Περίπου 15.000 συνταξιούχοι με περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης αναμένουν αναδρομικές αυξήσεις που ξεπερνούν τα 8.500 ευρώ, λόγω καθυστερήσεων στον επανυπολογισμό των συντάξεών τους από τον Οκτώβριο του 2019.
Το πρόβλημα προκύπτει από την εφαρμογή των αυξημένων ποσοστών αναπλήρωσης του νόμου Βρούτση, που δεν έχουν ακόμα αποδοθεί λόγω καθυστερήσεων από τις ιδιωτικές εταιρείες που ανέλαβαν το έργο.
Οι συνταξιούχοι καλούνται να ελέγξουν τα εκκαθαριστικά τους και να υποβάλουν αίτηση επανυπολογισμού, ώστε να διεκδικήσουν τις αυξήσεις και τα αναδρομικά που δικαιούνται.
Η διαδικασία αυτή αναδεικνύει τις αδυναμίες του συστήματος, καθώς πολλές συντάξεις παραμένουν σε εκκρεμότητα.
Πιο αναλυτικά
Πότε θα δοθούν τα ποσά, τα οποία εκκρεμούν από τον Οκτώβριο του 2019. Αναδρομικά ποσά που ξεπερνούν τα 8.500 ευρώ μπορούν να διεκδικήσουν περίπου 15.000 συνταξιούχοι με περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης, κυρίως όσοι έχουν διαδοχική ή παράλληλη ασφάλιση, καθώς και ασφάλιση με βαρέα και ανθυγιεινά ένσημα.
Της ΑΡΓΥΡΩΣ Κ. ΜΑΥΡΟΥΛΗ – ΠΗΓΗ: Realnews
Το πρόβλημα εστιάζεται στον επανυπολογισμό παλαιών απονομών και στην εφαρμογή των αυξημένων ποσοστών αναπλήρωσης που θεσπίστηκαν με τον ν. 4670/2020 (νόμος Βρούτση). Οι νέες αυξήσεις ισχύουν από τον Οκτώβριο του 2019, με αποτέλεσμα οι δικαιούχοι να λαμβάνουν και αναδρομικά. Σε πολλές περιπτώσεις τα ποσά κυμαίνονται από 3.000 έως 5.000 ευρώ για όσους έχουν 35-36 χρόνια ασφάλισης, ενώ για όσους έχουν 40 έτη και υψηλό συντάξιμο μισθό τα ποσά μπορεί να ξεπεράσουν τα 8.500 ευρώ.
Παρά το γεγονός ότι οι βελτιωμένοι συντελεστές ισχύουν από τον Οκτώβριο του 2019, χιλιάδες συνταξιούχοι δεν έχουν λάβει τις σχετικές αυξήσεις και τα αναλογούντα αναδρομικά εξαιτίας καθυστερήσεων στις εκκαθαρίσεις από τις ιδιωτικές εταιρείες στις οποίες έχει ανατεθεί το έργο από τον e-ΕΦΚΑ.
Σύμφωνα με τον δικηγόρο Διονύση Ρίζο, παρότι υπάρχουν άτομα που έχουν πάνω από 30 έτη ασφάλισης, δεν έχει γίνει ο απαραίτητος επανυπολογισμός της σύνταξής τους και ως εκ τούτου δεν έχουν λάβει ούτε τα αυξημένα μηνιαία ποσά, ούτε τα αναλογούντα αναδρομικά. Το πρόβλημα αγγίζει κυρίως συνταξιούχους του ΙΚΑ και των πρώην ταμείων του ιδιωτικού τομέα. Πρόκειται για ασφαλισμένους που, ενώ πληρούν τα κριτήρια προσαύξησης της ανταποδοτικής τους σύνταξης, δεν έχουν συμπεριληφθεί στις ολοκληρωμένες εκκαθαρίσεις λόγω των καθυστερήσεων από τις ιδιωτικές εταιρείες στις οποίες ο e-ΕΦΚΑ έχει αναθέσει το σχετικό έργο. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, όσοι συνταξιοδοτήθηκαν με περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης θα έπρεπε να είχαν λάβει αυξήσεις βάσει των βελτιωμένων ποσοστών αναπλήρωσης του ν. 4670/2020. Για παράδειγμα:
- Στα 31 έτη ασφάλισης αντιστοιχεί προσαύξηση 1,08% στην ανταποδοτική σύνταξη.
- Στα 40 έτη η προσαύξηση φτάνει το 7,2%.
- Σε ενδιάμεσες περιπτώσεις εφαρμόζονται αναλογικά ποσοστά.
Ωστόσο, όπως διαπιστώνεται από τα εκκαθαριστικά, σύμφωνα με τον Δ. Ρίζο, πολλοί συνταξιούχοι δεν έχουν λάβει καμία αύξηση – ούτε καν το σταθερό μηνιαίο ποσό που τους αναλογεί. Σε χαρακτηριστικές περιπτώσεις η προσαύξηση των 91,80 ευρώ και των 64,91 ευρώ αντίστοιχα, που θα έπρεπε να καταβληθεί, δεν έχει αποδοθεί ποτέ, ούτε έχουν δοθεί τα αντίστοιχα αναδρομικά ποσά. Οι συνταξιούχοι που πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά τα εκκαθαριστικά τους είναι:
- Όσοι συνταξιοδοτήθηκαν μετά τον Μάιο του 2016.
