Το πρόγραμμα αναβάθμισης των τεσσάρων φρεγατών ΜΕΚΟ του Πολεμικού Ναυτικού «σπάει» σε τρία μέρη, με το Ναυτικό να αναλαμβάνει ρόλους προμηθευτή και εργολάβου, αποκλείοντας τα μεγάλα ναυπηγεία της χώρας. Το συνολικό κόστος της αναβάθμισης ανέρχεται σε 290 εκατ.
ευρώ, με την αποπληρωμή να σχεδιάζεται σε πενταετία. Η αναβάθμιση περιλαμβάνει την προμήθεια νέου Συστήματος Διαχείρισης Μάχης από ολλανδική εταιρεία και την τοποθέτηση νέων συστημάτων.
Ωστόσο, οι διαδικασίες απευθείας ανάθεσης και οι γραφειοκρατικές δυσκολίες ενδέχεται να προκαλέσουν καθυστερήσεις, ενώ οι προτάσεις των ελληνικών ναυπηγείων δεν έχουν ληφθεί υπόψη λόγω έλλειψης πιστοποίησης.
Πιο αναλυτικά
Σε τρία μέρη «σπάει» το πρόγραμμα της αναβάθμισης των τεσσάρων φρεγατών ΜΕΚΟ του Πολεμικού Ναυτικού, το οποίο έχει αποφασιστεί να τρέξει το πρόγραμμα ως προμηθευτής, εργολάβος και εγγυητής των εργασιών. Παράλληλα μένουν εκτός διαδικασίας τα μεγάλα ναυπηγεία της χώρας. Αναλυτικά τα ποσά του προγράμματος.
Του Χρήστου Μαζανίτη
Σήμερα πρόκειται να εισαχθεί στην Ειδική Συνεδρίαση της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων στην αίθουσα της Γερουσίας το έργο αναβάθμισης των τεσσάρων φρεγατών ΜΕΚΟ, κλάσης ΥΔΡΑ. Η συζήτηση έχει προγραμματιστεί για τις 4 το απόγευμα.
Σύμφωνα με επιβεβαιωμένες πληροφορίες του enikos.gr, το πρόγραμμα εισάγεται προς συζήτηση έχοντας σπάσει σε τρία διαφορετικά κομμάτια. Το πρώτο, ύψους 260 εκατ. ευρώ περιλαμβάνει τα κύρια οπλικά και ηλεκτρονικά συστήματα, το δεύτερο ύψους 19 εκατ. ευρώ περιλαμβάνει τις εργασίες επί των συστημάτων μάχης και το τρίτο ύψους 11 εκατ. ευρώ περιλαμβάνει τη διασύνδεση των συστημάτων.
Συνολικά η αναβάθμιση των τεσσάρων φρεγατών, ΥΔΡΑ, ΣΠΕΤΣΑΙ, ΨΑΡΑ, ΣΑΛΑΜΙΣ, προϋπολογίζεται στα 290 εκατ. ευρώ, ήτοι 72,5 εκατ. ευρώ ανά πλοίο. Η δε αποπληρωμή σχεδιάζεται να πραγματοποιηθεί σε βάθος πενταετίας.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του Πολεμικού Ναυτικού η αναβάθμιση θα εξασφαλίσει τον επιχειρησιακό βίο των πλοίων για επιπλέον 15 χρόνια.
Κύριο μέρος του προγράμματος περιλαμβάνει την προμήθεια νέου Συστήματος Διαχείρισης Μάχης, (Combat Management System – CMS), που έχει αποφασιστεί να γίνει απευθείας από ολλανδική εταιρείας. Επιπλέον, θα τοποθετηθούν 8 Συστήματα Διαχείρισης Βολής / δύο ανά φρεγάτα καθώς και νέο σύστημα Μεταφοράς και Διαχείρισης Δεδομένων – Data.
