Η απόφαση του Εφετείου του Καΐρου για την απαλλοτρίωση της Μονής της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά έχει προκαλέσει έντονες ανησυχίες στην ελληνική κυβέρνηση, καθώς έρχεται σε αντίθεση με προηγούμενες συμφωνίες μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου.
Παρά τις διαβεβαιώσεις από την αιγυπτιακή πλευρά ότι θα διατηρηθεί το θρησκευτικό καθεστώς της μονής, η Αθήνα αναμένει την πλήρη δικαστική απόφαση για να εξετάσει την κατάσταση.
Η ελληνική κυβέρνηση, υπό την πίεση των αντιδράσεων, συνεχίζει να ασκεί πιέσεις για την υλοποίηση των συμφωνηθέντων, ενώ οι πολιτικές αντιδράσεις στην Ελλάδα είναι έντονες, με την αντιπολίτευση να κατηγορεί την κυβέρνηση για ανεπάρκεια.
Πιο αναλυτικά
Σε επιφυλακή παραμένουν η ελληνική κυβέρνηση και το υπουργείο Εξωτερικών, μετά την αιφνιδιαστική απόφαση του Εφετείου του Καΐρου για απαλλοτρίωση της Μονής της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, παρά το γεγονός ότι υπήρχε συμφωνία κυρίων στο ανώτατο επίπεδο, ανάμεσα στην αιγυπτιακή και την ελληνική κυβέρνηση.
Την Πέμπτη το κυβερνητικό επιτελείο βρέθηκε αντιμέτωπο με τα… μυστήρια του Σινά και μπορεί οι διαβεβαιώσεις που έδωσαν το βράδυ της Πέμπτης το αιγυπτιακό υπουργείο Εξωτερικών και η αιγυπτιακή Προεδρία να ικανοποίησαν, δεν καθησύχασαν όμως την Αθήνα. Η κυβέρνηση περιμένει τώρα να πάρει στα χέρια της την απόφαση του δικαστηρίου για να διαπιστώσει πού ακριβώς εντοπίζεται το πρόβλημα με το ιδιοκτησιακό καθεστώς της μονής, ενώ συνεχίζει να ασκεί πίεση στην αιγυπτιακή κυβέρνηση ώστε να γίνουν αυτά που είχαν συμφωνηθεί.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Πρόεδρο της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι και οι δύο ηγέτες συμφώνησαν ότι η λύση βρίσκεται σε όσα είχαν συμφωνηθεί κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Αλ Σίσι στην Αθήνα στις 7 Μαΐου. Τη Δευτέρα μια ελληνική αντιπροσωπεία θα μεταβεί στο Κάιρο για την ταχεία επεξεργασία και ολοκλήρωση της συμφωνίας.
Η απόπειρα του αιγυπτιακού βαθέος κράτους να απαλλοτριώσει την περιουσία της μονής έχει την αφετηρία της δεκαετίες πίσω, κλιμακώθηκε όμως το 2015, δηλαδή μετά την «Αραβική Ανοιξη» και τη σύντομη παραμονή στην εξουσία των «Αδελφών Μουσουλμάνων». Τότε ξεκίνησε και η δικαστική περιπέτεια της μονής καθώς το αιγυπτιακό Δημόσιο (ο κυβερνήτης του νοτίου Σινά) στράφηκε εναντίον της με το αίτημα της απαλλοτρίωσης της περιουσίας της και με το επιχείρημα ότι η μονή δεν είχε αναγνωριστεί από το αιγυπτιακό κράτος ως νομικό πρόσωπο.
Η δικαστική διαδικασία συνεχιζόταν όλα τα τελευταία χρόνια, εξαντλώντας τη μία μετά την άλλη τις βαθμίδες της αιγυπτιακής Δικαιοσύνης. Μάλιστα, είναι ενδεικτικό ότι η απόφαση που έγινε γνωστή την Παρασκευή και προκάλεσε τεράστια αναστάτωση στην Αθήνα ήταν απόφαση Εφετείου. Παράλληλα, και στην πορεία της σύσφιξης των ελληνοαιγυπτιακών σχέσεων το ζήτημα της μονής βρέθηκε στην ατζέντα των συνομιλιών ανάμεσα στο Κάιρο και στην Αθήνα. Προς το τέλος του 2024, μάλιστα, η ελληνική πολιτεία παρενέβη ενεργά στη διαμάχη της Αιγύπτου με τη μονή.
