Η υπόθεση της διπλής δολοφονίας σε κάμπινγκ στη Φοινικούντα εξελίσσεται με τις αρχές να ερευνούν εντατικά τις επικοινωνίες και τα κινητά τηλέφωνα των εμπλεκομένων.
Ο 22χρονος φερόμενος ως συνεργός της δολοφονίας αποκάλυψε ότι είχε τη δυνατότητα να εκβιάσει τον 68χρονο ιδιοκτήτη του κάμπινγκ, κατηγορώντας τον για κακοποίηση ανηλίκων.
Παράλληλα, οι αρχές εξετάζουν βιντεοληπτικό υλικό και τηλεφωνικές επικοινωνίες για να διαλευκάνουν την υπόθεση. Η έρευνα επικεντρώνεται στις επικοινωνίες των δύο 22χρονων κατηγορουμένων, ενώ αναμένονται νέα εντάλματα σύλληψης.
Ο 22χρονος συνεργός είχε προηγουμένως επιχειρήσει να δολοφονήσει τον 68χρονο, αλλά απέτυχε, και τελικά η τρίτη απόπειρα στις 5 Οκτωβρίου ήταν μοιραία, με τον θάνατο του ιδιοκτήτη και του επιστάτη του κάμπινγκ.
Πιο αναλυτικά
Όλο και πιο κοντά στη λύση του συγκλονιστικού μυστηρίου για την υπόθεση της διπλής δολοφονίας σε κάμπινγκ στη Φοινικούντα, πλησιάζουν οι αρχές, βάζοντας «στο μικροσκόπιο» κινητά τηλέφωνα, αναζητώντας πιθανούς υπόπτους και συνεργούς των δύο 22χρονων προφυλακιστέων και «ξεσκονίζοντας» κάθε βιντεοληπτικό, φωτογραφικό και ηχητικό ντοκουμέντο που πέφτει στα χέρια τους.
Η αστυνομία ερευνά τις επικοινωνίες στην περιοχή πριν αλλά και μετά το έγκλημα του 68χρονου ιδιοκτήτη του κάμπινγκ στη Φοινικούντα και του επιστάτη του που σημειώθηκε στις 5 Οκτωβρίου. Όπως αποκάλυψε σήμερα (21.10.2025) η εκπομπή Live News, ο 22χρονος φερόμενος ως φυσικός αυτουργός της διπλής δολοφονίας φαίνεται πως έχει καταθέσει ότι ο συνομήλικός του φερόμενος ως συνεργός, μιλούσε στο κινητό την ώρα που οι δυο τους πήγαιναν στη Μεσσηνία.
«Στον δρόμο ο 22χρονος είχε μιλήσει 4 – 5 φορές στο τηλέφωνο. Πήγαινε πιο δίπλα και μιλούσε χαμηλόφωνα. Έλεγε ότι μιλάει με την κοπέλα του και έναν φίλο του από Αθήνα. Πριν φτάσουμε στο κάμπινγκ σταματήσαμε, γιατί μου είπε ότι τον είχαν καλέσει πολλές φορές στο τηλέφωνο και ήθελε να μιλήσει. Πάλι πριν φτάσουμε στο κάμπινγκ πήγε πιο πέρα για να μιλήσει και έλειψε 2 – 3 λεπτά. Όταν ο 22χρονος πήγαινε να μπει στο κάμπινγκ, θυμάμαι ξαναμίλησε στο τηλέφωνο», φέρεται να έχει πει.
Οι απολογίες των δύο προφυλακισμένων πλέον κατηγορουμένων, το βιντεοληπτικό υλικό, αλλά και οι τηλεφωνικές επικοινωνίες από την περιοχή, βρίσκονται όλα στην έρευνα της ΕΛ.ΑΣ.
Σύμφωνα με την ίδια αποκάλυψη,o 22χρονος φερόμενος συνεργός είχε δύο κινητά πάνω του, πράγμα που σημαίνει ότι δεν φαίνεται να είχε μόνο το λεγόμενο «πακιστανικό» κινητό, αλλά ακόμη ένα. Ο ίδιος ο νεαρός έχει πει ότι τα πέταξε σε κάποιο σημείο πριν φθάσει από την Καλαμάτα στην Αθήνα.
