Η υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, Δόμνα Μιχαηλίδου, δήλωσε ότι το σύστημα υιοθεσίας στην Ελλάδα έχει γίνει διαφανές και ασφαλές, αποκλείοντας την επανάληψη περιπτώσεων όπως αυτή του Γιάννη Καγκάνη, ο οποίος υπήρξε θύμα παράνομης υιοθεσίας.
Με την ψηφιοποίηση των διαδικασιών και τη δημιουργία ενιαίου μητρώου, η ελληνική πολιτεία έχει πλέον τη δυνατότητα να παρακολουθεί και να ελέγχει τις υιοθεσίες, διασφαλίζοντας τη διαφάνεια και την αποδοτικότητα της διαδικασίας.
Ωστόσο, η βουλευτής Ασπασία Κουρουπάκη επισήμανε ότι υπάρχουν πολλές παρόμοιες περιπτώσεις εξαναγκαστικών υιοθεσιών και ζήτησε να διερευνηθούν οι υποθέσεις αυτές και να αποδοθούν ευθύνες στους υπεύθυνους.
Πιο αναλυτικά
«Το σύστημα υιοθεσίας στην χώρα μας είναι πλέον διαφανές και περιπτώσεις όπως του Γιάννη Καγκάνη δεν μπορούν να ξανασυμβούν, γιατί τώρα γίνονται όλα ενιαία, ψηφιακά, υπάρχει απόλυτη καταγραφή των διαδικασιών και το κυριότερο είναι ότι υπάρχει έλεγχος και τιμωρία» διαβεβαίωσε η υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, Δόμνα Μιχαηλίδου, απαντώντας σε σχετική Επίκαιρη Ερώτηση της βουλευτού της Νίκης Ασπασίας Κουρουπάκη.
Τη συζήτηση της Ερώτησης παρακολούθησε από τα θεωρεία της Ολομέλεια ο Γιάννης Καγκάνης, που το 1981 δηλώθηκε νεκρός από το μαιευτήριο για να απαχθεί από την βιολογική του μητέρα και μετά «πουλήθηκε» σε παράνομη υιοθεσία, μέσω πλαστών δηλώσεων.
Η υπουργός ανέφερε πως «υποθέσεις ακριβώς σαν του Γιάννη Καγκάνη, παιδιών που δόθηκαν σε παράνομες υιοθεσίες σε οικογένειες εντός και εκτός της χώρας είναι που μας πεισμώνουν για να εντείνουμε το έργο μας».
Επισήμανε ότι μέχρι το 2019 η ελληνική πολιτεία δεν ήξερε και δεν είχε τη δυνατότητα να ξέρει και να καταλάβει πόσα παιδιά βρίσκονται σε ιδιωτικά, δημόσια και εκκλησιαστικά ιδρύματα. Υπήρχε μια τρομερή αδιαφάνεια. Μέχρι την μεταρρύθμισής του συστήματος υιοθεσιών- αναδοχών και την δημιουργία του ενιαίου μητρώο δεν μπορούσε να αποτυπωθεί το ποια και πόσα παιδιά είναι στα ιδρύματα, ενώ και ο κάθε συμπολίτης μας δεν είχε μια διαφανή και μια ισόνομη δυνατότητα να υιοθετήσει ή να γίνει ανάδοχος σε ένα παιδί. Οι δε κοινωνικοί λειτουργοί έκριναν από μόνοι τους στα ιδρύματα την καταλληλότητα ενός ζευγαριού να υιοθετήσει ένα παιδί. Πλέον η καταλληλότητα κρίνεται με βάση τα κριτήρια και την διαδικασία του νόμου και εκεί που δίνεται η βαρύτητα η κοινωνική έρευνα στο κατά πόσο ο υποψήφιος γονέας είναι ικανός να γίνει γονέας και η ημερομηνία στην οποία κατέθεσε την αίτησή του. Το σύστημα είναι διαφανές, όλα γίνονται ενιαία και ψηφιακά, υπάρχει απόλυτη καταγραφή των διαδικασιών σε κάθε φάση, ενώ το κυριότερο είναι υπάρχει έλεγχος και τιμωρία για τους παραβάτες.
