Στη συνεδρίαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας συζητήθηκε η επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού για τους δημόσιους υπαλλήλους, σε πιλοτική δίκη που αναμένεται να έχει καθοριστική σημασία για όλους τους δημόσιους υπαλλήλους. Η υπόθεση προήλθε από αίτηση της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., που ζητά αναγνώριση υποχρέωσης του Δημοσίου να καταβάλει αποζημιώσεις για τα ανωτέρω επιδόματα, τα οποία καταργήθηκαν το 2012.
Οι νομικοί εκπρόσωποι της ΑΔΕΔΥ υποστήριξαν ότι η μη επαναφορά των επιδομάτων είναι αντισυνταγματική και παραβιάζει την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ενώ οι συνήγοροι του Δημοσίου αντέτειναν ότι δεν παραβιάζονται συνταγματικές διατάξεις και ότι η κατάσταση αυτή είναι δικαιολογημένη λόγω των οικονομικών συνθηκών. Η απόφαση αναμένεται σύντομα.
Πιο αναλυτικά
Επί τάπητος της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας τέθηκε το ζήτημα της επαναφοράς του 13ου και 14ου μισθού στους υπαλλήλους του Δημόσιου.
Η συζήτηση για τον 13ο και 14ο μισθό, πραγματοποιήθηκε ενώπιον της μείζονος Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, στο πλαίσιο πιλοτικής δίκης καθώς η απόφαση του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου θα αφορά το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων.
Το θέμα έφτασε στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου μετά από αίτηση της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., η οποία έχει ασκήσει παρέμβαση υπέρ δημοσίου υπαλλήλου που προσέφυγε στη δικαιοσύνη.
Με την προσφυγή, ζητείται να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του Δημοσίου να του καταβάλει αποζημίωση που αντιστοιχεί στα επιδόματα εορτών και αδείας ετών 2023 και 2024, λόγω της παράλειψης του νομοθέτη να επαναφέρει τα επιδόματα εορτών και αδείας στους δημοσίους υπαλλήλους στο ύψος που προβλέπονταν από τον ν. 3205/2003.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ο εισηγητής της υπόθεσης σύμβουλος Επικρατείας, Ιωάννης Μιχαλακόπουλος ανέλυσε διεξοδικά όλα τα νομικά ζητήματα που ανακύπτουν δίνοντας έμφαση στην Ευρωπαϊκή νομοθεσία (Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ) και την οδηγία 2022/2041 για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από την πλευρά της, η δικηγόρος της ΑΔΕΔΥ εξέφρασε τη θέση πως πλέον δεν συντρέχουν οι οικονομικές συγκυρίες του 2012 όποτε και καταργήθηκαν τα επιδόματα τα οποία νομοθετήθηκαν το 1951 και έκανε λόγο για παράλειψη της Πολιτείας, τη στιγμή που υπάρχουν διαθέσιμα δημοσιονομικά πλεονάσματα. Επιπλέον, επισήμανε πως η μη επαναφορά είναι αντισυνταγματική και παραβιάζει την Ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Δημόσιο: Δεν παραβιάζει συνταγματικές διατάξεις
Οι συνήγοροι του Δημοσίου, από την πλευρά τους έθεσαν θέμα αρμοδιότητας του ΣτΕ καθώς, όπως ανέφεραν, ουσιαστικά η ΑΔΕΔΥ ζητεί να νομοθετήσει η Πολιτεία.
Ειδικότερα, από την πλευρά του Δημοσίου επισημαίνεται ότι η μη επαναφορά των δώρων δεν παραβιάζει συνταγματικές ή υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις ενώ σημειώνει ότι σε αντίθετη περίπτωση θα έχει «μόνιμο ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 1,37 δις. ευρώ χωρίς εργοδοτικές εισφορές και συνολικώς 1,55 δις. ευρώ συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτικών εισφορών».
Επιπλέον, υποστηρίζει ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι διέπονται ως προς τις απολαβές τους από ειδικά νομοθετήματα, στο πλαίσιο της ιδιαίτερης υπηρεσιακής τους κατάστασης (άρθρο 103 του Συντάγματος), αποτελώντας διαφορετική κατηγορία από εκείνη των υπαλλήλων του ιδιωτικού τομέα. Υποστηρίζει, εξάλλου, ότι η μη επαναφορά των παροχών αυτών είναι θεμιτή και απολύτως δικαιολογημένη, εξυπηρετεί το γενικότερο συμφέρον και εντάσσεται στο πλαίσιο της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής που έχει χαράξει ο νομοθέτης με βάση τη δημοσιονομική κατάσταση και τις επικρατούσες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της Χώρας.
Η απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου αναμένεται το επόμενο διάστημα.