Για τους αστυνομικούς –αυτό το λάθος– όπως το χαρακτηρίζουν- οι δύο συσκευές μπορεί να οδηγήσουν στην άκρη του νήματος, προκειμένου να αποκαλυφθεί ολόκληρο το δρομολόγιο του 22χρονου που φέρεται να έχει το ρόλο του συνεργού. Σημειώνεται πως συνολικά οι Αρχές έχουν ανοίξει και ελέγχουν επτά κινητά, εκ των οποίων τα δύο είναι των θυμάτων που δεν έχουν δώσει κάτι, τα υπόλοιπα είναι των δύο συλληφθέντων κι όσων θεωρούνται ύποπτοι.
Τα αποτελέσματα από τα κινητά τηλέφωνα, σε συνδυασμό με την επεξεργασία του βιντεοληπτικού υλικού αναμένεται να φωτίσουν τα σκοτεινά σημεία και να οδηγήσουν τις επόμενες ημέρες στην έκδοση νέων ενταλμάτων σύλληψης, προκειμένου να ολοκληρωθεί το παζλ των ερευνών της συγκλονιστικής αυτής υπόθεσης.
Η πρώτη απόπειρα και η κατάθεση του 22χρονου για τον ανιψιό
Ο 22χρονος φερόμενος ως συνεργός του εγκλήματος, στην απολογία του ενώπιον των δικαστικών Αρχών είχε αναφερθεί, μεταξύ άλλων, και στην πρώτη απόπειρα που ο ίδιος ομολόγησε πως διέπραξε, κατά του 68χρονου ιδιοκτήτη του κάμπινγκ.
Σε άλλο σημείο, μίλησε και για την γνωριμία του με τον 33χρονο ανιψιό του 68χρονου και αυτόπτη μάρτυρα της δολοφονίας του, λέγοντας: «Όλα άρχισαν το 2022 όταν εγώ δούλευα σε μία καφετέρια – μπαρ στο Κολωνάκι. Γνώρισα έναν άνδρα περίπου 28 χρόνων, που είχε έρθει 2 – 3 φορές στο μαγαζί σαν πελάτης. Ερχόταν με ακριβά αυτοκίνητα, φορούσε ακριβά ρούχα, κάπνιζε πούρα και μου έδωσε την εντύπωση ότι είχε λεφτά.
Του ζήτησα να με φιλοξενήσει το καλοκαίρι στο κάμπινγκ και δέχθηκε. Πήγα, και το τρίτο βράδυ με προσέγγισε στη σκηνή ένας ηλικιωμένος, που μου συστήθηκε ως ο ιδιοκτήτης. Λίγο λίγο με πλησίαζε μέχρι να φτάσουμε στο σημείο να έρθει μέσα στην σκηνή μου. Ένιωθα άβολα και προσπαθούσα μάταια να τον απωθήσω. Το αποτέλεσμα ήταν να έρθουμε σε σωματική επαφή χωρίς τη θέλησή μου και χωρίς να μπορώ να κάνω κάτι για να το αποτρέψω.
Είχα τρελαθεί, δεν ήξερα τι να κάνω. Άρχισα να φωνάζω και να του λέω ότι θα τα πω στην Αστυνομία. Αυτός ψύχραιμος έβγαλε από την τσέπη του ένα πάκο με πολλά λεφτά, μου πέταξε δύο χαρτονομίσματα των διακοσίων ευρώ και μου είπε ‘πάρε αυτά για να μην μιλήσεις’. Εγώ συνέχισα να φωνάζω ότι θα τα πω όλα και τότε μου είπε ‘ποιον θα πιστέψουν; Εσένα που είσαι 18 χρόνων ή εμένα που είμαι εδώ 50 χρόνια;’ κι έφυγε», είπε.