Ύστερα από συνεννόηση με το Κάιρο σε πολιτικό επίπεδο, υπήρξε ελληνική αποστολή στην Αίγυπτο και εκεί επιβεβαιώθηκε ο διακανονισμός ανάμεσα στον Αρχιεπίσκοπο Σινά και ηγούμενο της μονής Δαμιανό και το αιγυπτιακό κράτος. Ο διακανονισμός αυτός προέβλεπε ότι θα γινόταν διακοπή της δικαστικής διαδικασίας και θα αναγνωρίζονταν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας της μονής, η οποία σε αντάλλαγμα θα ήταν υποχρεωμένη σε συνεργασία με την Αρχαιολογική Υπηρεσία της Αιγύπτου για την προστασία των μνημείων.
Συμφωνία κυρίων
Αυτή τη συμφωνία κυρίων ανάμεσα σε Αθήνα και Κάιρο τη χαιρέτησαν τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης όσο και ο Πρόεδρος της Αιγύπτου, Aλ Σίσι, στη διάρκεια του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας στις 7 Μαΐου. Μάλιστα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στις προσπάθειες που καταβάλλουν από κοινού η ελληνική και η αιγυπτιακή κυβέρνηση να επιλύσουν το ζήτημα και ευχαρίστησε θερμά τον Πρόεδρο Αλ Σίσι για το προσωπικό ενδιαφέρον που έχει επιδείξει για την προστασία της μονής και του ελληνορθόδοξου χαρακτήρα της.
Αυτό που περίμενε η ελληνική κυβέρνηση ήταν η μετουσίωση αυτής της συμφωνίας κυρίων σε νομικά δεσμευτικό κείμενο. Αντ’ αυτού, όμως, ήρθε η απόφαση του Εφετείου του Καΐρου που, σύμφωνα με πληροφορίες, δήμευε την περιουσία της μονής και προωθούσε τη μετατροπή της σε μουσείο.
Η απόφαση ήταν κεραυνός εν αιθρία για την ελληνική πλευρά, που γνώριζε μεν ότι η δικαστική διαδικασία βρισκόταν σε εξέλιξη, θεωρούσε ωστόσο ότι θα ανακοπεί κατόπιν ενεργειών της αιγυπτιακής κυβέρνησης, όπως είχε συμφωνηθεί. Η ελληνική αντίδραση ήταν άμεση και ηχηρή. O υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, επικοινώνησε αμέσως με τον Αιγύπτιο ομόλογό του, Μπαντρ Αμπντελάτι, και του κατέστησε σαφές ότι «δεν υπάρχει κανένα περιθώριο να αποκλίνουμε από την κοινή κατανόηση των δύο πλευρών, η οποία εκφράστηκε από τους ηγέτες των δύο χωρών στο πλαίσιο του πρόσφατου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας στην Αθήνα».
Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Εξωτερικών, η επικοινωνία και τα τηλεφωνήματα ανάμεσα στους δύο υπουργούς ήταν συνεχή την Πέμπτη, ενώ για το θέμα τοποθετήθηκε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, ο οποίος υπογράμμισε αυστηρά ότι ο πρωθυπουργός «παραμένει στη δέσμευση που έλαβε δημοσίως και κατ’ ιδίαν από τον Πρόεδρο της Αιγύπτου κατά τη διάρκεια του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας των δύο χωρών στην Αθήνα για τη διατήρηση του λατρευτικού ελληνορθόδοξου χαρακτήρα της μονής και αναμένει άμεσα την υπογραφή της σχετικής συμφωνίας, όπως είχε διαμορφωθεί μεταξύ των μερών».