Το εντυπωσιακό είναι ότι η ηγεσία του ΠΝ αποφάσισε να γίνει εκτός από χρήστης, προμηθευτής και εργολάβος των συστημάτων του. Δηλαδή, όπως περιγράφεται στο σχέδιο, το Πολεμικό Ναυτικό θα παραγγείλει τα συστήματα που θέλει και θα αναλάβει μόνο του να τα τοποθετήσει, αναλαμβάνοντας και την ευθύνη των εργασιών αλλά και την εν συνεχή υποστήριξη. Μία απόφαση που αποτελεί διεθνή πρωτοτυπία, αφού συνήθως στο ναύσταθμο – όπως και σε όλα τα ναυτικά παγκοσμίως – τα στελέχη του ΠΝ πραγματοποιούν τις περιοδικές εργασίες συντήρησης και όχι αναβαθμίσεις, ώστε να υπάρχουν οι ανάλογες εγγυήσεις και φυσικά για την εξοικονόμηση ανθρώπινων πόρων αλλά – κυρίως – λόγω έλλειψης των κατάλληλων υποδομών. Εξ ου και η διαφορά μεταξύ ναυστάθμου και ναυπηγείου.
Διαβάζοντας κάποιος λεπτομερώς το πρόγραμμα, αντιλαμβάνεται ότι εκτός από το «σπάσιμο» σε τρία κομμάτια, γίνεται εισαγωγή συγκεκριμένων εργολάβων για συγκεκριμένες εργασίες, με την μέθοδο της απευθείας ανάθεσης.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι προκρίνεται η υπογραφή τριών διαφορετικών συμβάσεων. Ή μία με τους Ολλανδούς που περιλαμβάνει την παράδοση στον ντόκο του Tacticos , την δεύτερη με μη πιστοποιημένη εταιρεία για τον σχεδιασμό κι επίβλεψη του έργου και η τρίτη με την χρήση εγκαταστάσεων ναυπηγείου για την εκτέλεση του έργου. Όμως κανείς δεν είναι ΟΕM (Original equipment manufacturer) άρα το ερώτημα που προκύπτει είναι πως γίνεται απευθείας ανάθεση; OEM του πλοίου είναι η κοινοπραξία που το ναυπήγησε, η οποία όμως είναι εκτός σύμβασης!
Άλλο ένα σημαντικό στοιχείο είναι ότι δεν έχει γίνει λεπτομερής περιγραφή για το κόστος προμήθειας του κάθε συστήματος και τι περιλαμβάνει καθώς και η τυχόν εμπλοκή τρίτων. Αυτά συνεπάγονται αυξημένες πιθανότητες το πρόγραμμα να παρουσιάσει σημαντικές καθυστερήσεις ενώ τυχόν απρόβλεπτα προβλήματα που ανακύψουν το ΠΝ θα χρειαστεί να πληρώσει εξτρά από την τσέπη του.
Επιπλέον, απουσιάζουν από την συζήτηση για το πρόγραμμα αναβάθμισης των φρεγατών οι προσφορές των μεγάλων ναυπηγείων της χώρας, που μπορούν να εγγυηθούν για τις εργασίες αλλά και για τους χρόνους παραδόσεων. Κι αυτό ενώ πριν από ακριβώς ένα χρόνο κατέθεσαν προτάσεις, στις οποίες μάλιστα περιλαμβάνονταν και σειρά εγγυήσεων αλλά και επιπλέον προσφορών, με την Ελευσίνα για παράδειγμα να προσφέρει δωρεάν σειρά εργασιών που είναι απαραίτητες σε μία ΤΠΚ κλάσης ΡΟΥΣΣΕΝ. Κάτι το οποίο, όμως, δεν μπόρεσε να γίνει εξαιτίας της απουσίας μητρώου πιστοποιημένων ναυπηγείων. Δηλαδή, το ΓΕΝ δεν μπόρεσε να προχωρήσει στη συμφωνία να πάει το πλοίο για δωρεάν επισκευές, αφού δεν υπάρχει η ανάλογη πιστοποίηση από αρμόδιο φορέα που θα έχει ορίσει το κράτος. Αυτό συμβαίνει, βέβαια, για όλα τα ναυπηγεία της χώρας. Με απλά λόγια, το ναυπηγείο που κατασκεύασε το πλοίο και εφάρμοσε και καινοτομίες – με κατοχυρωμένες πατέντες στα δύο τελευταία – δεν μπορεί να αναλάβει την δωρεάν συντήρησή του εξαιτίας γραφειοκρατικών διαδικασιών του ελληνικού δημοσίου.
Τα παραπάνω τελούν υπό το βλέμμα της νεοσυσταθείσας Γενικής Γραμματείας εθνικής ασφάλειας, η οποία έχει αναλάβει την υψηλή εποπτεία όλων των προγραμμάτων των Ενόπλων Δυνάμεων.