Το άρθρο αναλύει την αντίφαση μεταξύ της έντονης ρητορικής καταδίκης των ενεργειών του Ισραήλ στη Γάζα από την Ευρώπη και της έλλειψης ουσιαστικών δράσεων.
Παρά τις δηλώσεις καταδίκης και τις προτάσεις για αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους, οι απτές ενέργειες παραμένουν περιορισμένες, με χώρες όπως η Γερμανία και η Ιταλία να διστάζουν να υποστηρίξουν δραστικά μέτρα λόγω ιστορικών και πολιτικών δεσμεύσεων.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση προτείνει μέτρα όπως η επιβολή δασμών στα ισραηλινά προϊόντα, αλλά η εφαρμογή τους είναι αβέβαιη. Το Βέλγιο αποτελεί εξαίρεση, με πιο ελαστική μεταναστευτική πολιτική, αλλά και εκεί οι διαδικασίες ασύλου είναι δύσκολες.
Η Ευρώπη καλείται να μετατρέψει τα λόγια σε πράξεις, αλλά οι μακροχρόνιες συμμαχίες και οι εσωτερικές πολιτικές πιέσεις καθιστούν δύσκολη την ανάληψη δυναμικών δράσεων.
Πιο αναλυτικά
Την ώρα που η κριτική προς το Ισραήλ εντείνεται και ένας αυξανόμενος αριθμός χωρών δηλώνει ότι θα αναγνωρίσει το παλαιστινιακό κράτος, οι απτές ενέργειες παραμένουν περιορισμένες, αν και κάποιες ευρωπαϊκές χώρες στοιχίζονται πίσω από ένα σχέδιο αναγνώρισης του κράτους της Παλαιστίνης, σχολιάζουν οι New York Times.
Ανώτατοι αξιωματούχοι καταδικάζουν ευρέως τις ενέργειες του Ισραήλ στη Γάζα, ενώ ορισμένοι, μεταξύ άλλων η αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Τερέσα Ριβέρα, Δημοκρατικοί βουλευτές στις ΗΠΑ, ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ και η Επιτροπή Έρευνας του ΟΗΕ, έχουν χαρακτηρίσει τον πόλεμο «γενοκτονία».
Οι ενέργειες υστερούν
Ωστόσο, τα μεγάλα λόγια δεν έχουν ακόμη οδηγήσει αντίστοιχα σε μεγάλες πράξεις.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει προτείνει την επιβολή υψηλότερων δασμών στα ισραηλινά προϊόντα, αλλά δεν είναι σαφές εάν αυτό θα υλοποιηθεί. Άλλες προσπάθειες να τιμωρηθεί η κυβέρνηση του Μπενιαμίν Νετανιάχου έχουν παγώσει, κυρίως λόγω της αντίθεσης της Γερμανίας.
Και οι ενέργειες μεμονωμένων χωρών υστερούν επίσης σε σχέση με τη ρητορική τους.
Οι προσπάθειες διοχέτευσης βοήθειας στη Γάζα παραμένουν περιορισμένες, την ώρα που η πείνα «σαρώνει» την περιοχή, ενώ οι περισσότερες χώρες δέχονται μόνο έναν ελάχιστο αριθμό αιτούντων άσυλο από τη Γάζα, με τη μετανάστευση να αποτελεί συχνά ακανθώδες ζήτημα στο εσωτερικό τους.

Το παράδειγμα του Βελγίου
Σύμφωνα με τους NYT, το Βέλγιο έχει περισσότερους Παλαιστίνιους αιτούντες άσυλο από οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ευρώπη, πιθανόν λόγω της πιο ελαστικής μεταναστευτικής πολιτικής του και της μεγάλης παλαιστινιακής κοινότητας που ήδη διαμένει εκεί.
Ακόμα κι έτσι, όμως, η διαδικασία ασύλου είναι δύσκολη, με πολλούς να έχουν απορριφθεί φέτος. Το Βέλγιο έχει προχωρήσει σε απεγκλωβισμό πολιτών του και μελών οικογενειών κατοίκων και προσφύγων από τη Γάζα, αλλά τον Απρίλιο έκλεισε τη σχετική λίστα εκκένωσης, που αριθμούσε περίπου 500 άτομα.
