Το άρθρο αναφέρεται στην τρομακτική πρακτική των «ανθρώπινων» ζωολογικών κήπων που υπήρχαν στην Ευρώπη από τα τέλη του 18ου έως τα μέσα του 20ού αιώνα.
Άνθρωποι από την Αφρική, την Ασία και την Ωκεανία εκτίθεντο ως «εξωτικά δείγματα» σε θεματικά πάρκα και εκθέσεις, αντιμετωπίζοντας εξευτελισμό και ρατσισμό.
Η πρακτική αυτή ξεκίνησε από τη Γερμανία και εξαπλώθηκε διεθνώς, με εκατομμύρια επισκέπτες να παρακολουθούν ανθρώπους να ζουν σε κλουβιά.
Η ιστορία της Σάρα Μπάαρτμαν, που εκτέθηκε γυμνή λόγω του σώματός της, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της φρίκης.
Παρά την επίσημη λήξη αυτών των εκθέσεων το 1960, περιστατικά με παρόμοιο χαρακτήρα συνεχίζονται μέχρι σήμερα, υπογραμμίζοντας τη διαρκή ντροπή και την ανάγκη για αναγνώριση και αποκατάσταση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Πιο αναλυτικά
Κι όμως από τα τέλη του 18ου έως τα μέσα του 20ού αιώνα, χιλιάδες άνδρες, γυναίκες και παιδιά από την Αφρική, την Ασία και την Ωκεανία παρουσιάζονταν σε θεματικά πάρκα, τσίρκα και εκθέσεις στην Ευρώπη ως «εξωτικά δείγματα».
Οι Ευρωπαίοι αποικιοκράτες τους αποκαλούσαν «εθνολογικές εκθέσεις», όμως στην πράξη επρόκειτο για ζωντανές βιτρίνες ρατσισμού και εξευτελισμού.
Οι άνθρωποι αυτοί έστηναν «χωριά» μέσα σε κλουβιά, ζούσαν υπό τα βλέμματα χιλιάδων επισκεπτών, που τους φωτογράφιζαν δίπλα σε ζώα και τους πετούσαν μπανάνες ή νομίσματα για «να αντιδράσουν». Οι επιμελητές των ζωολογικών κήπων μάλιστα τοποθετούσαν πινακίδες που εξηγούσαν πόσο «κοντά» βρίσκονται οι Αφρικανοί στη ζωώδη φύση, επικαλούμενοι τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου για να δικαιολογήσουν τη βαρβαρότητα.
Η μακάβρια μόδα ξεκίνησε από τη Γερμανία. Το 1874, ο Καρλ Χάγκενμπεκ, πωλητής άγριων ζώων, είχε την ιδέα να παρουσιάσει Σαμοανούς και Λάπωνες «σε φυσικό περιβάλλον». Η επιτυχία ήταν τέτοια, που σύντομα οργάνωσε αποστολές στην Αφρική για να φέρει Νούβιους και Πυγμαίους. Η επιχείρηση εξελίχθηκε σε διεθνές φαινόμενο: στο Παρίσι, το Λονδίνο, τη Βαρσοβία, τη Νέα Υόρκη, εκατομμύρια άνθρωποι συνωστίζονταν για να δουν «αυθεντικούς ιθαγενείς».
Το 1889, η παγκόσμια έκθεση «Negro Village» στο Παρίσι προσέλκυσε 28 εκατομμύρια επισκέπτες, ενώ ανάλογες εκθέσεις στήνονταν σε κάθε μεγάλη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Οι επισκέπτες έβλεπαν ανθρώπους πίσω από μπαμπού φράχτες, να ζουν μέσα σε καλύβες, να τρώνε, να κοιμούνται, σαν να μην ήταν άνθρωποι και αυτοί.
Καμία ιστορία δεν αποτυπώνει καλύτερα αυτή τη φρίκη όσο εκείνη της Σάρα Μπάαρτμαν. Η νεαρή γυναίκα από τη Νότια Αφρική, γνωστή ως «Η Μαύρη Αφροδίτη», μεταφέρθηκε στο Λονδίνο το 1810 και εκτέθηκε γυμνή σε πανηγύρια, θέατρα και επιστημονικά ιδρύματα εξαιτίας του σώματός της, ενός σώματος που η Ευρώπη θεώρησε «περίεργο», «άγριο» και «κατώτερο».
Η Σάρα πέθανε στα 26 της, εξαντλημένη και εξευτελισμένη. Το σώμα της διατηρήθηκε σε φορμόλη και εκτίθετο στο Μουσείο του Ανθρώπου στο Παρίσι έως το 1974. Μόλις το 2002 τα λείψανά της επέστρεψαν στη Νότια Αφρική, σε μια τελετή αποκατάστασης της μνήμης της.
Ακόμη και στα μέσα του 20ού αιώνα, η φρίκη συνεχιζόταν. Το 1958, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Έκθεσης των Βρυξελλών, το Βέλγιο παρουσίασε 598 ανθρώπους από το Κονγκό μέσα σε ένα «αυθεντικό αφρικανικό χωριό». Οι επισκέπτες τους φωτογράφιζαν, τους πετούσαν νομίσματα, και πολλοί από τους εκτεθειμένους πέθαναν από ασθένειες και εξάντληση. Ήταν ο τελευταίος επίσημος ανθρώπινος ζωολογικός κήπος της Ευρώπης.
Το έκθεμα διαλύθηκε δύο χρόνια αργότερα, το 1960, όταν το Κονγκό απέκτησε ανεξαρτησία. Αλλά η ντροπή έμεινε.
Ακόμη και δεκαετίες μετά, περιστατικά επαναλαμβάνονται με άλλες μορφές. Το 2005 στη Γερμανία, μια «πολιτιστική έκθεση» παρουσίασε ανθρώπους από την Αφρική μέσα σε ζωολογικό κήπο. Το 2012 στην Ινδία, τουριστικά σαφάρι επέτρεπαν στους επισκέπτες να φωτογραφίζουν τους ιθαγενείς Jarawa σαν να ήταν αξιοθέατα.