Η υπουργός, σημείωσε ότι υπάρχει η ψηφιοποίηση όλων των εγγράφων και των δικαστικών αποφάσεων για τις υιοθεσίες και τις αναδοχές από το 1950 μέχρι και σήμερα στο σύστημα «e-pronoia» και από το 2015 και μετά, στο σύστημα ANYNET., έτσι πλέον υπάρχει η πληροφορία ψηφιοποιημένη και για όλες τις υιοθεσίες και τις αναδοχές οι οποίες έγιναν από το 1950 μέχρι σήμερα. Έτσι πλέον «έχουμε αλλάξει σελίδα. γιατί ακόμη και αν όλα όσα έχουν προβλεφθεί δεν λειτουργούν καλά, υπάρχει η ψηφιοποιημένη πληροφορία, από την οποία κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει».
Η κυρία Μιχαηλίδου, ανέφερε πως τα ιδρύματα έχουν την υποχρέωση να παρέχουν πληροφορίες εάν τις αναζητήσει ο τεκνοθετημένος ενήλικας για τους βιολογικούς του γονείς, ενώ αυτό δεν ισχύει αντίστροφα να λαμβάνουν πληροφορίες οι βιολογικούς γονείς οι οποίοι άφησαν το παιδί τους και έχει δοθεί σε υιοθεσία.
Στην περίπτωση του Γιάννη, όπως είπε η υπουργός «το Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Αττικής του παρείχε σε σύντομο χρονικό διάστημα όλα στοιχεία που αιτήθηκε, καθώς το συγκεκριμένο ίδρυμα έχει και είναι από τα πιο ιστορικά Τμήμα Αναζήτησης Ριζών».
Η βουλευτής της Νίκης Ασπασία Κουρουπάκη ανέφερε ότι η περίπτωση του Γιάννη Καγκάνη είναι ένα τρανταχτό παράδειγμα εξαναγκαστικής υιοθεσίας. Το πρόβλημα είναι ευρύτερο, καθώς υπάρχουν πολλές χιλιάδες παρόμοιες περιπτώσεις. Ζήτησε το ζήτημα να εξεταστεί συνολικά, ώστε τα θύματα των εξαναγκαστικών υιοθεσιών να ενωθούν ξανά με τις βιολογικές τους οικογένειες, να ξεσκεπαστούν τα όποια κυκλώματα και να οδηγηθούν οι υπεύθυνοι στη δικαιοσύνη για το διαρκές έγκλημα που διέπραξαν. Επεσήμανε πως ακόμα και ένας βουλευτής, σύμφωνα με δημοσιεύματα αναζητά ακόμη και σήμερα τη χαμένη του αδερφή, καθώς από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα, χιλιάδες παιδιά δόθηκαν παράνομα για υιοθεσία τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, χωρίς νόμιμες διαδικασίες και χωρίς κρατικό έλεγχο.
Η βουλευτής ανέφερε πως «σύμφωνα με τον Σύλλογο Έρευνας και Αποκάλυψης Στοιχείων Υιοθετημένων Παιδιών, υπάρχει διαχρονική παράλειψη των κυβερνήσεων να ερευνήσουν τις αναγκαστικές εξαφανίσεις χιλιάδων νεογέννητων παιδιών» και παρά το άρθρο 1559 του Αστικού Κώδικα ότι το θετό τέκνο μετά την ενηλικίωσή του έχει το δικαίωμα να πληροφορείται πλήρως τα στοιχεία των φυσικών γονέων του, οι άνθρωποι αυτοί αντιμετωπίζουν έναν Γολγοθά γραφειοκρατίας και άρνησης των υπηρεσιών να του επιτρέψουν την πρόσβαση στα στοιχεία του φακέλου τους. Η κυρία Κουρουπάκη είπε πως «πολλές χώρες παγκοσμίως βρίσκονται αυτή τη στιγμή στη διαδικασία διερεύνησης και αναζήτησης διορθωτικών μέτρων για την ιστορία των εξαναγκαστικών υιοθεσιών. Η χώρα μας, όμως, δυστυχώς, παρότι έχει κυρώσει τη Διεθνή Σύμβαση για την Προστασία Όλων των Προσώπων από την Αναγκαστική Εξαφάνιση, ν. 4268/2014, καταδεικνύει απόλυτη ανεπάρκεια στην πάταξη μιας τόσο ειδεχθούς και εγκληματικής πρακτικής, όπως οι ιστορίες των χαμένων παιδιών της Ελλάδας».