Ο 34χρονος Μπαχτζάτ Μάντι, από τη Ράφα της νότιας Γάζας, βρίσκεται στο Βέλγιο από το 2022 και είναι μόνιμος κάτοικος από το 2024. Ο πατέρας του παραμένει στη Γάζα, παλεύοντας να βρει διέξοδο. «Θέλω να κάνω οτιδήποτε για να μείνει ο πατέρας μου ζωντανός», είπε ο Μάντι, ο οποίος έχει προσφύγει στη δικαιοσύνη προκειμένου να γίνει δεκτή η αίτηση βίζας του πατέρα του εξ αποστάσεως.
Ο πατέρας του ζητά βίζα για ανθρωπιστικούς λόγους, αλλά είναι υποχρεωμένος να υποβάλει αίτηση στο προξενείο της Ιερουσαλήμ, κάτι που είναι πρακτικά αδύνατο για κάποιον εγκλωβισμένο στη Γάζα. Αν καταφέρει να πάρει τη βίζα, ίσως προστεθεί κάποια στιγμή σε λίστα εκκένωσης.
Πρόκειται για μια μακρινή πιθανότητα, που θα μπορούσε να διαρκέσει χρόνια. «Θέλω να λέω στον εαυτό μου το βράδυ “κάνω το καλύτερο που μπορώ”», πρόσθεσε. «Αλλά δεν είναι αρκετό».
Το ερώτημα για την Ευρώπη
Για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, το ερώτημα είναι αν η Ευρώπη θα μετατρέψει τα λόγια καταδίκης του πολέμου και ανησυχίας για την κατάσταση στον παλαιστινιακό θύλακα σε πιο δυναμικές πράξεις.
Η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη έχει στραφεί εναντίον της ισραηλινής διαχείρισης του πολέμου, αλλά οι μακροχρόνιες συμμαχίες κρατούν χώρες όπως η Γερμανία και η Ιταλία από το να στηρίξουν δραστικά μέτρα.
«Δεν έχω δει καμία στιγμή όπου έχει δημιουργηθεί τέτοια διεθνής δυναμική σε τόσο σύντομο χρόνο, γι’ αυτό πιστεύω ότι υπάρχει πραγματική ευκαιρία», δήλωσε η Κριστίνα Κάους, αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του German Marshall Fund South, ενός think tank διεθνών σχέσεων.
«Αλλά θα πρέπει να δούμε ποια απτά δεσμευτικά μέτρα θα ακολουθήσουν, πέρα από τις διατυπώσεις». Και πρόσθεσε: «Δεν πρόκειται μόνο για τους Παλαιστίνιους. Πρόκειται για το αν η Δύση και η Ευρώπη μπορούν να υπερασπιστούν το διεθνές δίκαιο».

Ο εύκολος δρόμος της καταδίκης
Την περασμένη εβδομάδα, το Λουξεμβούργο ανακοίνωσε ότι θα συνταχθεί με το Βέλγιο, τη Βρετανία, τη Γαλλία και μια σειρά άλλων χωρών για την αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους στη συνεδρίαση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, σε μια πρωτοβουλία που ηγείται ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν με στόχο να αυξηθεί η πίεση στο Ισραήλ.
Την περασμένη Τρίτη, μια επιτροπή του ΟΗΕ που ερευνά τον πόλεμο στη Γάζα ανακοίνωσε ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία εναντίον των Παλαιστινίων. Το Ισραήλ απορρίπτει την κατηγορία αυτή ως «διαστρεβλωμένη και ψευδή».
Κάποιες χώρες έχουν αναλάβει πιο συγκεκριμένες δράσεις. Ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσεθ, δεσμεύθηκε πρόσφατα για μόνιμη απαγόρευση πώλησης όπλων και πυρομαχικών στο Ισραήλ, μετά την ακύρωση σύμβασης ύψους 700 εκατομμυρίων ευρώ για την αγορά εκτοξευτών ρουκετών.
Το Βέλγιο ανακοίνωσε σχέδια για απαγόρευση εισαγωγών από ισραηλινούς εποικισμούς στη Δυτική Όχθη.
Ωστόσο, όπως σχολιάζουν οι Times, τέτοιες κινήσεις έχουν ελάχιστη επίδραση στην πορεία του πολέμου, ενώ άλλα μέτρα -όπως η βοήθεια για τη διαφυγή ανθρώπων από την περιοχή- είναι πιο δύσκολα και απαιτούν ισχυρή πολιτική βούληση.

Το «μπαλάκι» στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Μετά τις μεγάλες ροές Σύρων προσφύγων το 2015, που τροφοδότησαν την άνοδο της ακροδεξιάς στη Γερμανία και αλλού, οι χώρες εμφανίζονται διστακτικές να δεχτούν μαζικά εκτοπισμένους Παλαιστίνιους. Αυτό έχει αφήσει πολλούς Παλαιστίνιους είτε εγκλωβισμένους είτε κολλημένους σε αδιέξοδο σε γειτονικές χώρες όπως η Αίγυπτος.