- Όσοι έχουν τουλάχιστον 30 έτη ασφάλισης.
- Όσοι βλέπουν στην απόφαση συνταξιοδότησης να αναφέρονται συντελεστές του ν. 4387/2016 (νόμος Κατρούγκαλου), ενώ θα έπρεπε να εφαρμόζονται οι βελτιωμένοι συντελεστές του ν. 4670/2020.
- Όσοι παρατηρούν απόκλιση ανάμεσα στο ποσό που λαμβάνουν και σε εκείνο που θα προέκυπτε με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης.
Τι πρέπει να κάνουν
Η διοίκηση του e-ΕΦΚΑ καλεί τους συνταξιούχους που πληρούν τα κριτήρια, αλλά δεν έχουν δει αυξήσεις στη σύνταξή τους, να υποβάλουν αίτηση επανυπολογισμού και επανεξέτασης του ποσού. Η διαδικασία αυτή μπορεί να αποκαλύψει δικαιώματα σε μη καταβληθείσες αυξήσεις και αναδρομικά. Ο επανυπολογισμός δεν αφορά το σύνολο των συνταξιούχων, αλλά για εκείνους που έχουν πολλά χρόνια εργασίας είναι μια σημαντική αναγνώριση. Μετά από δεκαετίες καταβολής εισφορών, η αναπροσαρμογή των ποσοστών επιτρέπει στους ασφαλισμένους να δουν αυξήσεις που ξεπερνούν τα 150-200 ευρώ τον μήνα, ενώ τα αναδρομικά ενισχύουν άμεσα το εισόδημά τους. Παράλληλα, η διαδικασία αναδεικνύει και τις αδυναμίες του συστήματος, καθώς αρκετές συντάξεις παραμένουν σε εκκρεμότητα λόγω καθυστερήσεων στον έλεγχο των στοιχείων.
Παραδείγματα
Ασφαλισμένος με 20 έτη στο πρώην ΙΚΑ και επιπλέον 20 έτη στον πρώην ΟΑΕΕ. Αν και συνολικά διαθέτει 40 χρόνια ασφάλισης, λαμβάνει σύνταξη με μείωση 30% λόγω πρόωρης αποχώρησης, καθώς δεν έχει συνυπολογιστεί η διαδοχική ασφάλιση. Για τη διόρθωση του σφάλματος απαιτούνται έως και 4 έτη, με αποτέλεσμα μεγάλη απώλεια εισοδήματος.
Συνταξιούχος που αποχώρησε το 2017 με 38 έτη ασφάλισης και σύνταξη 1.200 ευρώ, μετά τον επανυπολογισμό θα λαμβάνει σύνταξη 1.316 ευρώ – μηνιαία αύξηση κατά 116 ευρώ και αναδρομικά 7.540 ευρώ.
Έλεγχοι
Σύμφωνα με τον Δ. Ρίζο, αν και ο ΕΦΚΑ αναγνωρίζει τις καθυστερήσεις, καλεί τους συνταξιούχους να ελέγξουν προληπτικά τις αποφάσεις συνταξιοδότησής τους και να προβούν σε αίτηση επανεξέτασης, εφόσον διαπιστώσουν απόκλιση από τα δικαιούμενα ποσά. Πολλοί από τους θιγόμενους δεν έχουν λάβει καμία σχετική ενημέρωση και αγνοούν ότι ενδέχεται να δικαιούνται αύξηση και αναδρομικά. Σε άλλες περιπτώσεις, η καθυστέρηση οφείλεται στο γεγονός ότι δεν έχει ολοκληρωθεί ο επανυπολογισμός για λόγους τεχνικούς ή λόγω αδράνειας στην αξιολόγηση περιπτώσεων με διαδοχική ή παράλληλη ασφάλιση.
Για κάθε σύνταξη που επανυπολογίζεται θα εξεταστούν και οι αυξήσεις για τα έτη 2023, 2024 και 2025 με βάση τα νέα ποσά. Αν προκύψει προσωπική διαφορά με τον επανυπολογισμό, η αύξηση συμψηφίζεται και ο συνταξιούχος δεν έχει όφελος μέχρι η αύξηση να υπερκαλύψει τη διαφορά. Αν ο επανυπολογισμός δεν βγάλει προσωπική διαφορά, τότε ο συνταξιούχος θα λάβει το επιπλέον ποσό. Τα ποσά των αναδρομικών είναι μεικτά και με παρακράτηση 6% για την υγειονομική περίθαλψη. Επίσης, θα ισχύουν κλιμακωτή παρακράτηση από 3% έως 14% λόγω της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης για τις συντάξεις που ξεπερνούν τα 1.400 ευρώ, καθώς και φόρος 20% επί του ποσού των αναδρομικών.
Διαβάστε εδώ το δημοσίευμα