Και συμπλήρωσε: «Το επόμενο πρωί μάζεψα τα πράγματά μου και γύρισα Αθήνα. Σε όλη τη διαδρομή σκεφτόμουν τι είχε γίνει και δεν μπορούσα να το πιστέψω. Άρχισα να κάνω εντατική χρήση κοκαΐνης, μία ουσία που δεν είχα κάνει ποτέ, γιατί δεν μπορούσα να διαχειριστώ αυτό που μου είχε συμβεί. Ο καιρός περνούσε αλλά αυτό το τραύμα δεν έφευγε με τίποτα.
Στα επόμενα χρόνια η κατάσταση στο σπίτι μου όλο και χειροτέρευε. Ο πατέρας μου έχει πρόβλημα υγείας, είχε χωρίσει με τη μάνα μου και είχε φύγει. Ο αδελφός μου επίσης είχε φύγει και είχα μείνει με τη μάνα μου, η οποία είχε προβλήματα και όλο και χειροτέρευε. Πήρα την απόφαση να φύγω και να βρω ένα σπίτι να μείνω μόνος μου για να έχω καλύτερο περιβάλλον. Επειδή δεν είχα δουλειά με καλά λεφτά, ζήτησα από τη μάνα μου 500 ευρώ, αλλά δεν μου τα έδωσε κι έψαχνα να δω τι θα κάνω. Τότε, μου ήρθε η εικόνα μέσα στην σκηνή με τον ηλικιωμένο να βγάζει το μασούρι με τα λεφτά από την τσέπη του και να μου πετάει τα 400 ευρώ. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να τον απειλήσω ότι θα αποκαλύψω ότι βιάζει αγόρια».
Η πρώτη απόπειρα δολοφονίας
Ήταν βράδυ της 7ης Σεπτεμβρίου και ώρα 20:12, όταν ο 68χρονος επέστρεψε στο σπίτι του, πάνω από τη δεύτερη επιχείρηση που διατηρεί στην Φοινικούντα. «Γύρισε από το κάμπινγκ στο Στάδιο, στο σπίτι του, γύρω στις 20:30 βραδάκι και εκεί πάει να παρκάρει το αυτοκίνητο, του βγαίνει ένας νεαρός με full face», λέει μάρτυρας.
Ο 68χρονος αιφνιδιάστηκε, αφού είδε μέσα στις φυλλωσιές έναν αδύνατο, νεαρό άνδρα ντυμένο στα μαύρα, με καλυμμένο το πρόσωπο να κρατά ένα όπλο στα χέρια και τον πλησιάζει. «Τον είδε και τον πέρασε για παιδί και του λέει ‘ρε τι κάνεις εδώ, παίζεις;’ και λέει αυτός ειρωνικά ‘ναι παίζω’», λέει ο μάρτυρας.
Τότε ο 22χρονος, όπως έχει ομολογήσει, σήκωσε το όπλο και σημάδεψε τον 68χρονο ιδιοκτήτη, ο οποίος επί τόπου ο 68χρονος ξεκλείδωσε το αμάξι και έτρεξε για να μπει μέσα, όμως ο δράστης τον πρόλαβε. Οι δύο άντρες πιάστηκαν στα χέρια και με μία μπλούζα στα χέρια το θύμα προσπάθησε να απωθήσει. τον 22χρονο
«Με σημάδευε με το όπλο, προσπαθώντας να τραβήξει το επάνω μέρος του, αλλά το όπλο δεν εκπυρσοκροτούσε. Άρχισα να τρέχω προς το σπίτι μου όμως ο νεαρός με ακολούθησε. Όταν αντιλήφθηκα ότι δεν μπορούσα να ξεφύγω, προσπάθησα να του επιτεθώ με μία μπλούζα που κρατούσα στα χέρια μου», είχε πει ο 68χρονος για την απόπειρα.
Ο 68χρονος τον χτύπησε πίσω με την μπλούζα, όταν ξαφνικά ένιωσε κάψιμο στον δεξί κρόταφο και γέμισε αίματα, αφού ο 22χρονος μόλις τον είχε πυροβολήσει. «Φόραγε κράνος. Μαύρα ρούχα. Πλήρως καλυμμένος. Δεν κατάλαβε τίποτα. Και αναρωτιόταν ποιος μπορεί να ήταν. Κατάφερε και το έσκασε χτυπημένος με αίματα και πήγε για περίθαλψη σε νοσοκομείο».
