Ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ, Ευθύμης Λέκκας, πραγματοποίησε αυτοψίες στο Μαγαρικάρι και στις Βούτες του Ηρακλείου, όπου εντοπίστηκαν σοβαρές ρωγμές σε σπίτια και δρόμους, προκαλώντας ανησυχία για την ασφάλεια των κατοίκων. Στο Μαγαρικάρι, ένα χωριό 150 κατοίκων, το πρόβλημα υφίσταται τουλάχιστον από το 1968, με αποτυχημένες προσπάθειες αποκατάστασης.
Η γεωλογία της περιοχής, με σαθρά και αδιαπέραστα εδάφη, συμβάλλει στη δημιουργία κατολισθήσεων και ρωγμών. Παρά την εκκίνηση αποστραγγιστικού έργου το 1985, οι εργασίες σταμάτησαν λόγω εργατικού ατυχήματος και η περιοχή συνεχίζει να χάνει έδαφος.
Πιο αναλυτικά
Αυτοψίες στο Μαγαρικάρι του δήμου Φαιστού, αλλά και στις Βούτες στο Ηράκλειο, όπου παρατηρούνται ρωγμές και φαινόμενα κατολίσθησης, πραγματοποιεί ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ, Ευθύμη Λέκκα, ο οποίος έκανε λόγο για «δύσκολη κατάσταση».
Το Μαγαρικάρι – χωριό 150 κατοίκων στο Ηράκλειο – αντιμετωπίζει πολύ σοβαρά προβλήματα, όπως είπε ο Ευθύμης Λέκκας – γιατί υπάρχουν ρωγμές τόσο σε σπίτια όσο και σε δρόμους.
Οι ρωγμές υπάρχουν, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των κατοίκων στο ΕΡΤNews, τουλάχιστον από το 1968 και από τότε γίνονται κάποιες πολύ αραιές προσπάθειες για να αποκατασταθεί το πρόβλημα, κάτι που δεν έχει επιτευχθεί.
Το πρόβλημα είναι ότι το πρώτο γεωλογικό στρώμα κάτω από την επιφάνεια του εδάφους, είναι οι γνωστές μάργες του Ηρακλείου, δηλαδή ένα σαθρό υπόβαθρο και το αμέσως επόμενο εδαφικό στρώμα είναι αργιλώδες, δηλαδή αδιαπέραστο στο νερό.
Αυτό σημαίνει ότι τα νερά της βροχής φουσκώνουν το πρώτο στρώμα, αλλά δεν περνάνε στο δεύτερο επίπεδο και έτσι αναγκάζονται να βρουν διαφυγή προς το έδαφος. Αυτό σημαίνει σπίτια κομμένα στα δύο και ανοιγμένοι δρόμοι.
Πριν από 40 χρόνια, το 1985, ξεκίνησε ένα αποστραγγιστικό έργο, το οποίο θα έλυνε το πρόβλημα της περιοχής, αλλά έγινε ένα εργατικό δυστύχημα και όλα σταμάτησαν.
Πέρασαν τέσσερις δεκαετίες, υπολείπονται μόλις 400 μέτρα για να ολοκληρωθεί το έργο και να μπορέσει το χωριό να μείνει στη θέση του, ωστόσο, χάνει κάθε χρόνο τουλάχιστον 15% από το έδαφός του.
Στο Μαγαρικάρι η εικόνα είναι πολύ πιο ξεκάθαρη σε σχέση με τις Βούτες, όπου είναι πιο περίπλοκες οι συνθήκες που δημιουργούν το πρόβλημα.
Όπως δήλωσε ο κ. Λέκκας: Η μετακίνηση στο χωριό γίνεται σε ένα βάθος της τάξεως των 10 – 11 μέτρων. Είναι χαλαροί σχηματισμοί και πλευρικά κορήματα (σ.σ. σχηματισμός από θραύσματα διαβρωμένων πετρωμάτων) πάνω και στη συνέχεια, είναι ένα αδιαπέραστο πέτρωμα το οποίο δεν μπορεί να το περάσει το νερό, με αποτέλεσμα αυτή η επιφάνεια, δηλαδή στα 10 – 11 μέτρα, να μετακινείται με γρήγορους ρυθμούς.
Αυτή η μετακίνηση σε όλο το χωριό που είναι διαφορετική βεβαίως αλλού μεγαλύτερη και αλλού μικρότερη, επηρεάζει και τις κατασκευές οι οποίες έχουν θεμελιωθεί επιφανειακά».