Τα κράτη υποστηρίζουν ότι υπάρχουν όρια στο τι μπορεί να κάνει η κάθε χώρα μεμονωμένα και ζητούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, με την οικονομική και διπλωματική της ισχύ, να αναλάβει δράση.
Συνολικά, η ΕΕ αποτελεί τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο του Ισραήλ, αντιπροσωπεύοντας το 32% του συνολικού εμπορίου αγαθών της χώρας το 2024, σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα.
«Είναι πραγματικά επείγον για την Ευρώπη να αναλάβει δράση», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών του Βελγίου, Μαξίμ Πρεβό, σε συνέντευξή του αυτόν τον μήνα. «Πολλοί, στην κοινή γνώμη, δεν καταλαβαίνουν γιατί η Ευρώπη είναι τόσο διστακτική».
Παρά ταύτα, οι πανευρωπαϊκές προσπάθειες για τερματισμό του πολέμου δυσκολεύονται να προχωρήσουν.
Όταν το διπλωματικό σώμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, προχώρησε φέτος σε επανεξέταση της συνθήκης που διέπει τις σχέσεις της Ένωσης με το Ισραήλ, διαπίστωσε ενδείξεις ότι το Ισραήλ είχε παραβιάσει τις υποχρεώσεις του για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Έπειτα από αυτό, η Κομισιόν πρότεινε ότι οι πολιτικοί ηγέτες θα μπορούσαν να αποκλείσουν το Ισραήλ από το ερευνητικό πρόγραμμα Horizon Europe. Ακόμα και αυτό το μέτρο όμως δεν συγκέντρωσε επαρκή στήριξη μεταξύ των κρατών-μελών.

Περισσότεροι από 200 πρώην πρεσβευτές και στελέχη της διπλωματίας της ΕΕ έστειλαν επιστολή στους ηγέτες της Ένωσης τον περασμένο μήνα εκφράζοντας την «βαθιά απογοήτευσή» τους για την αποτυχία να ασκήσουν πιο αποτελεσματική πίεση στο Ισραήλ.
«Αυτό που συμβαίνει στη Γάζα έχει συγκλονίσει τη συνείδηση του κόσμου», δήλωσε η πρόεδρος της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σε πρόσφατη ομιλία της.
Τώρα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσπαθεί να αναστείλει μέρος της εμπορικής συμφωνίας της Ένωσης με το Ισραήλ – αυτό θα καταργούσε την προνομιακή μεταχείριση για ένα εμπόριο αξίας δισεκατομμυρίων ευρώ.
Η πρόταση αποτελεί σαφή καταδίκη των ενεργειών του Ισραήλ. Επειδή η έγκρισή της θα απαιτούσε μεγάλη πλειοψηφία, αλλά όχι ομοφωνία, οι αναλυτές θεωρούν ότι θα μπορούσε να εφαρμοστεί. Ωστόσο, όπως υπογραμμίζουν οι Times, αυτό κάθε άλλο παρά εξασφαλισμένο είναι.
Η Γερμανία, ιδίως λόγω της ιστορίας του Ολοκαυτώματος, διστάζει να επικρίνει ανοιχτά το Ισραήλ. Η Ιταλία επίσης εμφανίζεται απρόθυμη.
Την Παρασκευή, ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών, Αντόνιο Ταγιάνι, αναφέρθηκε και πάλι στην γραμμή της χώρας του όσον αφορά την πρόθεση αναγνώρισης ενός παλαιστινιακού κράτους, λέγοντας: «Δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε τώρα το παλαιστινιακό κράτος, διότι θα ήταν μια άχρηστη κίνηση».
Ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς προειδοποίησε την περασμένη εβδομάδα ότι η κριτική προς το Ισραήλ είναι «όλο και περισσότερο ένα πρόσχημα υπό το οποίο εξαπλώνεται το δηλητήριο του αντισημιτισμού». Την Πέμπτη ανέφερε ότι η κυβέρνησή του θα αποφασίσει έως τις αρχές του επόμενου μήνα εάν θα στηρίξει τις προσπάθειες της ΕΕ να τιμωρήσει το Ισραήλ, ενώ τη Δευτέρα τόνισε πως η χώρα του θα είναι πάντα ένα «ασφαλές λιμάνι» για τους Εβραίους.