασία Κουρουπάκη, τάχθηκε υπέρ της αντισυνταγματικότητας της διάταξης, λέγοντας ότι «δεν πρόκειται για κάποια υπερβολή» αλλά «έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με το άρθρο 22 του Συντάγματος που προστατεύει το δικαίωμα εργασίας, όχι μόνο ως οικονομική σχέση, αλλά ως πυρήνα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας» και πρόσθεσε, μεταξύ άλλων, ότι «με την έως 13 ώρες εργασία ημερησίως καταλύεται στην πράξη το συνταγματικό κατοχυρωμένο όριο της υγείας και ανάπαυσης». Η διάταξη του άρθρου 7, είπε, είναι επίσης «αντίθετη με την Οδηγία 2003/88 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που προβλέπει την ελάχιστη 11ωρη ανάπαυση ενός εργαζομένου που έχει ενσωματωθεί στο εθνικό μας δίκαιο».
Η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος της Πλεύσης Ελευθερίας, Ελένη Καραγεωργοπούλου, από την πλευρά της, υποστηρίζοντας την ένσταση αντισυνταγματικότητας, είπε ότι «με αυτό το νομοσχέδιο επιχειρείται η καταστρατήγηση μιας σειράς από ανθρώπινα δικαιώματα στην ζωή, η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, η υγεία, η ασφάλεια των εργαζομένων και το ουσιαστικό περιεχόμενο της εργασίας». Η κ. Καραγεωργοπούλου πρόσθεσε ότι παραβιάζεται επιπροσθέτως και «το άρθρο 28 του Συντάγματος, μέσω του οποίου έχουν υπερ-νομοθετική ισχύ οι διατάξεις των διεθνών συμβάσεων εργασίας, όπως αυτές έχουν ρυθμιστεί στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, των Ηνωμένων Εθνών, τoυ ILO». Η βουλευτής ανέφερε ότι «η εργατική νομοθεσία έχει συν τω χρόνω αναγνωρίσει ότι ο υπάλληλος δεν είναι ισότιμος συναλλασσόμενος με τον εργοδότη».
πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