Η είδηση για την απόφαση του αιγυπτιακού δικαστηρίου προκάλεσε έναν καταιγισμό αντιδράσεων στην Αθήνα. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος έκανε λόγο για μία ακόμη «ιστορική άλωση» που βιώνουν η Ορθοδοξία και ο Ελληνισμός και εξέφρασε την απερίφραστη καταδίκη του για την απόφαση των αιγυπτιακών Αρχών. Χωρίς να κρύβει την «απέραντη θλίψη του και την εύλογη οργή του», ζήτησε κινητοποίηση από κάθε ελληνική και κάθε διεθνή Αρχή για το γεγονός ότι «η περιουσία της μονής υφαρπάζεται και δημεύεται και ο πνευματικός αυτός Φάρος της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού αντιμετωπίζει πλέον ζήτημα πραγματικής επιβίωσης». Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος διεμήνυσε ότι «αυτό δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε». Από την πλευρά του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος εξέφρασε «απογοήτευση και θλίψη» και απηύθυνε έκκληση στον Πρόεδρο Αλ Σίσι για τη διατήρηση του καθεστώτος της μονής.
Η αντιπολίτευση
Από την πλευρά τους, τα κόμματα της αντιπολίτευσης άσκησαν σφοδρή κριτική στην κυβέρνηση. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, καταλόγισε ευθύνες στον πρωθυπουργό και στον υπουργό Εξωτερικών, λέγοντας ότι είναι «βαθύτατα εκτεθειμένοι». Ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Καραμέρος, καταλόγισε στην κυβέρνηση «προχειρότητα» και «έλλειψη αξιοπιστίας που παράγει δυσμενή αποτελέσματα για τις διεθνείς σχέσεις της χώρας».
Αργά το βράδυ της Πέμπτης, η αιγυπτιακή πλευρά αναδιπλώθηκε και προχώρησε σε επαναβεβαίωση των δεσμεύσεων που είχε αναλάβει στην Αθήνα ο Πρόεδρος Αλ Σίσι. Η Προεδρία της Αιγύπτου δήλωσε «την πλήρη δέσμευσή της να διατηρήσει το μοναδικό και ιερό θρησκευτικό καθεστώς της Μονής της Αγίας Αικατερίνης και να μη βλάψει αυτό το καθεστώς», υποστηρίζοντας ότι «η δικαστική απόφαση εδραιώνει αυτό το καθεστώς». Και το αιγυπτιακό υπουργείο Εξωτερικών, διά του εκπροσώπου του, επιχείρησε να διαλύσει τις ανησυχίες που προκλήθηκαν, τονίζοντας ότι «δεν υπάρχει απολύτως καμία βλάβη στη Μονή Αγίας Αικατερίνης, στους αρχαιολογικούς της χώρους, στην πνευματική της αξία, στο θρησκευτικό της κύρος ή στα κοιμητήριά της». Η δικαστική απόφαση, προσέθεσε ο εκπρόσωπος, «αποτελεί την πρώτη φορά που νομιμοποιείται το καθεστώς του μοναστηριού και διαφυλάσσεται ο ιερός του χαρακτήρας».
Οι δηλώσεις και οι ανακοινώσεις αυτές προκάλεσαν ικανοποίηση στην Αθήνα, όπως έλεγαν στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών και ότι κινούνται στη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο δεν υπάρχει εφησυχασμός. Παρά το γεγονός ότι οι σχέσεις με την Αίγυπτο θεωρούνται κομβικής σημασίας για την εξωτερική μας πολιτική και κανείς δεν θα ήθελε να τις διαταράξει, η Αθήνα σκοπεύει να διατηρήσει την πίεση στην αιγυπτιακή κυβέρνηση, ώστε να υλοποιηθούν αυτά που έχουν συμφωνηθεί. Ταυτόχρονα στην Αθήνα περιμένουν να πάρουν στα χέρια τους τη δικαστική απόφαση και να αξιολογήσουν τι ακριβώς αναφέρει σε σχέση με το ιδιοκτησιακό καθεστώς της μονής, στο οποίο δεν αναφέρθηκαν ούτε η αιγυπτιακή Προεδρία ούτε το αιγυπτιακό υπουργείο Εξωτερικών. Πιθανόν να υπάρξουν διευκρινίσεις από την πλευρά της Αιγύπτου σήμερα, καθώς είναι προγραμματισμένη η τριμερής Κύπρου, Αιγύπτου και Ελλάδας για τους αποδήμους σε επίπεδο υφυπουργών Εξωτερικών, που θα γίνει στην Αθήνα.