Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βόλου καταδίκασε έναν προπονητή Tae Kwon Do από τη Λάρισα σε έξι χρόνια φυλάκιση για κατάχρηση ανηλίκου, σε βάρος μιας τότε 14χρονης αθλήτριας του. Η σχέση τους, που ξεκίνησε το 2018 και διήρκεσε μέχρι το 2019, περιλάμβανε σεξουαλικές επαφές σε διάφορες χώρες.
Αν και ο προπονητής υποστήριξε ότι οι επαφές ήταν με συναίνεση, η καταγγέλλουσα ανέφερε ότι ένιωθε ψυχολογική πίεση και εκβιασμό λόγω της σχέσης εξουσίας. Τελικά, η ενοχή του στηρίχθηκε στην κατηγορία της κατάχρησης ανηλίκου, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία για βιασμό.
Πιο αναλυτικά
Ποινή φυλάκισης έξι ετών επέβαλε το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βόλου στον προπονητή Tae Kwon Do από τη Λάρισα για κατάχρηση ανηλίκου κατ’ εξακολούθηση και συγκεκριμένα σε βάρος μίας τότε 14χρονης αθλήτριας του.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η «σχέση» μεταξύ του προπονητή του Tae Kwon Do και της ανήλικης αθλήτριας του ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2018 και διήρκεσε μέχρι τον Οκτώβριο του 2019.
Όπως αναφέρει το gegonotanews κατά το διάστημα αυτό, φέρεται να υπήρξαν σεξουαλικές επαφές σε διάφορες περιοχές όπου ταξίδευαν για αγώνες, όπως η Ιορδανία, η Κύπρος, το Λουξεμβούργο, η Σερβία, η Ισπανία και φυσικά η Λάρισα. Το κορίτσι ήταν τότε μόλις 15 ετών, ενώ σήμερα είναι 23.
Ο κατηγορούμενος στην απολογία του υποστήριξε πως οι πράξεις τελέστηκαν με συναίνεση, χωρίς να ασκήσει πίεση ή βία. Η καταγγέλλουσα, ωστόσο, ανέφερε πως ένιωθε έντονη ψυχολογική πίεση από τον προπονητή της, λόγω της σχέσης εξουσίας που είχε πάνω της.
Κατά την διάρκεια της διαδικασίας δεν προέκυψαν στοιχεία που να θεμελιώνουν την κατηγορία του βιασμού, η οποία είχε αρχικά αποδοθεί, με αποτέλεσμα η ενοχή να βασιστεί αποκλειστικά στην κατηγορία της κατάχρησης ανηλίκου που δεν συμπλήρωσε το 14ο έτος της ηλικίας της.
Το ανήλικο κορίτσι είχε δηλώσει σχετικά πως «όλα ξεκίνησαν το 2017 στα 14 μου. Μου ζητούσε να βγαίνουμε διαρκώς έξω για καφέ. Το 2018 είχαμε πάει δύο εβδομάδες κατασκήνωση με τον σύλλογο. Με πήρε αγκαλιά, με ξάπλωσε δίπλα του και πριν καταλάβω το οτιδήποτε, τοποθέτησε το χέρι του στο γεννητικό του όργανο. Πάγωσα και δεν είπα τίποτα, σηκώθηκα έφυγα, μου είπε ότι είναι ερωτευμένος μαζί μου, του είπα ότι από πλευράς μου δεν υπάρχει κάποιο αμοιβαίο συναίσθημα».
«Ήταν απλά σαν δεύτερος μπαμπάς μου, δεν μπορούσα να τον δω κάπως αλλιώς, ήταν 17 χρόνια μεγαλύτερός μου, ήταν απλά προπονητής μου. Τον εμπιστευόμουν και νόμιζα ότι μπορούσα να του εκμυστηρευτώ τα πάντα. Εκείνος μου έλεγε από την στιγμή που θα μιλήσω ‘’θα σε καταστρέψω δεν θα πας πουθενά. Αν κάνεις κάτι θα το κάνεις μόνο με εμένα’’.
Έγινε βίαιος, προσπάθησα να τον αποφύγω αλλά δεν μπορούσα έτσι όπως με κρατούσε. Επειδή υπέφερα από τον πόνο, τον παρακαλούσα να σταματήσει, αλλά δεν το έκανε. Μου έλεγε από τη στιγμή που έγινε πρέπει να το ζήσουμε», συμπλήρωσε.
«Προσπαθούσε να με πείσει ότι αυτό ήταν κάτι φυσιολογικό και ότι το ήθελα και εγώ. Κάποιες φορές έγινε με τη συναίνεσή μου, αλλά έγινε υπό πίεση, κάτω από συνθήκες εκβιασμού. Εκμεταλλεύτηκε τη θέση του και την εμπιστοσύνη που του είχα. Άλλαξε η ζωή μου, είχα κρίσεις πανικού, γιατί πίστευα ότι έφταιγα που δεν μίλαγα τόσα χρόνια. Νόμιζα ότι εγώ έκανα κάτι λάθος. Χωρίς κανένα περιορισμό και συνέπεια συνεχίζει να προπονεί ανήλικες».