Σύμφωνα με τον μάρτυρα – «κλειδί» εκείνο το βράδυ ο 68χρονος ιδιοκτήτης του κάμπινγκ είχε 2.500 ευρώ τα οποία ο δράστης δεν άγγιξε. «Ο 68χρονος μου είχε πει ότι εκείνο το βράδυ είχε στην τσέπη του 2.500 ευρώ και δεν του ζήτησε χρήματα», ανέφερε.
Αυτή η συγκλονιστική αποκάλυψη κλόνισε το αφήγημα του 22χρονου κατηγορούμενου, φερόμενου ως συνεργού της διπλής δολοφονίας, που ισχυρίστηκε πως και οι τρεις επιθέσεις στον 68χρονο έγιναν με σκοπό να του αποσπάσει χρήματα και όχι για να τον σκοτώσει. Ο μάρτυρας ωστόσο επιμένει πως αυτή ήταν απόπειρα δολοφονίας και όχι απόπειρα ληστείας. «Δεν του ζήτησε καν λεφτά από ό,τι μου είχε πει».
Παράλληλα, τρεις μέρες μετά στις 10 Σεπτεμβρίου, ο δράστης ξαναχτύπησε, στήνοντας δεύτερο καρτέρι έξω από το σπίτι του 68χρονου, ωστόσο για κακή του τύχη έγινε αντιληπτός από έναν γείτονα. Ο 68χρονος μαζί με τον ανιψιό του, άρχισαν να τον καταδιώκουν, όπως φάνηκε και σε βίντεο ντοκουμέντο που δημοσιοποιήθηκε χτες Δευτέρα. «Και στον δρόμο ο 68χρονος του έλεγε να τον εμβολίσουν. Και ο ανιψιός έτρεμε και έκλαιγε. Και οπότε χάσανε την ευκαιρία, τους έφυγε», τόνισε ο μάρτυρας.
Στην περιγραφή για την πρώτη απόπειρα δολοφονίας κατά του 68χρονου, ο 22χρονος ανέφερε: «Αφού έφτασα στο σπίτι του, πάρκαρα κοντά το σκούτερ και κατέβηκα με τα πόδια. Κρύφτηκα σε κάτι θάμνους και περίμενα μέχρι να έρθει. Όταν έφτασε με το αυτοκίνητό του, τον πλησίασα, έβγαλα το αεροβόλο για να τρομάξει και του είπα να μου δώσει ό,τι λεφτά έχει πάνω του, αλλιώς θα διέδιδα σε όλους ότι πειράζει σεξουαλικώς αγοράκια. Αυτός τότε με ρώτησε ‘παίζεις;’ και του απάντησα ‘ναι, παίζω’, με παιδική φωνή έτσι ώστε να νομίζει ότι είμαι κάποιο από τα παιδάκια που πιθανόν έχει πειράξει στο παρελθόν.
Αυτός μου επιτέθηκε με μία μπλούζα που κρατούσε στο χέρι του και αφού έκανα βήματα προς τα πίσω για να τον αποφύγω, πάτησα την σκανδάλη και τον πέτυχα κάπου στον ώμο. Από ό,τι κατάλαβα δεν τον είχα τραυματίσει σοβαρά, γιατί συνέχισε να μου επιτίθεται και να φωνάζει βοήθεια. Τότε έτρεξα κι έφυγα γρήγορα. Γύρισα στην Αθήνα χωρίς να έχω καταφέρει τίποτα και φυσικά χωρίς να έχω λεφτά. Ήμουν τόσο χάλια οικονομικά που αναγκαζόμουν να εκδίδομαι».
Το τρίτο χτύπημα της 5ης Οκτωβρίου ήταν και τελικά το μοιραίο. Μετά από δύο αποτυχημένες προσπάθειες, αυτήν τη φορά ο δολοφόνος πέτυχε τον σκοπό του και εκτέλεσε με δύο σφαίρες τον 68χρονο και άλλες τρεις τον 62χρονο επιστάτη του κάμπινγκ.